Ένα σήμα κατατεθέν ενός ξέφρενου πάρτι ή μιας μέρας μεγάλης χαράς είναι το άνοιγμα της σαμπάνιας. Το ανθρακούχο αλκοολούχο ποτό της πολυτέλειας με το χρυσό χρώμα, δίνει το έναυσμα για γάμους, αποφοιτήσεις, νέες δουλειές και καινούρια σπίτια. Ωστόσο, η εταιρεία εκμετάλλευσης ειδών πολυτελείας LVMH, διάσημη για μάρκες όπως η Louis Vuitton, η Hennessy και η Moët, λέει ότι οι άνθρωποι δεν έχουν πολλά, πια, να γιορτάσουν κι έτσι οι πωλήσεις σαμπάνιας του ομίλου έχουν πέσει κατά πολύ. Με έσοδα 1,52 δισεκατομμυρίων δολαρίων το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, μιλάμε για μια μείωση 12% από τα έσοδα του τμήματος πέρυσι, σύμφωνα με την έκθεση αποτελεσμάτων της εταιρείας που δημοσιεύθηκε την προηγούμενη Τρίτη.

Ο Jean-Jacques Guiony, οικονομικός διευθυντής της LVMH, αποδίδει την πτώση σε ένα «σοβαρό ζήτημα ζήτησης στη σαμπάνια», ένα ποτό που συνήθως συνδέεται με τη γιορτή, την ευτυχία κ.λπ.. Οι μάρκες σαμπάνιας της LVMH περιλαμβάνουν τις Veuve Clicquot, Dom Pérignon, Mercier, Krug και Moët & Chandon, που σημαίνει αρκετά χρήματα, για μια σπέσιαλ στιγμή, ή μάλλον πολύ σπέσιαλ στιγμή, που ίσως δε θέλει να έρθει.

«Ίσως η τρέχουσα παγκόσμια κατάσταση, είτε πρόκειται για γεωπολιτική είτε για μακροοικονομική, να μην οδηγεί τους ανθρώπους να ευθυμήσουν και να ανοίξουν μπουκάλια σαμπάνιας», δήλωσε ο Guiony κατά την κλήση της εταιρείας για τα κέρδη αυτή την εβδομάδα. «Δεν ξέρω πραγματικά. Το θέμα είναι ότι οι όγκοι μας έχουν μειωθεί σε διψήφιο ποσοστό». Ο Guiony σημείωσε ότι ολόκληρος ο κλάδος βρίσκεται υπό σοβαρή πίεση, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, καθώς οι καταναλωτές παλεύουν με το αυξανόμενο κόστος των καταναλωτικών αγαθών. Κι αυτό είναι μια πραγματικότητα που δεν αφορά μόνο στη χαρά που -δε- νιώθουμε, αλλά και στο ίδιο το κόστος, καθώς 100 ευρώ είναι παραπάνω από πολύτιμα για να δοθούν στην αγορά μιας σαμπάνιας.

Πηγαίνοντας πίσω στην αρχική υπόθεση, είναι οι άνθρωποι πραγματικά πολύ θλιμμένοι για να πίνουν σαμπάνια; Λαμβάνοντας υπόψη το χάος που επικρατεί αυτή τη στιγμή στον πλανήτη, την αβεβαιότητα, το Μεσανατολικό, το προσφυγικό, την άνοδο της ακροδεξιάς, την ενεργειακή κρίση, δεν είναι εντελώς παρατραβηγμένο να συνδέσουμε το καταναλωτικό συναίσθημα με την πτώση των πωλήσεων -ιδιαίτερα των ποτών που συνδέονται με γιορτές. «Η εποχικότητα και τα βασικά γεγονότα παίζουν σίγουρα ρόλο στις επιλογές που κάνουν οι καταναλωτές», λέει στο Fortune ο Sean Goldsmith, συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας λιανικής πώλησης μη αλκοολούχων ποτών The Zero Proof. «Με τις επερχόμενες εκλογές και την πολλή αβεβαιότητα γύρω από αυτές, ο κόσμος μπορεί να περιμένει να ανοίξει τη σαμπάνια του». Κι εδώ που τα λέμε, μάλλον πάει αρκετός καιρός από τότε που κάποιος γνωστός, φίλος μας, ή κι εμείς, θελήσαμε να αγοράσουμε μία.

Η Renée Zavislak, πιστοποιημένη θεραπεύτρια με έδρα την Καλιφόρνια, η οποία εργάζεται με πελάτες σχετικά με την κατανάλωση αλκοόλ, λέει επίσης ότι οι άνθρωποι είναι πολύ λυπημένοι για να αγοράσουν σαμπάνια, αλλά για έναν ελαφρώς διαφορετικό λόγο. Η βασική αιτία της πτώσης, θα μπορούσε να είναι ότι οι άνθρωποι συνειδητοποιούν ότι η κατανάλωση αλκοόλ μόνο χειροτερεύει τα αρνητικά συναισθήματα. «Οι άνθρωποι έχουν επιτέλους συνειδητοποιήσει ότι το αλκοόλ μόνο επιδεινώνει το άγχος και την κατάθλιψη», λέει η Zavislak στο Fortune. «Έτσι, ναι, με μια πολύ διαφορετική έννοια, οι άνθρωποι είναι πολύ λυπημένοι για να αγοράσουν σαμπάνια – αλλά μόνο επειδή έχουν αποδεχτεί ότι η σαμπάνια θα τους κάνει μόνο πιο λυπημένους. Έχω χάσει το μέτρημα του αριθμού των πελατών που είτε σταμάτησαν να πίνουν είτε μείωσαν σημαντικά το ποτό».

Δεν είμαστε αρκετά χαρούμενοι για να πιούμε σαμπάνια, λοιπόν, και μάλλον ξέρουμε πια ότι δεν είναι η σαμπάνια που φέρνει τη χαρά. Από την άλλη, ποιος θέλει να δώσει 50 κι 100 ευρώ όταν το τσιπουράκι του Θεού έχει μόνο 6.90;