Σημείωση: Το παρόν κείμενο αποτελεί προϊόν προσωπικής εμπειρίας και σε καμία των περιπτώσεων ιατρική συμβουλή. Αν χρειάζεστε βοήθεια απευθυνθείτε σε ειδικούς και στη γραμμή υποστήριξης του ΚΕΘΕΑ.
Η εφηβεία, είναι ως γνωστόν η λεγόμενη «επαναστατική περίοδος» ενός ανθρώπου κι εγώ δε θα μπορούσα να αποτελώ εξαίρεση. Αντιδρούσα σε όλα, το σπίτι είχε γίνει ξενοδοχείο, με έπνιγαν τα πάντα κι οι παρέες μου έγιναν σταδιακά οι άνθρωποι που με βοηθούσαν να αποδράσω, ένα καταφύγιο στο οποίο όλα επιτρέπονταν και τίποτα δεν μπορούσε να μας κάνει να μη δοκιμάσουμε, τα πάντα. Η περίοδος που ξεκίνησα το χόρτο, ήταν ίσως κι από τις αγαπημένες μου, μιας κι ήμουν συνεχώς σε ένα σύννεφο, αγκαλιά με σοκολάτες κι αναψυκτικά, αδιάφορη για τον κόσμο κι όσο πιο μακριά μπορούσα από την πραγματικότητα. Δυο χρόνια χρήσης, που μπορεί να μην ήταν πολλά όμως ακόμη δε γνωρίζω αν τα έζησα ή αν απλώς τα ονειρευόμουν, μέχρι να πάρω τη μεγάλη απόφαση να επαναφέρω τον εαυτό μου στην πραγματικότητα. Πώς κόβεις όμως το χόρτο, χωρίς να πάρεις κιλά, χωρίς να τρελαθείς και χωρίς να σπάσεις το σύμπαν από τα νεύρα σου; Αυτές ήταν οι δικές μου απορίες κι έπρεπε να βρω τις απαντήσεις άμεσα.
Μια καλοκαιρινή νύχτα του 2016, ενώ ήμουν όπως λένε «high όσο δεν πάει», μέσα στη ζάλη και την πλήρη αποσύνθεση αγκαλιά με τον καλοκαιρινό μου έρωτα -τα λέω και μουτζώνομαι- είπα στον εαυτό μου πως «αυτό πρέπει να σταματήσει». Σαν κλικάρισμα βίαιο και ξεκάθαρο, αφού είχα βαρεθεί να μην περνάω ποτέ καλά με αυτό, να μην περνάω ποτέ καλά και χωρίς αυτό. Το επόμενο πρωί λοιπόν, ξύπνησα κι αντί να στρίψω το καθιερωμένο μου πρωινό «γαράκι» για να κυλήσει ήρεμα η μέρα, απλώς δεν το έκανα. Κι αν ακούγεται φοβερά εύκολο ως πράξη, το να κάνεις κάτι τόσο απλό, όταν είσαι ένας άνθρωπος με εξάρτηση, χρειάζεται φοβερή δύναμη στην απόφασή σου.
Έτσι, είπα πως απλώς θα βγάλω τη μέρα. Σηκώθηκα, ντύθηκα, ετοιμάστηκα, πήρα όλα μου τα πράγματα -μιας κι απλώνομαι σαν χταπόδι όπου πηγαίνω- κι έφυγα. Θυμάμαι, είχα τον αέρα της αποφασιστικότητας, παρ’ όλο που δεν ήξερα τι μου γίνεται. Το ένιωθα πως ήθελα να το κόψω, αλλά η θεωρία από την πράξη απέχει. Με το φυτό που το λαϊκό άσμα υποθέτει πως εξαιτίας του δημιουργήθηκε η πλάση, είχα την απόλυτη ψυχική ηρεμία (κατά τη γνώμη μου). Κάθε συναίσθημα αντιμετωπιζόταν μ’ ένα μπαμπάτσικο τσιγαράκι και μια φοβερά χαλαρωτική playlist. Τώρα λοιπόν; Πώς θα μπορούσα να ζήσω χωρίς αυτό;
Στην αρχή απλώς γύρισα σε μια αυστηρή ρουτίνα. Διέκοψα κάθε δυνατότητα να βρεθώ κοντά σε περιβάλλον που έκανε χρήση -μιλούσα για ένα διάστημα τηλεφωνικώς με την παρέα μου αλλά απέφευγα κάθε πρόσκληση. Έπειτα κι αφού ξεκίνησαν οι αϋπνίες και τα νεύρα, ξεκίνησα διαλογισμό που αυτόματα έφερε τη σωστή διατροφή και τη γυμναστική. Κάθε φορά που ήθελα να στρίψω, πήγαινα να περπατήσω για 20 λεπτά. Μέχρι να γυρίσω δεν το ήθελα πια.
Δεν ήταν εύκολο, έτσι; Μη λέμε κι ό,τι θέλουμε. Η πρώτη μου σκέψη σε κάθε έντονο συναίσθημα, ήταν να πάρω το φιλαράκι μου και να κάψουμε ένα να πάνε τα φαρμάκια κάτω. Ωστόσο, αποφάσιζα καθημερινά πως σήμερα δε θα το κάνω και την επόμενη έκανα το ίδιο. Ήταν μια συνειδητή επιλογή και δε σκόπευα να κάνω πίσω. Ο σύντροφός μου εκείνο τον καιρό δεν είχε σκοπό να διακόψει κι όσο απομακρυνόμουν από την «έκσταση» που δημιουργούσε το χόρτο, τόσο περισσότερο αποκτούσα διαύγεια, μέχρι που κατάλαβα πως απλώς δεν τον θέλω. Έτσι, ήρθε κι ο χωρισμός κι ήταν σαν να έκοψα έναν πολύ σφιχτό δεσμό μου με το σπορ αυτό.
Στον ένα μήνα πια αποχής, μού τα ‘σκασε εντελώς. Οι ώρες, οι μέρες κι οι μήνες μου περνούσαν χωρίς νόημα, εκεί που νόμιζα ότι ζούσα την καλύτερη περίοδο τη ζωής μου. Αντιλήφθηκα ότι ζούσα απλώς σε μια λούπα, μια στασιμότητα, δεν είχαν τα τρόφιμα γεύση κι οι ώρες σημασία. Κατάλαβα τη σημασία του να ζεις νηφάλιος, το πόσο σπουδαίο είναι να επιλέγεις τη συντροφικότητα από το “θα μείνω σπίτι να την πιω”. Και κάθε μέρα, το αποφάσιζα από την αρχή πως μπορώ να είμαι κι άλλα πράγματα, πέρα από εξαρτημένη.
Αν μπορούσα να δώσω μια συμβουλή σε εκείνους που θέλουν να διακόψουν τη χρήση, θα έλεγα πως το μόνο που χρειάζεται είναι ισχυρή θέληση, δραστηριότητες που θα δώσουν ηλεκτρισμό στον εγκέφαλο να ξεκινήσει να λειτουργεί ξανά σε γρήγορους ρυθμούς κι αυστηρότητα στα κίνητρά τους. Αυτά κόβονται μαχαίρι, ποτέ λίγο-λίγο. Oύτε είναι κακό να ζητήσουμε βοήθεια, αν τη χρειαζόμαστε. Και θα είναι δύσκολο, μα άπαξ και κοπούν η πίτσα θα έχει καλύτερη γεύση κι ο αέρας θα είναι πιο δροσερός, οι νύχτες δε θα χάνονται κι οι ταινίες θα γίνουν πιο ενδιαφέρουσες, μαζί κι οι άνθρωποι. Αλήθεια.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου