Αμέτρητα αρώματα υπάρχουν αυτή τη στιγμή στον κόσμο για κάθε γούστο: λεβάντα, γιασεμί, τριαντάφυλλο, σανταλόξυλο, συνδυασμοί με φρούτα, βανίλια κεχριμπάρι, βετιβέρ, αμπερόξυλο, τουμπερόζα. Αρώματα πιο βαριά, πιο ελαφριά, δροσερά, για κάθε εποχή και κάθε ώρα. Μα κανένα δε συγκρίνεται με τη μυρωδιά του ανθρώπου που αγαπάς. Είναι δύσκολο έως αδύνατο να την περιγράψεις- για κάθε άνθρωπο αλλάζει εξάλλου. Μα, αν μπορούσα να βρω τις κατάλληλες λέξεις, θα έλεγα πως «μυρίζει σπίτι». Είναι η οικεία μυρωδιά που σαν φτάνει στη μύτη σου, σε πλημμυρίζει συναισθήματα αγαλλίασης κι ηρεμίας. Είναι σαν τα υλικά να έχουν ανακατευτεί με τόση μαεστρία κι η χημική τους σύσταση είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεσαι.
Η διαφορά με τα αρώματα του εμπορίου είναι ότι δε φεύγει στον μπάνιο, δεν αλλοιώνεται από αφρόλουτρα και λάδια, δεν υπάρχει καμία κρυφή συνταγή επιτυχίας, δεν ξεχνιέται μέσα στον χρόνο, δε φθείρεται. Είναι η ακαταμάχητη μυρωδιά ενός μωρού που θυμίζει ταλκ, όνειρο και κεραυνοβόλο έρωτα- κι αν είσαι μαμά ξέρεις τι εννοώ. Είναι η ανεξήγητη μυρωδιά της μητέρας σου, που όσο και να μεγαλώσεις πάντα θα λες «μυρίζει μαμά», είναι η μυρωδιά του μπαμπά σου που μυρίζει ασφάλεια, είναι η γιαγιά κι ο παππούς μας που θυμίζουν κάτι από πράσινο σαπούνι κι ατέλειωτη αγάπη. Η μυρωδιά του πατρικού σπιτιού σου, που στέγασε τον μικρό εαυτό σου και τα ανέμελά σου χρόνια, εκείνο το παγκάκι που έδωσες το πρώτο σου φιλί. Η μυρωδιά του φρεσκοκομμένου καφέ που έκανε το πρωινό σου να ξεκινήσει υπέροχα, εκείνο το γλυκό που έφτιαξες μόνος σου ένα απόγευμα και το καταβρόχθισες χωρίς ντροπή. Κι είναι κι η μυρωδιά του συντρόφου σου, που μένει για πάντα ανεξίτηλη στα σεντόνια, στο δέρμα και στα ρούχα, μα και στην ψυχή που, αν ήταν μέρος, θα ήταν ο παράδεισος.
Οι μυρωδιές δεν περιορίζονται μόνο σε ανθρώπους, ξεφεύγουν και ξεχύνονται ταξιδεύοντας σε κάθε πόλη, περνούν θάλασσες και δε γνωρίζουν όρια. Περπατάς σ’ ένα στενό της Σαντορίνης στο απόγειο του καλοκαιριού, ο ιδρώτας κυλά στο μαυρισμένο κορμί σου και το δροσερό κοκτέιλ με φρούτα του δάσους είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεσαι. Και λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα, ξαφνικά μια ευωδία έρχεται εμπρός σου. Είναι γνώριμη οσμή που φέρνει μαζί της αναμνήσεις, αγγίγματα, όνειρα και σαν καλλιτέχνης ζωγραφίζει ένα πρόσωπο που έχεις μοιραστεί ένα κομμάτι του εαυτού σου. Ξαφνικά, προτού το καταλάβεις το ταξίδι στον χρόνο ξεκινά. Και βρίσκεσαι σε μια θέα στην καρδιά του χειμώνα, όπου τα φώτα αναβοσβήνουν στην πόλη που δεν κοιμάται ποτέ, να φοράς τη ζακέτα που σου έδωσε για να μην κρυώνεις όταν μείνατε μαζί μέχρι να σας βρει η ανατολή.
Τι κι αν τα χρόνια περνάνε, αλλάζουμε, εξελισσόμαστε, η ζωή προχωρά, ίσως βρίσκεσαι σε άλλη αγκαλιά, σε άλλη πόλη, άλλαξες δουλειά, συνήθειες και στόχους. Ένα όνειρο και μια οσμή είναι αρκετά να σε γυρίζουν πίσω σαν τη δική σου προσωπική χρονομηχανή, ειδικά φτιαγμένη για να σε πηγαίνει ταξίδια που, αν και το σώμα αδυνατεί να κάνει, το μυαλό φαίνεται να είναι αυθεντία σ’ αυτά. Μια αίσθηση νοσταλγίας, μια στιγμή αδυναμίας αν θες, σε κάνει να φέρνεις μπροστά ό,τι από καιρό είχες θάψει στα σεντούκια του μυαλού. Βλέπεις, η όσφρηση είναι μια από τις πέντε σου αισθήσεις και συνδέει όλα τα κομμάτια στο παζλ της ζωής σου, σε ακολουθεί παντού και πάντα είναι μαζί σου, για να θυμάσαι όσα έζησες, όσα ήσουν, όσα τόλμησες κι όσα σ’ έκαναν να γίνεις ο άνθρωπος που είσαι σήμερα. Κι αυτό μας κάνει διαφορετικούς: ο κάθε ένας από εμάς έχει τη δική του ξεχωριστή εμπειρία κι άποψη γι’ αυτές τις μυρωδιές. Δε μοιάζουν, δε συγκρίνονται. Είναι μονάχα δικές σου, φτιαγμένες ειδικά για σένα με αγάπη, όνειρα, προσπάθεια, υπομονή κι επιμονή, σκληρή δουλειά, ελπίδα. Είναι όλα τα βλέμματα, όλες οι αγκαλιές, όλα τα σ’ αγαπώ, οι στιγμές, οι βαθιές συζητήσεις, η πρώτη σου φορά, οι ευχές κι οι προσευχές που έκανες όταν δεν κοιτούσε κανείς.
Κι αν θες να βρεις κι εσύ την απόλυτα δική σου μυρωδιά, αρκεί να σταθείς μια στιγμή και να εισπνεύσεις αρώματα εκπνέοντας αγάπη και θυμίζοντας στον εαυτό σου ότι σε αυτό το ταξίδι δεν είσαι μόνος. Για κάποιους είσαι ένας από τους πολλούς και για κάποιους, από τους πολλούς ο ένας. Είσαι ο άνθρωπος με την ανεξίτηλη μυρωδιά. Κι όπως λέει και το αγαπημένο μου τραγούδι «δε σε σκέφτομαι συχνά, μα όταν η πόλη είναι άδεια, τα βράδια μυρίζει το άρωμά σου».
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου