Η Αγιά Σοφιά, από τη στιγμή της κατασκευής της τον 6ο αιώνα, από τον τότε Βυζαντινό αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α’, αποτελεί μια από τις πιο εμβληματικές δομές του κόσμου. Το ιστορικό αυτό μνημείο, που βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, ξεκίνησε αρχικά ως καθολικός ναός της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας και παράμεινε έτσι μέχρι την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς το 1453, όπου μετατράπηκε σε τζαμί. Στη διάρκεια της περιόδου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τροποποιήθηκε σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, αφού αφαιρέθηκαν οι χριστιανικές εικόνες και προστέθηκαν μιναρέδες (οι ψηλοί πύργοι που πλαισιώνουν τα τζαμιά).

Όταν βρέθηκε στη πολιτική σκηνή ο Κεμάλ Ατατούρκ, αφού ίδρυσε τη Τουρκική Δημοκρατία το 1923, θέλησε να φέρει στο προσκήνιο πληθώρα μεταρρυθμίσεων, οι οποίες περιλάμβαναν και την Αγιά Σοφιά. Συγκεκριμένα, προβλεπόταν η μετατροπή της από τζαμί σε μουσείο το 1935 κι αυτό γιατί ήθελε να δημιουργήσει μια πιο σύγχρονη Τουρκία, με διαχωριστική πολιτική που σέβεται τη θρησκευτική ταυτότητα κάθε λαού. Έπειτα, πέρασε στον έλεγχο του υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού κι έτσι εγγράφτηκε στο κατάλογο τη UNESCO συγκαταλέγοντας τη στα μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.

Πλησιάζοντας στο 2020, τα δεδομένα άλλαξαν για ακόμα μία φορά, όταν ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υπέγραψε το διάταγμα, σύμφωνα με το οποίο η Αγιά Σοφιά θα μετατρεπόταν ξανά σε τζαμί, με τη διαφορά όμως πως θα ήταν προσβάσιμο τόσο σε μουσουλμάνους αλλά και σε αλλόθρησκους. Η απόφασή του προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, τόσο στη Τουρκία, όσο και παγκοσμίως. Ορισμένοι υποδέχθηκαν αυτή τη νέα απόφαση με χαρά, θεωρώντας την ως ένδειξη εθνικής και θρησκευτικής κυριαρχίας, ενώ άλλοι την κατέκριναν, θεωρώντας την ως πολιτιστική απώλεια και επίθεση στην ιστορική κληρονομιά.

Παρά τις επίσημες ανακοινώσεις και αποφάσεις που επέτρεψαν τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, υπάρχουν Τούρκοι πολίτες που εκφράζουν δημόσια τη διαφωνία τους μέσα από διάφορες διαδικτυακές πλατφόρμες και φόρουμς. Αρκετοί από αυτούς, τονίζουν τη σημασία της Αγιάς Σοφιάς ως κληρονόμημα παγκόσμιου πολιτιστικούς βεληνεκούς, ενώ παράλληλα θεωρούν πως μια τέτοια κίνηση, επηρεάζει αρνητικά την εικόνα της Τουρκίας στη διεθνή σκηνή, ενώ παράλληλα την θέτει στο στόχαστρο σχολιασμών.

 

screen-3

 

Υποστηρίζουν πως δεν επιθυμούν τη χρήση της Αγιάς Σοφιάς ως τζαμί και την προτιμούν ως μουσείο, δηλώνοντας πως θέλουν το μνημείο να είναι προσβάσιμο σε όλους, χωρίς να αντικατοπτρίζει συγκεκριμένη θρησκευτική πεποίθηση. Μάλιστα αρκετοί είναι κι εκείνοι που το θεωρούν καθαρή οικονομική σπατάλη κι αυτό γιατί υπάρχει πληθώρα από Τζαμιά στη Τουρκία, οπότε ένα ακόμα θα θεωρούταν τουλάχιστον πλεονασμός.

 

screen-2

 

Παράλληλα, αρκετοί δεν τη νιώθουν πραγματικά ως τζαμί, δεδομένου ότι γνωρίζουν ολόκληρη την ιστορία της. Το γεγονός ότι χτίστηκε για να ικανοποιήσει την χριστιανική πίστη και όλη τη χριστιανική κοινότητα, δεν τους κάνει να αισθάνονται άνετα να παρευρεθούν και να προσευχηθούν εκεί με το δικό τους τρόπο, για τη δική τους πίστη. Γι’ αυτό και κάνουν λόγο για κατάχρηση πολιτικής εξουσίας, δεδομένου ότι παρά τα πολλά τζαμιά που υπάρχουν διασκορπισμένα στη Τουρκία, γίνεται τόσο ντόρος για μία συγκεκριμένη εκκλησία που είναι κομμάτι μιας άλλης θρησκείας και ιστορίας.

 

screen-2

 

Το κακό μεταξύ άλλων, είναι πως οι πολιτικοί εκπρόσωποι της κάθε χώρας θα πρέπει να εκφράζουν και τα «θέλω» του λαού που εκπροσωπούν. Στο θέμα της Τουρκίας όμως, βλέπουμε να συμβαίνει το αντίθετο μιας και έχουμε την πλειοψηφία των Τούρκων να θέλουν να επαναφέρουν το όραμα μιας σύγχρονης Τουρκίας, βασισμένη στις πολιτικές κινήσεις που χάραξε ο Κεμάλ, ενώ η τωρινή κυβέρνηση, τους πάει 600 χρόνια πίσω. Αποτέλεσμα; Δεν αφήνονται περιθώρια στο να ξεπεραστεί η αιώνια κόντρα που κυριαρχεί ανάμεσα στους δύο λαούς. Οι απόψεις των πολιτών επικαλύπτονται για χάρη της κυβέρνησης, η οποία θέλει να προκαλέσει τα βλέμματα κι αντιδράσεις και για μια ακόμα φορά, οι πολίτες είναι έρμαια των πολιτικών αποφάσεων. Μέχρι πότε όμως;

Συντάκτης: Νίκη Χατζηευστρατίου