Δε νοείται ερωτική σχέση χωρίς σεξ. Όλοι το αγαπάμε κι όλοι το θέτουμε προαπαιτούμενο για τη συνύπαρξή μας με έναν άνθρωπο, που ονομάζουμε σύντροφό μας. Πολλοί είναι, μάλιστα, κι αυτοί, που ειδικά στη δεύτερη δεκαετία της ζωής τους, το θεωρούν ανάγκη κι απόλαυση μεγαλύτερη ακόμα κι απ’ το φαγητό ή τον ύπνο.
Όλοι κάνουμε σεξ, λιγότερο ή περισσότερο. Το θέμα είναι πού το κάνουμε. Συνήθως, στον ιδιωτικό μας χώρο, σπίτι μας, εκεί που δεν υπάρχει κανείς, πέρα από μας και τον παρτενέρ μας. Ανακαλύπτοντας, όμως, τη σεξουαλικότητά μας στην εφηβεία μας, ο μέσος όρος μπαίνει ενεργά στο παιχνίδι εκεί γύρω στα 17-18. Σε μία ηλικία που το πιο πιθανό είναι πως ακόμα μένουμε με τους γονείς σου. Αλλά και μεγαλώνοντας δεν αποκλείεται να βρεθούμε να φιλοξενούμαστε με το ταίρι μας στο πατρικό μας ή στο δικό του, αντίστοιχα. Ενώ μπορεί, κάλλιστα, να μας επισκεφτούν κάποια στιγμή εκείνοι στο δικό μας καταφύγιο, σε περίπτωση που συζούμε.
Αν, λοιπόν, οι συνθήκες το φέρουν έτσι ώστε να κοιμάσαι με τον σύντροφό σου σ’ ένα κρεβάτι ή έναν καναπέ, με τους γονείς σας να κοιμούνται στο διπλανό δωμάτιο, προκύπτουν δύο επιλογές: Ή δε θα κάνετε καθόλου σεξ εκείνες τις μέρες, όσο κι αν μείνουν, ή θα παίξετε ένα παιχνίδι που θέλει πολλή προσοχή.
Γιατί θέλει λεπτό χειρισμό η στιγμή που κάνεις σεξ όταν είσαι στο ίδιο σπίτι με άλλους, πόσο μάλλον με γονείς. Σίγουρα, οι δικοί σου γνωρίζουν κι αποδέχονται τη σχέση σου για να ‘ναι άνετοι στο να σας φιλοξενήσουν (ή να φιλοξενηθούν από σας). Αυτό, όμως, δε σημαίνει πως περιμένουν να ακούσουν το παιδί τους –που για ‘κείνους παραμένει το μωρό τους, ανεξαρτήτως ηλικίας– να κάνει σεξ στο διπλανό δωμάτιο.
Αντιστρέφονται λίγο οι ρόλοι, γιατί σαφώς –όσο κι αν σε ανατριχιάζει η ιδέα– πριν χρόνια ήταν εκείνοι που προσπαθούσαν να μην ακουστούν όσο έκαναν σεξ. Άσε που ζούσαν με το διαρκές άγχος αν κλείδωσαν την πόρτα και με τον φόβο να μην ξυπνήσεις ξαφνικά μέσα στη νύχτα φωνάζοντας «Μαμά» κι ορμήσεις μέσα στο δωμάτιο, βρίσκοντάς τους μπλεγμένους στα σεντόνια.
Τώρα είναι η σειρά σου να παίξεις με τους ίδιους κανόνες, να παίξεις το παιχνίδι της σιωπής. Γιατί δεν πρέπει να ακουστείς. Κι οι απαγορεύσεις πάντα μας ιντριγκάρουν. Αν, τώρα, είστε έντονα φασαριόζικο ζευγάρι και δεν μπορείτε να μπείτε σε αθόρυβο mode, ας το αφήσετε καλύτερα, για να μην έρθει κανείς σε άβολη θέση. Δεν πειράζει, μωρέ, θα επιθυμήσετε ο ένας τον άλλον λίγο παραπάνω. Θα ακουμπάς λίγο το ταίρι σου και θα ξέρεις πως δεν μπορείς να κάνεις τίποτα παραπάνω. Κι αυτό είναι από μόνο του ιδιαίτερα διεγερτικό.
Όπως ερεθιστικός είναι κι ο φόβος να μη σε ακούσουν. Σε περίπτωση που καταλήξατε στο πατρικό σου, δεν έχετε άλλη επιλογή απ’ το δωμάτιό σου. Κλειδώνεστε εκεί και δοκιμάζετε για αρχή το κρεβάτι. Το εφηβικό σου κρεβάτι, που κουβαλά τόσες αναμνήσεις, με τα αρκουδάκια σου τριγύρω να νιώθεις πως δε κοιτούν, συνειδητοποιώντας πόσο έχεις μεγαλώσει.
Αυτό το πάντρεμα αθωότητας κι ενοχικής απόλαυσης μπορεί να σε τρελάνει. Μέχρι να ανάψουν τα αίματα και να αντιληφθείτε πως το κρεβάτι τρίζει. Και φυσικά δε μιλάμε για εκείνο το στιγμιαία τρίξιμο, όταν κάποιος γυρνά πλευρό, αλλά για το άλλο, το ρυθμικό, που φαίνεται ότι κάποιος κουνιέται πέρα-δώθε. Μάλλον καταλαβαινόμαστε, όπως θα καταλάβουν κι όσοι βρίσκονται στα διπλανά δωμάτια.
Αναγκαστική αλλαγή σκηνικού, δε θέλουμε θορύβους. Δοκιμάζετε στο πάτωμα. (Ειδικά αν υπάρχουν χαλιά, ακόμα καλύτερα, μην πάθετε και κανένα ατύχημα.) Τώρα που ξεπεράσετε τις τεχνικές δυσκολίες πρέπει να αντιμετωπίσετε τους ίδιους σας τους εαυτούς. Να μειώσετε αναστεναγμούς και βογγητά και να φιμώσετε κραυγές ικανοποίησης. Ακόμα και τη στιγμή της κορύφωσης δεν πρέπει να βγάλετε άχνα.
Προφητικό εκείνο το «μη βγάλεις κιχ» των γονιών μας, όταν ήμασταν παιδιά. Τα χέρια σφραγίζουν τα χείλη και τα δάχτυλα κλείνουν στόματα, με τα μάτια να συνωμοτούν και να ανεβάζουν την ηδονή. Το απαγορευμένο είναι πάντα πιο γλυκό. Κι η μυσταγωγία συνεχίζεται ακόμα και μετά την πράξη. Έλεγχος διαδρόμου για να κατευθυνθείτε προς το μπάνιο και τσίλιες για να μη σας πάρει χαμπάρι κανείς.
Το πιο αμήχανο, βέβαια, είναι το επόμενο πρωί. Να προσπαθείς να κρύψεις τα ροδαλά σου απ’ την ντροπή μαγουλάκια και ταυτόχρονα να καρφώνεσαι, αφού μεταφράζεις κάθε βλέμμα, λέξη, ή βηχαλάκι των γονιών σου σαν υπονοούμενο.
Αν, τώρα, στη θέση των γονιών βάλουμε φιλαράκια, η κατάσταση γίνεται κάπως πιο κωμική. Σας ιντριγκάρει η παρουσία άλλων στον ίδιο χώρο, καθώς και το κρυφτό, αλλά ακόμη και τίποτα να μη συμβεί, είστε προετοιμασμένοι για τρελή καζούρα την επόμενη. «Μάτι δεν κλείσαμε όλη νύχτα, ερωτύλοι.» ή «Άκουγες κι εσύ ένα νταπ νταπ κατά τις τρεις;», και να ‘στε εσείς να κοκκινίζετε και να τα γέλια και τα χαχανητά.
Σαφώς κι η ιδιωτικότητα είναι αναγκαία για ένα ζευγάρι, που απαραίτητα χρειάζεται τον χώρο του, όμως το να βρεθεί κάποτε σε ένα τέτοιο σκηνικό έχει την πλάκα του κι είναι κι αρκετά αφροδισιακό. Το μυαλό παίρνει περίεργες στροφές μπροστά στα «δεν πρέπει». Επομένως, χαλάλι η αμηχανία και τα πειράγματα της επόμενης μέρας, απ’ τη στιγμή που πέρασες ένα υπέροχο βράδυ με τον φόβο να ανοίξει η πόρτα σας να ανεβάζει τους παλμούς και να εκτοξεύει τους οργασμούς.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη