Σε μια ειλικρινή κι αποκαλυπτική συνέντευξη στην εκπομπή “Καλύτερα Δε Γίνεται”, η γνωστή ηθοποιός Δάφνη Λαμπρογιάννη μίλησε για την κακοποίηση που είχε βιώσει στον κόσμο του θεάτρου και τον σημαντικό ρόλο του κινήματος #MeToo στην Ελλάδα.
Ξεκίνησε μιλώντας για τον τρόπο που η ζωή της συνδέεται με τον χώρο του θεάτρου, αλλά και για όλα εκείνα τα στοιχεία που αυτό την επηρέασε. Ανέφερε πως «μεγαλώσαμε μαζί με ανθρώπους που μας άδειασαν πολύ άσχημα» αναφερόμενη στις ιστορίες κακοποίησης που ακούστηκαν μέσα από το κίνημα #MeToo. Επισήμανε, μάλιστα, πως υπάρχουν πολλές ιστορίες ακόμη που δεν έχουν βγει προς τα έξω και δεν πρόκειται να βγουν ποτέ, κάνοντας αναφορά στο Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών, όπου υπάρχουν ανεξερεύνητες καταγγελίες.
Προχωρώντας σε ακόμη πιο προσωπικές αποκαλύψεις, είπε ότι έχει κακοποιηθεί πολλές φορές και πολύ σοβαρά, όμως, επειδή κατάφερνε να προχωρήσει παρακάτω, δεν το θεωρούσε κακοποίηση. Έκανε επίσης αναφορά στο πόσο δύσκολο είναι να αντιστέκεσαι σε αυτές τις καταστάσεις και πόσο κοστίζει ψυχολογικά. Κι αυτό γιατί, σε μια βαθύτερη ανάλυση, δεν το αντιλαμβάνεσαι εκείνη τη στιγμή που συμβαίνει, καθώς κάθε κομμάτι σου εστιάζει στο πώς θα συνεχίσεις, πώς θα κρατήσεις το τραύμα όσο το δυνατόν μικρότερο. Να μη σε χαρακτηρίσουν αδύναμη, μικρή, λίγη.
Μιλώντας για το κίνημα #MeToo στην Ελλάδα, αποκάλυψε πως αρκετοί ήταν εκείνοι που αντιμετώπισαν τις καταγγελίες με σκεπτικισμό στο περιβάλλον της, θεωρώντας πως είναι οξύμωρο να το «θυμηθούν τώρα». «Πρώτα έκανες καριέρα και μετά μετά από 20 χρόνια θυμήθηκες ότι είχες περάσει άσχημα», ήταν ορισμένα από τα λόγια που της απευθύνθηκαν για την αξία του κινήματος και τις καταγγέλλουσες. Μάλιστα, ήταν κι η ίδια ανάμεσα σε εκείνους που αντέδρασαν με μια επιφύλαξη, μέχρι που άρχισαν να αποκαλύπτονται πτυχές από δικά της τραύματα. Συγκεκριμένα ανέφερε: «Δεν πέρναγε δηλαδή από το μυαλό μου ότι μπορεί να το έχω βιώσει κι εγώ. Μετά άρχισα να βλέπω στοιχεία και να αναλογίζομαι τη δική μου ζωή. Όπου εγώ είμαι ένας άνθρωπος που μίλαγε τότε και μιλάει πάντα κι αντιστέκεται και προσπαθεί να πιάσει το χέρι του διπλανού που μπορεί να είναι πιο αδύναμος από χαρακτήρα».
«Όταν λοιπόν άρχισα να καταλαβαίνω τι έχει συμβεί, άρχισα να συνειδητοποιώ τι έχει συμβεί και σε μένα, που θεωρούσα ότι εγώ δεν έχω πάθει τίποτα. Έχω κακοποιηθεί πάρα πολλές φορές και πολύ σοβαρά. Απλώς, επειδή κατάφερνα να πηγαίνω παρακάτω, δεν το θεωρούσα κακοποίηση. Έτσι μαθαίνουμε ότι εσύ πρέπει να τα βγάλεις πέρα, όχι ο άλλος που σου επιτίθεται, να μην σου επιτίθεται. Επίσης, κατάλαβα το πόσο κοστίζει να αντιστέκεσαι και το έχω πληρώσει με την υγεία μου. Δεν ξέρω πόσες φορές έχω μπει στο νοσοκομείο, δεν ξέρω πόσες εγχειρήσεις έχω κάνει.»
Αναρωτιέμαι, άραγε, πόσες γυναίκες μοιράζονται το ίδιο τραύμα, χωρίς να τους δίνεται κανένα βήμα να μιλήσουν. Αναρωτιέμαι πόσες και πόσες είναι εκείνες που καλούνται να συνειδητοποιήσουν τι τους συνέβη, να το αποδεχτούν, να το μοιραστούν κι έπειτα να το θεραπεύσουν, πολλές φορές έχοντας τον κόσμο όλο απέναντί τους. Κι έπειτα, βλέπω συνεντεύξεις σαν κι αυτή και σκέφτομαι ότι τουλάχιστον πια, έχουμε η μια την άλλη. Κι αυτό είναι κάτι, κάτι σπουδαίο.