Όσος καιρός κι αν περάσει, όση απόσταση κι αν μας χωρίζει, ξέρεις καλά ότι δε θα μπορέσεις να με βγάλεις ολοκληρωτικά απ’ τη σκέψη σου. Ξέρεις ότι θα είμαι πάντα αυτή που θα κουβαλάς μέσα σου. Απ’ τη ζωή σου με έδιωξες με θάρρος, απ’ το μυαλό σου, όμως, δεν μπορείς να με βγάλεις με τίποτα. Σαν να σε ‘χω στοιχειώσει, σαν να ορίζω εγώ τις σκέψεις σου, κάθε βράδυ εμφανίζομαι εκεί που πίνεις το ποτό σου και σ’ αναγκάζω να μετράς ξανά και ξανά τα λάθη σου.
Κι όσο προσπαθείς να με απομακρύνεις, τόσο εγώ πεισμώνω κι έρχομαι πιο κοντά σου. Γίνεται η ανάμνησή μου πιο δυνατή κι οι τύψεις σου σε λυγίζουν. Να μπορούσα μόνο να καθόμουν σε μια γωνιά και να σε κοιτούσα την ώρα που θυμωμένος σπας το ποτήρι με το ουίσκι, που τόσες μέρες σου κρατάει συντροφιά, σαν να φταίει εκείνο που εσύ με έχασες. Να μπορούσα να σε δω να πονάς, όσο πόνεσα κι εγώ, να συνειδητοποιείς πόσο έφταιξες.
Μα δεν πειράζει, ας μη σε δω ποτέ ξανά καλύτερα. Την εκδίκησή μου, εξάλλου, την έχω ήδη πάρει. Και πίστεψέ με, δεν υπάρχει μεγαλύτερη εκδίκηση απ’ αυτή που εγώ πήρα από σένα. Τίποτα δεν είναι χειρότερο απ’ το να κουβαλάς μέσα σου έναν άνθρωπο, έναν άνθρωπο που είχε να σου δώσει πολλά, μα εσύ τα απέρριψες. Εγώ θα σε σβήσω κάποτε, γιατί μου έκανες κακό. Εσύ, όμως, θα θυμάσαι πάντα ότι φέρθηκες σκάρτα σε κάποιον που ήθελε να σε κάνει ευτυχισμένο. Κι αυτό πονάει.
Ξέρεις, εγώ δεν έκανα κανένα φθηνό κόλπο, ούτε για να σε κερδίσω ξανά ούτε για να σε πονέσω. Δεν εμφανίστηκα μπροστά σου με νέο γκόμενο, δε χτυπιόμουν κάτω απ’ το σπίτι σου. Εγώ έφυγα απ’ τη ζωή σου «κυρία», όπως ακριβώς μου το ζήτησες. Δεν προσπάθησα να σε εκθέσω, απλά και μόνο για να νιώσω εγώ καλύτερα. Δεν μπήκα στον κόπο να σου ανοίξω πληγές που εύκολα θα επούλωνες. Εγώ, με το χαρακτήρα μου, με την αξιοπρέπειά μου, σε χάραξα βαθιά. Και τώρα άντε βγάλτα πέρα με τα σημάδια μου. Τα σημάδια, καλέ μου, πρέπει να σου έχουν μάθει πως δε σβήνουν, τα κουβαλάμε μια ζωή.
Η δική σου, λοιπόν, κατάρα, που δε θα σ’ αφήνει στιγμή να ησυχάσεις, θα είμαι εγώ. Αυτό που δε θα μπορείς, μα θα θες να ξεχάσεις, θα είμαι εγώ. Εκείνο που θα σε πνίγει τα βράδια και θα θες κάπου να το πεις, θα είμαι εγώ. Ό,τι φοβάσαι να παραδεχθείς, ό,τι αρνείσαι πως ένιωσες, όλα θα ‘μαι εγώ. Εγώ, που θα ορκίζεσαι ότι δεν πέρασα ποτέ απ’ τη ζωή σου. Μα την αλήθεια, την ξέρεις. Θα ‘μαι πάντα αυτό που θα κουβαλάς μέσα σου, αυτό που θα κρατάς μυστικό, γιατί αυτή είναι η εκδίκησή μου.
Μη φοβάσαι. Θα μάθεις να ζεις με εμένα, όσο εγώ θα είμαι απών. Θα μάθεις να ζεις με τη σκέψη μου, όσο εγώ σταδιακά θα ξεχνάω και το όνομά σου. Όχι, δε θα με βλέπεις σ’ όλες τις άλλες, γιατί καμία δε θα σε γεμίζει τόσο, όσο εγώ. Θα λείπω απ’ όλες, γιατί εγώ ήμουν αυτό που έλειπε από σένα. Όταν θα μένεις μόνος, όταν όλοι κι όλα θα σ’ απογοητεύουν, τότε είναι που η σκιά μου θα σου κάνει συντροφιά, γιατί θα μ’ έχεις ανάγκη.
Και μπορεί σιγά-σιγά να ξεχάσεις το πρόσωπό μου, μα δε θα ξεχάσεις αυτά που ένιωσες κι αυτά που ξέρεις ότι με έκανες να νιώσω. Δε θα ξεχάσεις το όνομά μου, δε θα ξεχάσεις την υπερηφάνεια μου, δε θα ξεχάσεις την υπομονή που έκανα για σένα. Μα, κυρίως, δε θα ξεχάσεις τον τρόπο που βγήκα απ’ τη ζωή σου. Ελπίζω, μόνο, να καταλάβεις σύντομα ότι έχω πάρει την εκδίκησή μου και να μάθεις να ζεις μ’ αυτήν.
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου