Ψυχική κόπωση και εργασία. Μπορούν να συνυπάρξουν και κατά πόσο είναι αποδεκτό όταν δεν είμαστε καλά ψυχολογικά απλώς να μην πάμε στη δουλειά μας;

Ας ξεκινήσουμε με έναν πολύ σημαντικό παράγοντα, κι αυτός δεν είναι άλλος απ’ το σε ποια χώρα βρισκόμαστε, ποιες είναι οι συνθήκες εργασίας που επικρατούν σε αυτή και ποια τα δικαιώματα του εργαζομένου. Υπάρχουν χώρες που είναι απόλυτα αποδεκτό -και αυτονόητο- να ζητήσει ένας εργαζόμενος αναρρωτική, επειδή νιώθει κουρασμένος ψυχολογικά ή του έχει συμβεί κάτι απρόοπτο ή δυσάρεστο, με αποτέλεσμα να μη νιώθει καλά να πάει στη δουλειά του.

Αν αναφερθούμε όμως σε χώρες όπως η Ελλάδα, πρέπει να μιλήσουμε και για τη νοοτροπία που έχουμε σαν λαός. Και ας αρχίσουμε από τα βασικά. Από τη μία, η ψυχική υγεία αποτελεί ακόμα ένα μεγάλο ταμπού, από την άλλη οι συνθήκες εργασίας και ο σεβασμός προς τον εργαζόμενο είναι ακόμα σε χαμηλό επίπεδο. Αλλά και η νοοτροπία του ίδιου του εργαζόμενου δεν τον κάνει να πιστεύει πως δικαιούται άδεια για ψυχολογικούς λόγους, όταν θέλει να μείνει απλώς στο κρεβάτι και να μη σηκωθεί, όταν νιώθει την ανάγκη να κάνει μια εκδρομή για να ξεφύγει ή να δει φίλους και δικούς του ανθρώπους για να συζητήσει για κάποιο θέμα του.

Στη χώρα μας δυστυχώς δεν αναγνωρίζεται ευρέως η ψυχική κόπωση ως λόγος αναρρωτικής άδειας. Αν έχουμε όμως πυρετό και είμαστε άρρωστοι, κάτι που φαίνεται και μπορούμε να αποδείξουμε, είναι αποδεκτό να μην πάμε στη δουλειά μας. Για να μη φτάσουμε στο ακραίο σενάριο που ακόμα και τότε κάποιες φορές ζητείται ο εργαζόμενος να δώσει το παρόν -γιατί «έλα μωρέ, τι ανάγκη έχει, ένα κρύωμα είναι, σε 2-3 μέρες θα φύγει από μόνο του». Και κάπου εκεί καταλήγουμε να πηγαίνουμε στη δουλειά, διστάζοντας να διεκδικήσουμε τα δικαιώματά μας υπό τον φόβο της απόλυσης ή της αλλαγής συμπεριφοράς απέναντί μας στον εργασιακό χώρο.

 

 

Η ψυχική μας υγεία είναι όμως εξίσου σημαντική με τη σωματική. Και δε θα έπρεπε να είναι καθόλου ταμπού να μην πας δουλειά επειδή κάτι σου συνέβη, επειδή πιέστηκες το τελευταίο διάστημα, επειδή κάτι προέκυψε και νιώθεις πως δεν μπορείς ν’ ανταπεξέλθεις. Πολλοί καταπιέζονται και γίνονται ακόμα χειρότερα, επειδή δεν τολμάνε να πούνε πως δεν αισθάνονται καλά. Φυσικά, ένας εργαζόμενος που δεν είναι σε καλή ψυχική κατάσταση, εμφανίζει μειωμένη αποδοτικότητα, είναι πιο επιρρεπής σε λάθη, ενώ η αρνητική διάθεση μπορεί να επηρεάσει και την ποιότητα εργασίας των συναδέλφων του.

Πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε πως αν ο εργαζόμενος ξεκουραστεί, την επόμενη μέρα θα αποδώσει καλύτερα. Και ο εργοδότης δε χάνει από την έλλειψη προσωπικού μία μέρα, αλλά επωφελείται από τη βελτιωμένη απόδοσή του την επόμενη. Πρέπει σαν κοινωνία να ξεπεράσουμε το ταμπού πως όταν δε νιώθει κάποιος ψυχολογικά καλά για να πάει δουλειά, απλώς βαριέται και βρήκε μια δικαιολογία για να τεμπελιάσει.

Όσο δύσκολο είναι να δουλεύεις με πυρετό, άλλο τόσο είναι να δουλεύεις όταν ξέρεις πως μόλις προέκυψε ένα σοβαρό οικογενειακό πρόβλημα, όταν την προηγούμενη μέρα χώρισες με το ταίρι, όταν κάνατε έναν μεγάλο καβγά με τον κολλητό, όταν τέλος πάντων συνέβη κάτι που για σένα είναι σημαντικό -κι ας μην μπορούν πάντα να καταλάβουν οι άλλοι γιατί.

Η αναρρωτική άδεια για λόγους ψυχικής υγείας θα έπρεπε να γίνεται όχι μόνο αποδεκτή αλλά και σεβαστή, χωρίς να ρωτάει ο εργοδότης αδιάκριτες λεπτομέρειες. Μια ευχή για σύντομη ανάρρωση θα ήταν αρκετή.

Συντάκτης: Μαργαρίτα Αρβανιτίδου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.