Όσο είμαστε μωρά είμαστε αβοήθητα. Αν δε μας ταΐσουν δε θα φάμε, αν δε μας κάνουν μπάνιο θα μείνουμε βρώμικα κι αν δε μας αγκαλιάσουν δε θα σταματήσουμε να κλαίμε. Χωρίς τους γονείς μας, τουλάχιστον στην αρχή της ζωής μας, δεν μπορούμε να επιβιώσουμε. Μεγαλώνοντας τους έχουμε ως πρότυπα. Είναι αυτοί που είναι διπλά μας όταν αρρωστήσουμε, όταν κλάψουμε για τον πρώτο αγώνα που χάσαμε αλλά και στην πρώτη τούμπα που πήραμε με το ποδήλατο. Είναι ο χάρτης που απεγνωσμένα χρειαζόμαστε σε μια διαδρομή που καλούμαστε να περπατήσουμε για πρώτη φορά.
Περνώντας στην εφηβεία και μετέπειτα, όταν έχουμε δημιουργήσει τον δικό μας εαυτό και την προσωπική μας κρίση, ξεκινάει και το παιχνίδι της «κόντρας» με τους γονείς μας. Πλέον πιστεύουμε πως μπορούμε να κάνουμε τα πάντα μόνοι μας και εκεί είναι που ξεκινάει η κριτική απέναντι τους, για τα τόσα λάθη που έχουν κάνει και για το πόσο άδικοι είναι απέναντί μας. Είναι σαν ο εγκέφαλος μας να έχει διαγράψει τα πράγματα που έχουν κάνει για εμάς από τότε που γεννηθήκαμε, πιστεύοντας πως όλα αυτά είναι δεδομένα. Τίποτα στη ζωή δεν είναι δεδομένο όμως, τίποτα δε χαρίζεται σε όλους, κάποιοι πρέπει να παλέψουν για να έχουν γονείς παρόντες ενώ άλλοι δεν έχουν καν την πολυτέλεια να ζουν με τους γονείς ή και την οικογένειά τους.
Εδώ λοιπόν έρχεται το βασικό μας ερώτημα «Εσύ θα σε ήθελες για γονέα του εαυτού σου;». Αφού μπορείς να κρίνεις τους δικούς σου τόσο εύκολα, θα άντεχες την κριτική, το ίδιο εύκολα; Η θα φοβόσουν να πάρεις αποφάσεις και να τις στηρίξεις για να μη σε χαρακτηρίσουν με άσχημα και βαριά επίθετα;
Τώρα μπορεί να πεις ναι, να πιστέψεις πως θα ήσουν ο τέλειος γονέας του εαυτού σου, γιατί διανύεις μια εποχή που είσαι κουλ με όλα, με περιπέτειες, έρωτες, ξενύχτια και πάρτι -λόγω ηλικίας όμως. Θα μπορείς όμως να πεις το ίδιο σε 10 χρονιά; Που θα έχεις μεγαλώσει, θα έχεις ζήσει διαφορετικές εμπειρίες και ίσως τα μάτια σου να έχουν δει πολλά; Θα μπορείς με σιγουριά και νιώθοντας ασφάλεια να πέσεις για ύπνο;
Προσπάθησε λοιπόν να είσαι αντικειμενικός και να μη βλέπεις μόνο την καλή σου μεριά, αλλά και την άσχημη, εκείνη που σε κάνει να χάνεις τον έλεγχο και την αυτοσυγκράτησή σου, εκείνη που δεν είναι τόσο σίγουρη πως θα ‘ναι κουλ με όλα όταν υπάρχει τόση κακία στον κόσμο. Κι αν από την άλλη απαντήσεις με φόβο κι ενοχές αρνητικά, τότε ίσως πρέπει να πιστέψεις περισσότερο στις δυνατότητές σου, κάνεις δε γεννήθηκε γονέας, όλοι ήταν πρώτα παιδιά πριν αναλάβουν ένα!
Οι άνθρωποι αλλάζουν μεγαλώνοντας και γίνονται πιο αυστηροί όταν έχουν στον νους τους το παιδί τους, γίνονται πιο προστατευτικοί. Μπορεί λοιπόν να μην τα κάνουν όλα σωστά, να γίνονται παραπάνω αυστηροί απ’ όσο πρέπει μερικές φορές και να φοβούνται κάπως υπερβολικά σύμφωνα με την κρίση μας, είναι γονείς όμως και αγχώνονται, πονάνε, φοβούνται, θέλουν απλά να γίνουμε καλοί κι ευτυχισμένοι άνθρωποι -μα δεν έλαβαν οδηγίες χρήσης.
Όποια και αν είναι η φάση του κάθε παιδιού λοιπόν, το μοναδικό δεδομένο είναι ότι πρέπει να λαμβάνει αγάπη. Μόνο αυτή μπορεί να βοηθήσει τον κάθε γονέα και το κάθε παιδί να προχωρήσει στη ζωή του. Είτε είναι παιδί που γεννήθηκε μέσα σε μια οικογένεια, είτε είναι ένα παιδί μονογονέα, είτε είναι ένα παιδί που υιοθετήθηκε. Όποιο και αν είναι το στάτους του κάθε ένα, γονέας είναι αυτός που θα είναι δίπλα στο παιδί του ό,τι και να γίνει, που θα τ’ αγαπάει άνευ όρων και θα προσπαθεί να του λέει πάντα την αλήθεια ακόμα και αν δεν του αρέσει να την ακούει.
Αυτό που λέω εγώ είναι, πως η πλειονότητά μας είμαστε ένα εξελιγμένο μοντέλο των γονιών μας. Θα κάνουμε λάθη, θα μάθουμε απ’ αυτά και θα συνεχίσουμε. Όπως είπε και ο Ισοκράτης, Έλληνας ρήτορας: «Μεταχειρίσου τους γονείς σου με τον τρόπο που επιθυμείς να σου συμπεριφέρονται τα παιδιά σου». Γι’ αυτό πάρε λοιπόν ένα τηλέφωνο τους γονείς σου να δεις τι κάνουν, πέρνα από το σπίτι τους για ένα καφέ, στείλε ένα μήνυμα ότι είσαι καλά και έφτασες σπίτι. Είναι μια σχέση που πολλές φορές λαμβάνεις ως δεδομένη και δυστυχώς δε θα την έχεις για πάντα.
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου