Όλοι οι φυσιολογικοί άνθρωποι συνηθίζουν να εναρμονίζουν το συναίσθημά τους με τις ενέργειες και τις αντιδράσεις τους. Θα τους δεις να επιτυγχάνουν και να χαίρονται, θα τους δεις ν’ αποτυγχάνουν και να λυπούνται. Αυτή είναι η λογική σειρά των πραγμάτων βάσει της οποίας, όλοι αυτοί που ανήκουν στη συγκεκριμένη κατηγορία είναι δεδομένο ότι γιορτάζουν με κάθε τρόπο τη χαρά τους. Θα το ρίξουν έξω, θα διασκεδάσουν, θα γίνουν όσο πιο κοινωνικοί γίνεται. Με τη διάθεση στα ύψη, θα χαμογελούν με το καθετί, θα μοιράζουν απλόχερα αγκαλιές και φιλιά και γενικότερα θα φροντίσουν ο καθένας που θα βρεθεί γύρω τους να βιώσει την ίδια χαρά μ’ εκείνους.
Απ’ την άλλη, όταν κάτι δεν έχει πάει έτσι όπως θα το ήθελαν στη ζωή τους, μην τους είδατε. Κλειστά παράθυρα, κλειστά τηλέφωνα. Κλείνει και το στομάχι τους, λέει, όταν δεν έχουν διάθεση κι αν είναι και τίποτα σοβαρό, υπάρχει πιθανότητα να τους δεις δέκα κιλά ελαφρύτερους μετά από κανένα μήνα.
Αν είσαι κι εσύ απ’ αυτούς που δεν έχουν ιδέα πώς κλείνει το στομάχι σε περιόδους ψυχολογικής αδιαθεσίας, τότε μάλλον δεν ανήκεις σ’ αυτή την κατηγορία ανθρώπων. Είσαι από κείνους που όταν η ψυχή σου είναι «άρρωστη» πρέπει απαραιτήτως ν’ αρρωστήσει και το στομάχι. Τρως ανελέητα τούρτες ολόκληρες και παγωτά οικογενειακής συσκευασίας. Είσαι από άλλη παρτίδα εσύ. Είσαι από κείνους που χαίρεσαι συγκρατημένα όταν επιτυγχάνεις τους στόχους σου, αλλά όταν έχεις τα χάλια σου δεν αντέχεις να κλειστείς στο σπίτι. Ακόμα περισσότερο, δεν αντέχεις να μένεις μόνος σου στις δύσκολες στιγμές.
Για σένα ένας χωρισμός, μια φιλία που έληξε άδοξα, μια μεγάλη ήττα στη δουλειά σου γιορτάζονται, δε μοιρολογούνται. Σε τέτοιες περιπτώσεις κάνεις το μεγαλύτερο σαματά και το γλεντάς με την ψυχή σου. Όταν οι φίλοι σου σε ρωτήσουν αν είσαι καλά, εσύ κάνεις πλάκα με την κατάντια σου κι αυτοσαρκάζεσαι. Κανένα ίχνος θλίψης προς τα έξω, δεν πρέπει με τίποτα να σε λυπηθούν, δε σου φταίνε σε τίποτα να στεναχωρηθούν κι εκείνοι για την πάρτη σου.
Όσοι σε ξέρουν και σε ζουν, είναι βέβαια ικανοί να καταλάβουν πως είσαι στα χειρότερά σου, αλλά θα σε στηρίξουν με τον τρόπο που θες εσύ. Καμία συζήτηση για όλα εκείνα που σε πονάνε κι είναι δικό σου θέμα το πότε θα θελήσεις να μιλήσεις γι’ αυτά. Θα πιεις, θα γελάσεις όσο πιο δυνατά μπορείς, θα χορέψεις μέχρι τελικής πτώσης. Όλα θα δείχνουν πως είσαι στην καλύτερή σου φάση. Υπάρχουν όμως κάποιες στιγμές που μέσα στη ζάλη της υποτιθέμενης καλοπέρασής σου, το βλέμμα σου θα κολλήσει στο άπειρο. Μόνο λίγοι θα καταλάβουν ότι μέσα σου υποφέρεις.
Ωστόσο είναι κάτι που το κάνεις εσκεμμένα. Δεν είσαι χαζός να πιστεύεις πως με κάτι τέτοια φθηνά κόλπα ο πόνος σου θα περάσει. Απλά ελπίζεις πως γλεντώντας τον θα τον απαλύνεις, πως θα τον κρατήσεις για λίγο ακόμα στην αφάνεια δίνοντάς σου παράταση. Στο κάτω-κάτω δε σου πάει, δε σου ταιριάζει να κλαις τη μοίρα σου. Η μιζέρια μόνο μιζέρια μπορεί να φέρει.
Τουλάχιστον έτσι, με δυο καλούς φίλους, ένα ποτό στο χέρι και μουσική που γουστάρεις, όλα περνάνε πιο γρήγορα. Θα έχεις και κάτι να θυμάσαι στο μέλλον για να γελάς. Είναι καλύτερες οι ιστορίες που αρχίζουν με το «ήμουν χάλια και βγήκα για να ξεσκάσω» και τελειώνουν με το «γίναμε χάλια». Δε θα θυμάσαι μόνο τον πόνο αλλά και το επικό βράδυ που ακολούθησε. Αυτό που στο τέλος ήσουν χάλια αλλά από το ποτό.
Ήσουν χάλια αλλά ήσουν με παρέα, όχι μόνος. Σε αντίθεση με αυτό, θα ήταν τρομερά ξενέρωτη η ιστορία που θα άρχιζε με το «ήμουν χάλια, έκατσα σπίτι κι έκλαιγα με αναφιλητά στον καναπέ μου». Ούτε μέση ούτε και τέλος θα είχε. Μόνο δάκρυα και θλίψη που θα κυλούσαν αργά, βασανιστικά κι επώδυνα.
Ποιος ο λόγος λοιπόν; Όταν δεν είμαστε καλά ψυχολογικά θα το γλεντάμε γιατί έτσι κάνουν οι αισιόδοξοι άνθρωποι, γελάνε με τον πόνο τους. Ψάχνουν αφορμή να γιορτάσουν, ψάχνουν ευκαιρία για να είναι ολόκληρη η ζωή τους ένα πάρτι. Τι κι αν έχουν κακές στιγμές; Αν το πάρτι σταματήσει, οι καλές στιγμές μπορεί και να μην ξανάρθουν…
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη