Πλαστήκαμε για να είμαστε μαζί, για να ζούμε κατά ομάδες, με άλλους ανθρώπους να μας πλαισιώνουν. Ως φύσει κοινωνικά όντα έχουμε ανάγκη τη συμβίωση και τη συντροφικότητα. Δεν έχει νόημα να πάμε κόντρα στο γραφτό μας ούτε στη μοίρα που κάποιοι άλλοι διάλεξαν για εμάς πολύ πριν έρθουμε πρώτη φορά πάνω στη Γη. Και το καταφέραμε, δημιουργήσαμε κοινωνίες, ζήσαμε όλοι μαζί, μοιραστήκαμε συναισθήματα, στιγμές, σκέψεις και λέξεις. Κι όλα αυτά, αφενός προκειμένου να επιβιώσουμε, αφετέρου γιατί είχαμε εξαρχής αυτή την προδιάθεση. Δικαιώνουμε, επομένως, για άλλη μια φορά τον Αριστοτέλη που μας χαρακτήρισε «φύσει πολιτικά ζώα».
Με τα χρόνια μετατρέψαμε αυτή τη βιολογική μας ανάγκη για κοινωνική ζωή σε μια μορφή που επιδέχεται βελτίωση και συνεχή αλληλεπίδραση. Επιτρέψαμε στον εαυτό μας να ερωτευθεί, να κάνει φίλους και να δημιουργήσει ένα πλαίσιο με ανθρώπους αγαπημένους, με ανθρώπους που ονομάσαμε «δικούς μας».
Δεθήκαμε και δοθήκαμε, δώσαμε και πήραμε. Πότε-πότε, αν το ταίριασμα είναι καλό πετυχαίνουμε μια σχέση αδιάρρηκτη στο χρόνο, μια φιλία ή έναν έρωτα που επιδέχεται τη φθορά του χωρίς να διαλυθεί εντελώς. Άλλες φορές πάλι, το ταίριασμα ήταν ανεπιτυχές κι οδηγηθήκαμε σε αδιέξοδο χωρίς καλά-καλά να το πάρουμε χαμπάρι.
Ως εμπειρογνώμων ο Αριστοτέλης σε ζητήματα πολιτικής και κοινωνικής συμβίωσης, μας όρισε ξεκάθαρα τι είναι ο άνθρωπος σαν οντότητα μέσα στα πλαίσια της πολιτείας. Μιας, όμως, που εκτός απ’ την πολιτική ηθική, ασχολήθηκε και με την ηθική γενικότερα, αν ζούσε σήμερα το πιθανότερο είναι πως θα μας έλεγε «Δε χρειάζεσαι κανένα στη ζωή σου που να μη θέλει να βρίσκεται εκεί». Αν δεν τον ακούγαμε θα ήμασταν επιεικώς άξιοι της μοίρας μας και σίγουρα όχι αυτής που όρισε ο Σταγειρίτης φιλόσοφος πριν από χιλιάδες χρόνια.
Σίγουρα έχουμε ανάγκη ο ένας τον άλλο, κυρίως δε, όταν μεταξύ μας υπάρχουν ισχυρά συναισθήματα. Τη χρειαζόμαστε τη συντροφικότητα, μας κάνει καλύτερους, μας κάνει πιο ανθρώπινους. Εδώ, όμως, χρειάζεται μια μικρή διευκρίνηση. Μας κάνει καλύτερους όταν τα συναισθήματα είναι ισότιμα, όταν είναι ταυτόχρονα. Καλό το «δίνω», αλλά όταν είναι το μοναδικό ρήμα που έχεις μάθει να προφέρεις, από κάπου η βάρκα μπάζει νερά.
Τη στιγμή, λοιπόν, που αντιληφθείς πως ο φίλος ή ο έρωτας σου δε γουστάρει πια τη δική σου τη συντροφιά, δεν υπάρχει λόγος να κάνεις υπεράνθρωπες προσπάθειες για να τον κρατήσεις. Όταν τον δεις να την κάνει με ελαφρά πηδηματάκια, όσο κι αν πονάει, όσο κι αν πληγώνει να βλέπεις τους αγαπημένους σου να σε αφήνουν, η λύση που αρμόζει δεν επιδέχεται ούτε χάρες ούτε αγαπησιάρικα αισθήματα. Η ζωή σου δεν είναι φιλανθρωπικό ίδρυμα κι η ψυχή σου δεν είναι καταφύγιο αστέγων. Είναι κάτι περισσότερο για να την πουλήσεις μισοτιμής.
Αν σε βοηθάει, δες το κι ολίγον τι εγωιστικά. Είχες βάλει το ρήμα «δίνω» στην επανάληψη και το αποτέλεσμα μηδενικό. Είχες προσφέρει πολλά για να σου αξίζει μια τέτοια αντιμετώπιση και το ξέρεις. Δε χρειάζεσαι ανθρώπους που δε σε χρειάζονται. Και δεν είναι σφάλμα να δράσεις με τα εγωιστικά σου κίνητρα στο on τη στιγμή που όλα τα πριν βγήκαν απ’ την πρόθεση να δείξεις την αγάπη σου. Η αγάπη δε χωράει εγωισμούς ούτε ιδιοτελή συναισθήματα, η εγκατάλειψη όμως κι η επιβίωση μετά από όλους εκείνους που δεν εκτίμησαν ούτε τα μισά, χωράει και παραχωράει. Αν δεν τα βγάλεις τώρα δε θα τα βγάλεις ποτέ ή ακόμα κι αν τα βγάλεις κάποτε θα είναι στο λάθος πρόσωπο και τη λάθος στιγμή.
Όταν σου δείχνουν πως δε σε χρειάζονται, τώρα που ως γνωστή νεραϊδονονά εκπλήρωσες κάθε τους θέλω και τους έκανες να αισθανθούν μοναδικοί κι ανεκτίμητοι, δείξε τους στα καπάκια πώς είναι να μην αποτελούν κάτι σημαντικό. Αν κοντά σου ήταν κάτι, μακριά σου το πιθανότερο είναι να μη σημαίνουν τίποτα. Αν κάτω απ’ την ασφάλεια της αγκαλιάς σου ένιωσαν έστω και λίγο τη γλυκιά ικανοποίηση του «με δέχονται» και κατόπιν την πέταξαν στα σκουπίδια θεωρώντας τη δεδομένη, απομακρύνσου και ψάξε για κάτι που ίσως να καλύπτει κι εσένα εξίσου. Αν δε θέλουν να βρίσκονται στη ζωή σου για σένα μία, εσύ δε θέλεις δέκα κι εκατό και χίλιες φορές.
Δε βρίσκεσαι εδώ για να κάνεις χάρες, πόσο μάλλον για να σου κάνουν. Αν γι’ αυτούς ήταν χάρη να σε συντροφεύουν, αν σου έκαναν το χατίρι επειδή έτυχε να είσαι από κείνους τους καλούς ανθρώπους που καταδέχονται την όποια παραξενιά κι ιδιοτροπία τους χωρίς να μιλήσουν και χωρίς να γκρινιάξουν, τότε λίγη σημασία έχει αν μείνουν ή αν φύγουν. Η πόρτα είναι ανοιχτή και τα σκυλιά δεμένα, κανείς δε θα τους εμποδίσει να αποχωρίσουν κι αν τύχει να κριθούν με την αθυροστομία σου μετά το τελειωτικό τους αντίο, δε χάθηκε κι ο κόσμος.
Όσο είναι δικαίωμά τους να επιλέγουν πού θέλουν να μείνουν και πού όχι, άλλο τόσο είναι δικαίωμά σου να κρίνεις ποιοι θέλουν να είναι στη ζωή σου και ποιοι όχι. Δε χρειάζεται να είναι μία δύσκολη απόφαση και να διακατέχεσαι από αμφιβολίες, όποιος βρίσκεται με το ζόρι, φαίνεται. Όποιος θέλει να μείνει, παλεύει κι αν αξίζει τον κόπο να παλέψεις κι εσύ, θα φανεί.
Αν ο πολυλατρεμένος μας Αριστοτέλης ζούσε στον 21ο αιώνα κι έπρεπε κάτι να μας πει περί ηθικής και γνήσιας αξιοπρέπειας, μάλλον κάτι αντίστοιχο θα μας έλεγε. Θα συμπλήρωνε τη θεωρία του περί κοινωνικότητας και θα τόνιζε με το κεφάλι του ψηλά πως η κοινωνικότητα αξίζει όταν είναι αμοιβαία κι όχι μονόπλευρη. Με τόσους εχθρούς που είχε ο δόλιος, κάτι θα ήξερε παραπάνω από εμάς.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη