Ίσως, μία από τις μεγαλύτερες πληγές που υπάρχουν στα άδυτα της ψυχής του ατόμου, είναι αυτή του «δεν είμαι αρκετός». Αυτή η φράση που στοιχειώνει το μυαλό πολλών ατόμων μέσα στην καθημερινότητά τους, κάνοντάς τους να αισθάνονται ανεπαρκείς και λίγοι σε σύγκριση με αυτά που ποθούν για τον εαυτό τους από τη ζωή. Η άνθιση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και η υπερ-έκθεση των ανθρώπων σε αυτά, δε βοηθάει την κατάσταση, δημιουργώντας ψευδές εικόνες τις οποίες δεν μπορεί κανείς να δει ρεαλιστικά, δημιουργώντας μεγαλύτερη σύγχυση στο άτομο.
Το «δεν είμαι αρκετά καλός» πηγάζει από προγενέστερες καταστάσεις που ερμηνεύτηκαν από το μυαλό μας με αυτό τον τρόπο, προκειμένου να μας προστατέψει από μια αλήθεια που μπορεί να μας πονέσει. Μεγαλώνοντας σε ένα περιβάλλον που ίσως να μην υπήρχε ισορροπία ανάμεσα στις πρωτογενείς σχέσεις, το μυαλό επιλέγει να ρίξει την ευθύνη στο ίδιο, από το να αντιμετωπίσει τη σκληρή αλήθεια, ότι δηλαδή τα άτομα που οφείλουν να το προστατέψουν, δεν είναι πάντα ικανά να το κάνουν. Ζώντας σε ένα περιβάλλον όπου η μόνες στιγμές που λαμβάνεις προσοχή είναι όταν παίρνεις καλούς βαθμούς, όπου ο μόνος τρόπος για να κρατηθεί η ηρεμία στο σπίτι είναι με το να κάνεις δουλειές που δεν είναι δική σου ευθύνη, όντας ψυχολόγος της οικογένειας, το μυαλό βγάζει το συμπέρασμα πως αυτός είναι ο τρόπος για να παραμείνεις ασφαλής. Έτσι, αναπτύσσεται η άμυνα του «καλού παιδιού» και λέμε παιδιού, γιατί προσπαθείς σκληρά να χτίσεις αυτή την εικόνα ως παιδί, αλλά ως ενήλικας βλέπεις πόσο δυσλειτουργική είναι αυτή η συμπεριφορά.
Έτσι, φτάνεις στην ενηλικίωση γεμάτος/η φόβο για τον έξω κόσμο, με μια αλλοιωμένη αίσθηση της πραγματικότητας, όπου όλα είναι μεγάλα και δύσκολα και τρομακτικά. Ψάχνεις να βρεις ένα μέρος που να ανήκεις, ανθρώπους που να σε αποδεχτούν γι’ αυτό που είσαι. Δεν είσαι όμως ο εαυτός σου. Πώς να βρεις τη θέση σου σε έναν κόσμο όταν δεν ξέρεις ποιος πραγματικά είσαι; Πώς θα νιώσεις αγάπη για τα ελαττώματά σου όταν τα κρύβεις με ευλαβικότατα κάτω από το χαλί; Προφανώς κι ο κόσμος θα μοιάζει εχθρικός και καταπιεστικός όταν ζεις χωρίς όρια. Όταν έχεις μάθει πως κερδίζεις όταν κάνεις αυτό που θέλουν οι άλλοι. Όταν δε λες αυτό που πραγματικά θέλεις κι ασυνείδητα περιμένεις οι άλλοι να το ξέρουν χωρίς να τους έχεις μιλήσει ποτέ γι’ αυτό που σε ταλανίζει. Με το να φοράς αυτή τη μάσκα, πιστεύοντας πως είσαι προστατευμένος, θεωρώντας ότι κανείς δε θα σε πληγώσει αν δεν πληγώσεις.
Δεν είναι όμως αυτή η αλήθεια. Όλοι οι άνθρωποι κάνουν λάθη και το να βάζει κανείς τον εαυτό του σε ένα βάθρο, μια γυάλινη βιτρίνα μέσα στην οποία προσπαθεί να ικανοποιήσει τους άλλους, τον απομακρύνει από την πραγματικότητα. Το γυαλί έχει αυτή την ικανότητα, να δημιουργεί ψευδαισθήσεις, να δείχνει κάτι είτε πιο μακριά, είτε πιο κοντά. Αυτό συμβαίνει και με ένα άτομο που έχει μάθει να κρίνει τον εαυτό του και του έχει ορίσει έναν ρόλο ο οποίος δεν τον χαρακτηρίζει. Είναι αυτό που μας οδηγεί στην υπερ-ανάλυση, την τελειομανία και την ατέρμονη προσπάθεια να μας θαυμάζουν. Όμως, μια ευτυχία που βασίζεται σε εξωτερικούς παράγοντες, είναι εύθραυστη όπως το γυαλί στο οποίο μάς τοποθετούμε. Μεγαλώνοντας, και σπάζοντάς το, βλέπουμε πόσο βαθιά μπορεί να μας κόψει και τότε είναι που πρέπει να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση της ενηλικίωσης, αφήνοντας αυτό το παιδί πίσω μας. Τότε είναι που θα δούμε τη ζωή μας στην κανονική της διάσταση, σαν τους κατοίκους του σπηλαίου στην αλληγορία του Πλάτωνα.
Γιατί το πραγματικό φως, η πραγματική ανακάλυψή μας είναι όντως η αλήθεια, η αλήθεια του ποιοι είμαστε, του τι μας ενοχλεί, του ότι έχουμε ελαττώματα. Μέσα από αυτή τη συνειδητοποίηση θα ωριμάσουμε και θα αφήσουμε αυτό το παιδί, που μας προστάτευε μέχρι τώρα, να ξεκουραστεί. Θα δώσουμε τη θέση του σε έναν άνθρωπο που είναι έτοιμος να δυσαρεστήσει, να κάνει λάθη και να προστατευτεί από ό,τι πάει να τον εκμεταλλευτεί. Τότε, θα έρθει η πραγματική ηρεμία που τόσα χρόνια ψάχνουν τόσοι άνθρωποι να βρουν.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου