«Ποιος θα μας πει την άσκηση;» ρωτάει και τα βλέφαρά σου χαμηλώνουν. Η καρδιά χτυπάει τώρα πιο δυνατά κι από μέσα σου επαναλαμβάνεις: «Μην πει εμένα, όχι εμένα». Ποιος αντέχει την κατσάδα; Κι άντε να της εξηγήσεις τι έκανες χθες όλη μέρα. Θα πιστέψει άραγε ότι είχες πολύ διάβασμα στ’ άλλα μαθήματα; Μπα, αυτό είπες και την προηγούμενη φορά. Θα το πει και στη μαμά; Σκούρα τα πράγματα, τιμωρία μυρίζομαι.
Ακόμη να διαλέξει κάποιον να πει αυτήν τη ρημάδα την άσκηση; Τόση ώρα κάνει για να πει εσένα; Άντε, τυχερός στάθηκες, το σπασικλάκι της τάξης θα πει πάλι. Σε κοιτάει; Κατάλαβε ότι προσπαθείς να κρυφτείς; Τι στο καλό, χάρισμα έχει; Σκέψου, σκέψου κάτι γρήγορα, κάτι που να μην έχεις ξαναπεί. Ήρθε ο θείος απ’ την Αυστραλία, είχε γενέθλια ο αδελφός σου, αρρώστησε ο πάππους και τρέχατε στα νοσοκομεία… Τα έχεις κάψει όλα γαμώτο, τι θα κάνεις τώρα;
Αυτό είναι! «Ναι κυρία, έκανα την άσκηση. Μισό λεπτό να βρω το τετράδιό μου». Βάζεις το χέρι μέσα στην τσάντα, ψαχουλεύεις καλά-καλά, απορείς που δεν το βρίσκεις, βγάζεις πάνω στο θρανίο όλα τ’ άλλα τετράδια, κοιτάς προσεκτικά όλες τις ετικέτες και τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να τους πείσεις όλους: «Ξέχασα το τετράδιο στο σπίτι. Έχω κάνει όμως την άσκηση».
Έχεις δώσει το ρεσιτάλ σου, γελάνε μέχρι και τα μουστάκια που κάποτε θα βγάλεις και τα μάγουλά σου τώρα είναι τόσο κόκκινα που ξέρεις ότι στο διάλειμμα θα περάσεις λίγο δύσκολα, αλλά προτιμάς να σε φωνάζουν παντζάρι πάρα ν’ ακούσεις τις φωνές της δασκάλας. Θα σε κοροϊδεύει κι η Αννούλα; Γαμώτο, άσε της λες άλλη φορά να πάτε για παγωτό.
Τι συμβαίνει; Γιατί η δασκάλα σε κοιτάει φουντωμένη; Δε σε πίστεψε; Μα δε γίνεται, ήσουν τόσο φοβερός. Μέχρι κι εσύ κόντεψες να πιστέψεις ότι έκανες χθες την άσκηση απλώς δε θυμάσαι να τη λύσεις. Το ξέρεις αυτό το βλέμμα. Δεν την έχεις γλυτώσει την κατσάδα, κάτι ετοιμάζει η δασκάλα. «Μάλιστα. Δεν πειράζει, πες μας προφορικά τι έγραψες κι αύριο φέρε μου το τετράδιο να τη δω». Αν πριν ένιωθες άβολα, τώρα τι να πεις; Η κατάσταση χειροτέρεψε. Γελάει ήδη η Αννούλα.
«Ναι, φυσικά να σας πω. Σε τι σελίδα ήταν η άσκηση;» Μόλις καρφώθηκες. «Ούτε σε τι σελίδα είμαστε δε γνωρίζεις» και το κόβω εδώ γιατί η σκηνή γίνεται ακατάλληλη. Ακολουθεί ένας τρομερός μονόλογος της δασκάλας, ενώ εσύ έχεις το κεφάλι κατεβασμένο και μόλις τα πνεύματα ηρεμήσουν πετάγεται το σπασικλάκι της τάξης και λέει το αγαπημένο σ’ όλους μας: «Να πω εγώ την άσκηση κυρία;» Α, τον ευχαριστώ πολύ, δεν μπορούσε να το είχε πει λίγο νωρίτερα να είχες γλυτώσει κι εσύ τις φωνές; Άντε τώρα να γράψεις εκατό φορές το κλασικό «Θα κάνω τις ασκήσεις που μου βάζει η δασκάλα μου για το σπίτι.»
Πόσο ευχάριστη μπορεί να ήταν τελικά αυτή η τότε αμήχανη στιγμή; Και ποιος δεν έχει «ξεχάσει» το τετράδιό του σπίτι, αλλά έχει κάνει την άσκηση; Και ποιος δεν τα έχει βάλει με τη δασκάλα φωνάζοντας γεμάτος παράπονο «Μα αλήθεια σας λέω» και νιώθοντας κι εκνευρισμό λες κι έπρεπε να τον είχε πιστέψει ή λες κι ήταν η πρώτη φορά που άκουγε μια τόσο χαζή δικαιολογία;
Έχει στιγματίσει το αθώο αυτό ψέμα τα σχολικά μας χρόνια. Εξακολουθεί ωστόσο να είναι διαχρονικό και λατρεμένο. Νιώθουν ακόμη τα παιδιά αυτήν την ικανοποίηση κάθε φορά που καταφεύγουν σ’ αυτό, λες κι είπαν κάτι έξυπνο, κάτι πρωτότυπο, κάτι συναρπαστικό. Κι εμείς τώρα γελάμε στην ανάμνησή του και ξέρουμε ότι τα δικά μας παιδιά δεν ξέχασαν τα τετράδιά στους σπίτι.
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου