Μεγαλώνοντας κανείς ανακαλύπτει μια σειρά από ανθρώπους πολύ διαφορετικούς μεταξύ τους. Γύρω εκεί στα 12, αρχίζεις κι ανακαλύπτεις τον κόσμο, χτίζεις φιλίες κι έρωτες. Στην αρχή, αισθάνεσαι δυνατός κι αισιόδοξος, έχεις δίψα και θέληση κι είσαι έτοιμος να βάλεις στη ζωή σου κάθε λογής καρύδι. Μια ακαταμάχητη έξαψη να δείξεις ποιος είσαι και να δώσεις ό,τι έχεις.
Έχεις τις αρχές, έχεις και τις αξίες που σου δώσανε και βαδίζεις. Κάνοντάς τα όλα σωστά, τηρώντας τα όλα κατά γράμμα, βρέθηκες μετά από λίγα χρόνια, ν’ αναρωτιέσαι γιατί οι άνθρωποί σου λιγόστεψαν. Ψάχνοντας ν’ αποδώσεις τις ευθύνες, θέλοντας και μη, ο αποδιοπομπαίος τράγος ήσουν πάντα εσύ. Σου προκαλούσε πάντα μεγάλη εντύπωση το πόσο σκάρτοι και το πόσο ανάξιοι φιλίας κι αγάπης είναι ορισμένοι άνθρωποι. Άπειρα «γιατί» σε βασάνισαν κι όλα πάντα κατέληγαν σε σένα.
Οι αρχές κι οι αξίες είναι αυτές καθαυτές πίστευες κι εφόσον δεν έβρισκες δικαιολογίες για τις πράξεις και τα λόγια των άλλων, η συζήτηση πάντα ήταν ένα μπούμερανγκ που γυρνούσε πίσω σε σένα. Λίγα χρονάκια αργότερα, οι άνθρωποί σου μειώθηκαν κι άλλο. Άλλοι άλλαξαν εντελώς, άλλους τους έδιωξες κι άλλοι έφυγαν. Κι όλα καλά κι όλα ωραία, εσύ συνέχισες το δρόμο σου. Όσες αναποδιές κι αν έζησες, όση λάσπη κι αν έφαγες, ήσουν πάντα όρθιος. Όσο κι αν πέρασες τα χειρότερα πάντα έβρισκες τρόπο να ελπίζεις για τα καλύτερα.
Θα έρθουν τα καλύτερα. Θα τους βρεις τους ανθρώπους που έχουν κάτι παραπάνω από ψυχή. Εκείνους που δεν κοιτάνε μόνο την πάρτη τους κι εκείνους που θεωρούν τις λέξεις «φιλία» κι «αγάπη» τόσο ιερές όσο κι εσύ.
Κι έπειτα κι άλλες αναποδιές κι άλλη λάσπη. Καψόνι στο καψόνι, απανωτά. Να σπας και τα μούτρα σου, να σπας και την καρδιά σου. Άλλαξες τώρα, έγινες πιο επιλεκτικός και πιο καχύποπτος. Συνήθισες να μην ανοίγεσαι πολύ στους ανθρώπους. Έμαθες να απαιτείς τη συνέπεια από εκείνους που δίνεις τα πάντα. Όταν δίνεις, ξέρεις, χωρίς να παίρνεις, κουράζεσαι.
Κανένα δεν κατακρεούργησες, κανένα έγκλημα δεν έκανες που κουράστηκες κι άρχισες να ζητάς και ν’ απαιτείς από τους γύρω σου. Τίποτα λάθος στο κούρεμα των ευκαιριών που είχαν συνηθίσει οι άλλοι να δίνεις. Ήταν πολλές οι δέκα ευκαιρίες ανά ψυχή τελικά, μία-δυο φτάνουν και περισσεύουν.
Κατηγορείς ασύστολα αυτούς που σε προδίδουν, ωρύεσαι και φωνάζεις όταν χάνεις το δίκιο σου, γίνεσαι έξαλλος όταν η τόση εκμετάλλευση σου τρώει το μεδούλι. Είναι ωραίο το επίπεδο σου και θέλεις κι οι άλλοι να βρίσκονται στο ίδιο με σένα. Το ανέβα-κατέβα τα επίπεδα τίποτα δε σου προσφέρει. Επιζητείς τη σταθερότητα, τις εγγυήσεις και τις χειροπιαστές αποδείξεις.
Και τα χρόνια περνάνε κι εσύ δέχεσαι αρνητικά σχόλια για το ποιόν σου. Πρέπει να χαλαρώσεις λένε, γιατί είσαι σκληρός με τους ανθρώπους σου. Δεν πρέπει να ζητάς αλλά είναι αναγκαίο να δίνεις. Κι όποιος θέλει ας μείνει με τη θέλησή του, γιατί με το ζόρι δεν έμεινε ποτέ κανείς.
Και συμφωνείς. Είσαι ο παλιοχαρακτήρας που όλα τα περνάει από ζύγι, που όλα τα παίρνει τοις μετρητοίς. Αυτός είσαι και πρέπει ν’ αλλάξεις. Μα εσύ στο πίσω μέρος του μυαλού σου, τα κρατάς. Συγκυρίες, συνθήκες, ανθρώπους και καταστάσεις. Τους βολεύει πολύ ορισμένους ν’ αδιαφορήσεις για εκείνα που δεν τους συμφέρουν. Τους αρέσει να σε βλέπουν να δίνεις τόπο στην οργή, για να μπορούν ανενόχλητοι να συνεχίζουν να κοιτάνε τον εαυτό τους.
Τίποτα δεν έχει αλλάξει. Εσύ είσαι ο ίδιος άνθρωπος. Ο καλός μαλάκας που είναι πάντα εκεί για όλους, που μυρμήγκι δεν πείραξε, που χατίρι δε χάλασε σε κανένα. Καλό έδωσες και καλό θέλεις να λάβεις. Τίποτα λοιπόν το κατακριτέο για άλλη μια φορά.
Εσύ που πάντα ακούς τη γνώμη των άλλων, εσύ που πάντα κοιτάς να τους ευχαριστείς. Πάντα έτοιμος να παραδεχθείς τα σφάλματά σου τα μετρημένα στα δάχτυλα. Η δική σου η καμπούρα πρώτη απ’ όλες. Τύψεις κι ενοχές για εκείνα που δεν έκανες, για τις στιγμές που δεν έγινες χαλί να σε πατήσουν. Και για εκείνες που έγινες όμως, πάλι τύψεις. Μήπως μπορούσες να κάνεις κάτι παραπάνω, μήπως δεν έκανες ό,τι περνούσε απ’ το χέρι σου.
Τα έφαγες τα μούτρα σου, τα σάπισες πια. Ανασηκώθηκες τόσες φορές απ’ τον πάτο που τα γόνατά σου τρύπησαν. Δε σου έμεινε δέρμα ανέγγιχτο χωρίς έστω μια γρατζουνιά. Στο μαύρο σου το χάλι, έχοντας φάει σκατά που άλλοι δεν μπορούν ούτε να φανταστούν, όλοι σου δείχνουν τον σωστό το δρόμο.Όλοι κι όλες φωστήρες που σου πετάνε τη λύση της αλλαγής. Έτσι είναι ο κόσμος, σου λένε, σκληρός κι αχάριστος. Να γίνεις ένα μ’ αυτούς, να ταιριάξεις με τον κόσμο και να βγεις στη μάχη. Ηττήθηκες και πρέπει να ξεκινήσεις πάλι απ’ την αρχή.
Ευτυχώς δεν τρελάθηκες ακόμα. Οι αξίες σου κι η ανθρωπιά σου είναι ακόμα εδώ και τίποτα δε χάθηκε. Είσαι εκεί ακριβώς που πρέπει να είσαι και κάνεις αυτό ακριβώς που πρέπει να κάνεις. Εκπροσωπείς το γνήσιο ανθρώπινο γένος, αυτό με το φιλότιμο και την ψυχή βαθιά.
Οι άλλοι έχουν χάσει το δρόμο τους ή χειρότερα δε βρέθηκαν ποτέ σ’ αυτόν. Εσύ καλά είσαι εκεί που είσαι κι όταν σου λένε ν’ αλλάξεις να τους λες πως δεν έχεις να πας πουθενά και πως τίποτα δεν έχεις ν’ αλλάξεις. Ας γίνουν αυτοί πιο άνθρωποι. Εκεί είναι τα μεγάλα ζόρια, στο να παραμείνεις άνθρωπος και να μη μετατραπείς σε ανθρωποειδές. Έτσι να τους λες. Ας γίνουν αυτοί πιο άνθρωποι. Αν τους βαστάει, ας γίνουν.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη