Σε μια κοινωνία όπου το διαφορετικό συχνά περιθωριοποιείται, όπου η ανοχή για όσους διαφέρουν είναι ελάχιστη και όπου κάθε πτυχή της ζωής των άλλων γίνεται αντικείμενο κριτικής, ο Μάρκος Σεφερλής καταφέρνει για ακόμη μια φορά να βρίσκεται στο επίκεντρο των συζητήσεων με την τελευταία του παράσταση να συζητείται όλο και περισσότερο.
Πιο συγκεκριμένα, το βράδυ της περασμένης Κυριακής, ο Μάρκος Σεφερλής παρουσίασε μια επετειακή παράσταση στο Δελφινάριο για τα 20 χρόνια της καριέρας του. Στο πλαίσιο της παράστασης, συμπεριέλαβε ένα νούμερο στο οποίο εμφανίζεται ντυμένος ως Nemo, το non-binary άτομο που κέρδισε φέτος την Eurovision. Μέσα από αυτό το νούμερο, ο Σεφερλής επιχειρεί να σατιρίσει την ταυτότητα των non-binary ατόμων. Κάτι που παρουσίασε ως κάτι «χιουμοριστικό», στοχεύοντας όμως μια μειονοτική ομάδα που τα τελευταία χρόνια αγωνίζεται να γίνει ορατή κι αποδεκτή στην ευρύτερη κοινωνία. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Σεφερλής επιλέγει να αστειευτεί με μια κοινωνική ομάδα που βάλλεται από πυρά και δεν ανήκει στην ομάδα των ισχυρών που κατ’ εξοχήν ασχολείται η σάτιρα, φαινόμενο που μπορεί να προκαλέσει ανησυχία για την επίδραση τέτοιου είδους σατιρικών σκηνών στο «με τι τελικά κάνουμε πλακίτσα».
Αξίζει να σημειωθεί πως ο ίδιος φαίνεται να μην αντιλαμβάνεται πλήρως τον αντίκτυπο που μπορεί να έχουν οι παραστάσεις του στη διαμόρφωση των απόψεων του κοινού. Είναι πιθανό να πιστεύει, όπως και αρκετοί από τους θεατές του, ότι το νούμερο ήταν απλώς «αστείο» και πως όποιος δεν το δέχεται αυτό, ενδεχομένως και να πρέπει απλώς να προσπεράσει και να μην ασχοληθεί με τον καλλιτέχνη. Ωστόσο, τέτοιου είδους «αστεία» συμβάλλουν στην ενίσχυση των προκαταλήψεων και των στερεοτύπων που ήδη υπάρχουν στην κοινωνία και κανονικοποιούν τον κοινωνικά ρατσιστικό λόγο.
Χαρακτηριστικοί είναι οι στίχοι του τραγουδιού:
«Πάλιωσε το gay, τώρα πια δε λέει,
αυτό papa, έλα χαμογέλα,
είναι η νέα τρέλα, αυτό papa,
εξαρτάται από το πώς θα ξυπνήσω το πρωί,
θα νιώθω κόρη η γιος,
ίσως και τα δυο μαζί.»
Αυτοί οι στίχοι, που ο Σεφερλής και το κοινό του βρήκαν τόσο αστείους, υποβαθμίζουν την ταυτότητα των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, παρουσιάζοντάς τη σαν μια «μόδα» ή «τρέλα» της νέας γενιάς, η οποία μάλιστα θεωρείται ότι είναι ρευστή και εξαρτάται από την εκάστοτε διάθεση του ατόμου. Τέτοιες δηλώσεις παραγνωρίζουν τον αγώνα και τη δυσκολία που αντιμετωπίζουν τα άτομα αυτά στην καθημερινότητά τους, καθώς αγωνίζονται να βρουν την ταυτότητά τους και να γίνουν αποδεκτά από μια κοινωνία που συχνά τα αγνοεί ή τα περιθωριοποιεί.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η ευτυχία και η αυτοέκφραση διαφέρουν για κάθε άτομο, και πως η αυθεντικότητα είναι μια ανάγκη που όλοι μοιραζόμαστε. Το να επιλέγει κάποιος να ζήσει με ειλικρίνεια απέναντι στον εαυτό του, σύμφωνα με το φύλο και την ταυτότητα που νιώθει, είναι μια πράξη που απαιτεί θάρρος. Η κοινωνία οφείλει να αναγνωρίσει το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό και να κατανοήσει ότι δε μιλάμε για μια «μόδα», αλλά για μια προσωπική επιλογή.
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αναδεικνύεται από τέτοιου είδους περιστατικά είναι η έλλειψη εκπαίδευσης της ελληνικής κοινωνίας γύρω από τα θέματα της έμφυλης ταυτότητας και της βίας που αυτή υφίσταται. Παράλληλα, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε το ρόλο των μέσων ψυχαγωγίας στη διαμόρφωση αντιλήψεων και στερεοτύπων. Το «αστείο» είναι συχνά ο πιο ύπουλος τρόπος για να ενισχυθούν προκαταλήψεις και επικίνδυνες αντιλήψεις κι άτομα με τόσο μεγάλη επιρροή θα έπρεπε να το γνωρίζουν, εκτός κι αν εκμεταλλεύονται ότι χαίρουν εκτίμησης από ένα πολύ συγκεκριμένο κοινό.
Πολλές φορές έχουμε δει τον Μάρκο Σεφερλή να βρίσκεται ακριβώς στην ίδια θέση, αλλά από ό,τι φαίνεται, ακόμα δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει το βάρος της ευθύνης που κουβαλάει ως δημόσιο πρόσωπο και καλλιτέχνης. Η τέχνη είναι το πιο ισχυρό εργαλείο για την υιοθέτηση απόψεων, μην ξεχνάμε ότι οι βασικές αρχές της προπαγάνδας στηρίζονται στην προώθηση απόψεων μέσω της τέχνης. Είναι κρίσιμο, λοιπόν, να παρακολουθούμε κάθε μορφή ψυχαγωγίας με κριτική ματιά και να είμαστε σε θέση να αναγνωρίζουμε πότε κάτι, που παρουσιάζεται ως «αστείο», ενισχύει προκαταλήψεις και κοινωνικές αδικίες. Και τότε, όχι, δεν μπορούμε απλά να «μην το βλέπουμε».
Πηγή φωτογραφίας: T-life