

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης της Opinion Poll για χάρη της ACTION 24, τα οποία παρουσιάστηκαν στο κεντρικό βραδινό δελτίο του καναλιού. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε τηλεφωνικά και μέσω διαδικτύου, και το δείγμα πάρθηκε από 1002 ελληνικά νοικοκυριά σε όλη τη χώρα, ενώ η έρευνα διήρκησε τέσσερις μέρες και σκοπό είχε να πιάσει τον πολιτικό παλμό του κράτους εν συνεχεία των τελευταίων εξελίξεων και μετά τις πολυήμερες διαδηλώσεις για το δυστύχημα στα Τέμπη, που έλαβαν χώρα σε όλη την Ελλάδα.
Οι ερωτήσεις που έγιναν ήταν ποικίλες και συγκεκριμένα αφορούσαν την ανησυχία του να βρεθεί η χώρα μας αντιμέτωπη με προβλήματα λόγω των διεθνών αναταράξεων, το κατά πόσο η γεωστρατηγική πολιτική του Τραμπ τους βρίσκει σύμφωνους, αν θεωρούν ότι τα συλλαλητήρια για τα Τέμπη είχαν επίδραση στο πολιτικό σύστημα καθολικά ή μόνο στην κυβέρνηση, εάν η κυβέρνηση και αντίστοιχα η δικαιοσύνη κάνει ό,τι μπορεί για τη διαλεύκανση της υπόθεσης των Τεμπών, εάν η άμεση έναρξη της δίκης παίζει καθοριστικό ρόλο στην αποκάλυψη της αλήθειας για την τραγωδία, εάν η αντιπολίτευση εκμεταλλεύεται το συγκεκριμένο γεγονός για να καλύψει έδαφος, κατά πόσο ο ανασχηματισμός αντικατοπτρίζει την αλλαγή πλεύσης του κυβερνητικού έργου, αν η απόφαση για αναπληρωτή υπουργό μεταφορών θα οδηγήσει στη γρήγορη λήψη μέτρων για την ασφάλεια και την ποιότητα των μεταφορών, αν η καλύτερη λύση θα ήταν οι πρόωρες εκλογές ή να ολοκληρώσει η κυβέρνηση την τετραετία της, ποια είναι η ιεραρχία των προβλημάτων στη χώρα και πού θα έπρεπε να εστιάσει η κυβέρνηση, εάν παίζει σημαντικό ρόλο η πολιτική σταθερότητα και τέλος, ποιος είναι ο καταλληλότερος πολιτικός αρχηγός για την πρωθυπουργία.
Η μεγαλύτερη ανατροπή σημειώθηκε στην τελευταία ερώτηση, καθώς είδαμε την ηγέτιδα του κόμματος Πλεύση Ελευθερίας, Ζωή Κωνσταντοπούλου, να εκτοξεύεται σε σχέση με την αντίστοιχη δημοσκόπηση του Ιανουαρίου, περνώντας από το μόλις 5,9% στο 15,9%, αποκτώντας 10 ποσοστιαίες μονάδες σε κάτι λιγότερο από δύο μήνες. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία παραμένει στην πρώτη θέση με ποσοστό 28,1% χάνοντας το ποσοστό της τάξης του 2,7%, ενώ στην τρίτη θέση ακολουθεί το ΠΑΣΟΚ με 14,3%, εν συνεχεία βρίσκεται η Ελληνική λύση που αποκτά υποστηρικτές και φτάνει το 11,4%, το ΚΚΕ με 8,3%, ο Σύριζα με 6%, η Φωνή Λογικής με 4,1%, ενώ στην τελευταία θέση για την εισαγωγή της στη βουλή σε πιθανές εκλογές, έχει η Νίκη με την άνοδό της στο 3,1%.
Αναλύοντας τα αποτελέσματα συνολικά, αν και η εξέλιξη αυτή δεν ξηλώνει τον Κ.Μητσοτάκη απ’ την προεδρική του καρέκλα ακόμα, τον ταρακουνάει αρκετά εφόσον φαίνεται ξεκάθαρα πως οι πολίτες δεν ταυτίζονται με τις κυβερνητικές αποφάσεις που παίρνονται το τελευταίο διάστημα, δε βλέπουν την πραγματοποίηση κάποιας ουσιαστικής αλλαγής εσωτερικά του κόμματος ύστερα απ’ τον ανασχηματισμό και παρότι η πλειοψηφία τάσσεται ανοιχτά με την πολιτική σταθερότητα, το διόλου αμελητέο 44,9% θεωρεί πως πρέπει να γίνουν πρόωρες εκλογές με μικρή απόκλιση από το 48,2% που θέλει να ολοκληρωθεί η θητεία της τετραετίας. Άρα, θα έλεγε κανείς ότι τελικά, η ερώτηση της πολιτικής σταθερότητας που είχε την υποστήριξη του 77,8% των ερωτηθέντων, ίσως και να μην είχε και τόση σημασία, αφού η απάντησή τους είχε περισσότερο θεωρητικό χαρακτήρα και αφορούσε τα “ιδανικά”, καθώς δεν αντικατοπτρίζεται η ίδια στάση στις μετέπειτα ερωτήσεις.
Γενικά, καταλαβαίνουμε μια έντονη κοινωνική ανατάραξη, αλλά και απογοήτευση, καθώς ένα απ’ τα πιο καίρια ζητήματα αυτή τη στιγμή που απασχολούν τον κόσμο, μετά τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη τα οποία ανέκαθεν βρίσκονταν στις πρώτες θέσεις, είναι η απονομή δικαιοσύνης και το κράτος δικαίου. Το κράτος δικαίου θα έπρεπε να είναι ο θεμελιώδης λίθος της δημοκρατίας όπως αναφέρει ο Αριστοτέλης, όπου οι πολίτες θα εμπιστεύονται τη δικαιοσύνη για τη σωστή επιβολή των νόμων, την εύρεση της αλήθειας, θα είναι ανεξάρτητη από πολιτικές θέσεις και μοναδικός στόχος της θα αποτελεί η προάσπιση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και αγαθών. Αν δε νιώθουμε, λοιπόν, ότι ανήκουμε σε ένα κράτος δικαίου τότε ας αναρωτηθούμε όλοι μας τι μένει απ’ το πολίτευμά μας.
Το συντριπτικό ποσοστό του 80,7% πιστεύει επίσης ότι η αντιπολίτευση εκμεταλλεύτηκε πολιτικά την υπόθεση των Τεμπών. Απάντηση που πάλι προκαλεί έναν διχασμό στη σκέψη, καθώς σύμφωνα με τους χιλιάδες ανθρώπους που βγήκαν στους δρόμους στις 28 Φεβρουαρίου, αλλά και με τις τωρινές απαντήσεις τους στη δημοσκόπηση, τους απασχολεί. Το περίεργο, όμως, είναι η αρνητική χροιά, εφόσον η αντιπολίτευση σε μία κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει ακριβώς αυτόν τον ρόλο, να καταδεικνύει τα κακώς κείμενα της κυβέρνησης και να αντιπροτείνει λύσεις, με την ελπίδα βέβαια όχι της αυτοπροβολής, αλλά της καλύτερης συνολικής πορείας του κράτους. Ισως, όμως, αυτή τη φορά θέλαμε και κάτι διαφορετικό εκ μέρους της.
Τελικά, πολλοί πολίτες άλλαξαν στρατόπεδο, εναποθέτοντας την ελπίδα τους στο κόμμα Πλεύση Ελευθερίας, είτε ως μια επιλογή που ωρίμαζε κρυφά, είτε σαν μια βιαστική αναγκαιότητα ύστερα απ’ την αποκάλυψη του πολιτικού παρασκηνίου και της αδιαφορίας εκ μέρους της κυβέρνησης όσον αφορά τα Τέμπη, είτε γιατί απλά και κυνικά δεν υπάρχει κάποιος καλύτερος. Και σε αυτό θα πρέπει να σταθούμε λίγο, καθώς αν και διαφαίνεται, όπως προείπαμε, το πρώτο κόμμα να είναι η ΝΔ και δεύτερο η Πλεύση Ελευθερίας, στην Ερώτηση «ποιος είναι πιο κατάλληλος για την πρωθυπουργία», το 33,8% απάντησε «κανένας»! Κανένα κόμμα λοιπόν δε θα έπρεπε να χαίρεται, καθώς το γεγονός ότι η πλειοψηφία του λαού δε θέλει κανέναν, είναι πολιτικά σοκαριστικό. Φυσικά, αυτή είναι και η πιο δυνατή δήλωση που έκανε ο λαός μέσω της δημοσκόπησης αυτής, και η πραγματικότητα είναι ότι δεν προμηνύεται κανένα αποτέλεσμα, εφόσον δε γνωρίζουμε αν το παραπάνω ποσοστό θα προσέλθει στις κάλπες σε πιθανές εκλογές κι αν τελικά το κάνει, μπορεί να ανατρέψει τελείως τις υποθέσεις μας.
Εν κατακλείδι, ας είναι τα δρώμενα αυτά η αφετηρία για πολιτική ανησυχία και πληροφόρηση, ας συνειδητοποιήσουμε όλοι τη βαρύτητα της σημασίας της ψήφου μας κι ας μάθουμε να διεκδικούμε, να κρίνουμε, αλλά και να συμφωνούμε. Να αντιστεκόμαστε όπου χρειάζεται και να πολεμάμε χωρίς να χάνουμε τη σπίθα μας με το πέρας της ηλικίας, να βλέπουμε τα κόμματα όχι σαν ποδοσφαιρική ομάδα με την οποία φανατιζόμαστε, υποστηρίζουμε μέχρι πτώσεως και εθελοτυφλούμε στα λάθη της, αλλά να καταλάβουμε πως δεν αρκεί να συμφωνούμε ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά. Ως ψηφοφόροι οφείλουμε να μην απαντάμε πλέον «Δε γνωρίζω, δεν απαντώ», να μην απέχουμε και να μη ρίχνουμε λευκό, γιατί έτσι το μόνο που καταφέρνουμε είναι να διαιωνίζουμε το πρόβλημα.