Μια γενική αλήθεια, πλήρως αποδεκτή και ποικίλως τεκμηριωμένη είναι πως για να ερωτευτείς, να καψουρευτείς, να θέλεις τέλος πάντων, απαραίτητη προϋπόθεση είναι του άλλου να του κόβει. Έστω και λίγο. Εντάξει, να ΄χει και μια καλή καρδιά, να ΄χει και το φιλότιμο, άντε και το τσαχπίνικο το βλέμμα. Κι έρχομαι εγώ, η δικηγόρος του διαβόλου κι ερωτώ: Πόσο να σε κρατήσει πια το μάτι το τσακίρικο; Πόσο να σ’ ενθουσιάσει η καλή καρδιά και το φιλότιμο, όταν σου πετάει το ένα μαργαριτάρι μετά το άλλο; Εδώ να σε δω.
Αλλά, ας τα πάρουμε τα πράγματα απ’ την αρχή. Κι όταν λέμε «αρχή» εννοούμε πολλή αρχή, τόσο αρχή που ακόμη δε γνωρίζεστε. Γυρνάμε λοιπόν το χρόνο πίσω -ή αν λάβουμε ως βάση την αρχοντιά μου, αρκετά μπροστά- και μεταφερόμαστε στο μέρος, όπου πρωτογνωρίζεστε. Το κλίμα είναι ανάλαφρο, η ατμόσφαιρα μυρίζει έρωτα φρέσκο και σπαρταριστό και να σου που κοιτάει και ξανακοιτάει.
Μέγας είσαι Κύριε και θαυμαστά τα έργα σου, αξιώθηκε. Η εμφάνιση είναι άκρως γοητευτική, το βλέμμα έχει το κάτι τις από μυστήριο, η κορμοστασιά συναγωνίζεται τα κυπαρίσσια κι όταν γελάει, αχ όταν γελάει. «Με κοιτάει; Με κοιτάει;», «Κάτσε ρε βλάκα λίγο πιο δίπλα να δω, ήρθες και στάθηκες μπροστά!».
Το σκηνικό λίγο-πολύ το έχουμε στο μυαλό μας. Και κάπου εδώ έρχεται και κολλάει εκείνο το χαριτωμένο που λέγαμε πριν περί σπιρτάδας, εξυπνάδας, ύπαρξης IQ άνω του «από ‘δω παν’ κι άλλοι». Κι όταν αναφερόμαστε σε νοημοσύνη, δεν εστιάζουμε απαραιτήτως σε πτυχία κορνιζωμένα πάνω απ’ τα γυαλικά στο πατρικό και μάστερ με ειδίκευση στην αστροφυσική.
Εστιάζουμε σ’ εκείνη την πολυπόθητη ατάκα που τόσο ευελπιστούμε να μην ακούσουμε. Την ατάκα που θα καταστρέψει δια παντός όλο το παραμύθι που μέχρι πριν από πέντε λεπτά βάζαμε την υπογραφή μας πως θα έπαιρνε σάρκα κι οστά. Πρόσεχε πού υπογράφεις.
Ό,τι και να πούμε, όπως και να το πούμε, όσο κι αν λαχταράμε να γίνουμε μέρος του ειδυλλίου που τόσο ονειρευόμαστε η αλήθεια είναι μία: το φλερτ είναι θέμα νοημοσύνης. Η βάση του έγκειται σε μια αυτοσχέδια παράσταση με αρχή, μέση και τέλος, ο πυρήνας του είναι το άτυπο σενάριο που θα λάβει χώρα επάνω στο σανίδι της πρώτης συνάντησης, είναι μία καλοστημένη φάρσα που αν γίνει σωστά τα γέλια μας ηχούν ίσα με το να πεις «θέλω».
Κι αν παραμένετε δύσπιστοι κι επιφυλακτικοί είναι επειδή ακόμη δεν ακούστηκε η ατάκα «Ζαχαροπλάστης ήταν ο μπαμπάς σου;» με τον άλλο να το ρωτάει σοβαρά. Πολύ σοβαρά. Πιο σοβαρά δε γίνεται.
Κάπου εδώ αξίζει να σημειώσουμε πως το καλό φλερτ δεν πάει ασορτί με μία εντυπωσιακή εμφάνιση. Μη σου πω πως όσοι επαναπαύονται στο εμφανισιακό τους κεκτημένο, ίσως υστερούν θεαματικά στον κλάδο της ερωτικής προσέγγισης. Το μαλλί οκ, το ρούχο οκ, το χαμόγελο οκ, η πιασάρικη ατάκα και το τσαχπίνικο το μάτι; Μάλλον τ’ άφησες στο σπίτι.
Το φλερτ είναι η διεκδίκηση, είναι ν’ αποδείξεις την ανωτερότητά σου έναντι όλων όσοι διεκδικούν το ίδιο πρόσωπο με σένα. Πρόκειται για μια περιπέτεια, ένα προσωπικό survivor αν θες, όπου πρέπει να μείνεις ζωντανός τελευταίος και να πρέπει να επιβιώσεις στις σκληροτράχηλες συνθήκες ενός παντελώς αφιλόξενου -προς το παρόν- νησιού. Αν δεν έχεις τα κατάλληλα εφόδια, τη διάθεση και το στόχο θα παραμείνεις εκτός του παιχνιδιού, χωρίς φιλοδοξίες να βγεις νικητής και χωρίς ελπίδες ν’ αγκαλιάσεις το πολυπόθητο τρόπαιο.
Κατά το κοινώς λεγόμενον, βάζεις τα δυνατά σου και βγάζεις απ’ το μανίκι κάθε κρυμμένο άσσο που αντικατοπτρίζει το γοητευτικό «είναι» σου. Θέλει φαντασία, τι να κάνουμε. Δεν πας στον πόλεμο χωρίς νέα πυροβολικά και δεν επιχειρείς να μαγειρέψεις με ληγμένα υλικά, εκτός κι αν έχεις σώνει και ντε αυτοκαταστροφικές τάσεις και προς Θεού δεν προπορεύεσαι στο φλερτ με το «Είσαι μανάβης, γιατί μ’ ανάβεις». Βάλε το μυαλό σου να σκεφτεί, νιώσε αυτοπεποίθηση.
Μια πικρότατη αλήθεια, την οποία όμως αδυνατώ να κρατήσω μονάχα για τον εαυτό μου -εξάλλου η προσωπική εμπειρία είναι αυτή που κερδίζει τις εντυπώσεις- είναι πως κατά ένα μεγάλο ποσοστό, όσοι φλέρταραν έξυπνα και με αυτοπεποίθηση κι αποφεύγοντας τα all time classic, με επιβεβαίωσαν πως και σαν προσωπικότητες διέθεταν σπιρτάδα κι εκτός του ερωτικού τομέα. Το μυαλό τους έκοβε καλύτερα κι από ακονισμένο μαχαίρι κι είχαν ένα μεγάλο μέρος στα κεκτημένα τους απ’ το γνώθι σαυτόν χωρίς τρελές υπερβολές.
Στον αντίποδα όταν δεν ήταν απ’ τα τυχερά και μου λάχαινε να χαρώ μία απ’ τις άκρως απαγορευτικές εξυπνάδες, το αποτέλεσμα της πράξης δε διέφερε και πολύ απ’ την αρχική μου πρόβλεψη. Μία ανάλογη κοσμοθεωρία διατηρούσαν γενικά.
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου