Η ιστορία της 19χρονης Κατερίνας Σ. μας θυμίζει πως, δυστυχώς, το σκοτάδι δεν υπάρχει μόνο στις απομακρυσμένες γωνιές της κοινωνίας, αλλά μερικές φορές και πίσω από τις κλειστές πόρτες εκείνων που υποτίθεται ότι εκπροσωπούν την πνευματικότητα και την ηθική. Μια νεαρή φοιτήτρια, βρήκε το θάρρος να σπάσει τη σιωπή της και να αποκαλύψει την απάνθρωπη πράξη του ίδιου της του πατέρα, ενός 57χρονου ιερέα, που την κλείδωσε για τρεις ημέρες σε μια κρύπτη κάτω από το καμπαναριό της εκκλησίας όπου λειτουργεί.
Η βαρβαρότητα της πράξης ξεπερνά κάθε λογική. Ο ιερέας, εξαγριωμένος από την εμφάνιση και τον τρόπο ζωής της κόρης του, την κακοποίησε σωματικά και ψυχολογικά, φυλακίζοντάς τη σαν να ήταν εγκληματίας, επειδή δεν ενέκρινε τις επιλογές της. Είναι σοκαριστικό ότι όλα αυτά συνέβησαν μέσα σε έναν χώρο που υποτίθεται πως είναι καταφύγιο πίστης και αγάπης. Ο χώρος που θα έπρεπε να συμβολίζει την ειρήνη και τη συγχώρεση, έγινε για την Κατερίνα το σκηνικό ενός προσωπικού εφιάλτη.
Από όσα αποκάλυψε η ίδια η Κατερίνα στο Εκκλησία Online, το συμβάν ξεκίνησε με έναν έντονο καβγά, με αφορμή τις ενδυματολογικές της επιλογές και τη ζωή της, που δεν ταίριαζαν στις αυστηρές αρχές του πατέρα της. Όμως, οι διαφωνίες για τις επιλογές ενός παιδιού δεν είναι, δεν ήταν και ποτέ δε θα είναι δικαιολογία για βία. Το γεγονός ότι κάποιος μπορεί να πιστεύει πως οι δικές του αξίες είναι ανώτερες, και γι’ αυτό έχει το δικαίωμα να «διορθώσει» το παιδί του με βασανιστήρια, είναι εξοργιστικό.
«Μια μέρα που είχα βγει, όταν γύρισα, τον είδα να με περιμένει στην πόρτα της πολυκατοικίας μας, η οποία βρίσκεται ακριβώς δίπλα από τον ιερό ναό όπου λειτουργεί. Ήταν εξαγριωμένος, με χαστούκισε και με απείλησε λέγοντας ‘’Στο δικό μου σπίτι δε θα έρχεσαι τέτοια ώρα πο@@@@να’’. Με άρπαξε από τα μαλλιά και με έσυρε σε ένα πολύ μικρό δωμάτιο -τη λέμε κρύπτη γιατί μοιάζει με κρύπτη- κάτω από το ένα καμπαναριό του ναού. Με έσπρωξε μέσα και κλείδωσε την πόρτα παίρνοντάς μου το κινητό. Στο δωμάτιο είχε μόνο ένα σχεδόν σαπισμένο στρώμα, μια τουαλέτα, ενώ από πάνω, στην οροφή, ήταν το καμπαναριό. Εγώ φώναζα, ούρλιαζα και δε με έβγαζε. Μέσα η κρύπτη μύριζε πολύ άσχημα. Δεν είχα τα προσωπικά μου είδη, δεν είχα τίποτα, ούτε μπάνιο δεν μπορούσα να κάνω.
Τρεις μέρες με άφησε εκεί. Μου έφερνε μόνο νερό και λίγο φαγητό από το σπίτι, μέχρι λέει να ‘’αλλάξω μυαλά’’. Τελικά, την 3η μέρα γύρισε ο αδερφός μου με έναν φίλο του και μου άνοιξε. Έκτοτε έφυγα από τη Θεσσαλονίκη. Δεν έχω ξαναμιλήσει στον πατέρα μου μετά από εκείνο το περιστατικό. Εύχομαι σε κανέναν να μη συμβεί κάτι τέτοιο.»
Η εικόνα μιας νεαρής κοπέλας να είναι φυλακισμένη σε μια δύσοσμη κρύπτη, με μόνο ένα σαπισμένο στρώμα και μια τουαλέτα, μας φέρνει στο νου ιστορίες από ταινίες τρόμου, αλλά για την Κατερίνα ήταν η πραγματικότητα. Για τρεις μέρες ζούσε αυτή την κόλαση, χωρίς τη δυνατότητα να επικοινωνήσει με κανέναν, χωρίς προσωπικά είδη ή βασικές ανάγκες, υποφέροντας την κακομεταχείριση από τον ίδιο της τον πατέρα. Όσο και αν φώναζε, όσο και αν ούρλιαζε, κανείς δεν ερχόταν να τη σώσει.
Τι ήταν, όμως, εκείνο που πυροδότησε αυτόν τον παραλογισμό; Η 19χρονη δεν ήταν η πρώτη γυναίκα που δέχθηκε την πίεση να προσαρμοστεί στις απόψεις και στα πρότυπα του πατέρα της, ο οποίος θεωρούσε τις επιλογές της «προκλητικές» και «προσβλητικές» για την εικόνα του ως ιερέα. Ο παραλογισμός, όμως, ξεπέρασε κάθε όριο, καθώς ο ίδιος την έσυρε με βία και την κλείδωσε για να «διορθώσει» την κατάσταση.
Η υπόθεση αυτή μας υπενθυμίζει πως η θρησκευτική πίστη δεν μπορεί να είναι άλλοθι για τη βία και την κακοποίηση. Η εξουσία, όταν συνδυάζεται με τον φανατισμό, μπορεί να καταστρέψει ζωές, όπως αυτή της Κατερίνας, που είχε την τύχη να βρει τον δρόμο της διαφυγής και να μιλήσει. Άλλες γυναίκες, όμως, δεν είναι τόσο τυχερές.
Η κοινωνία μας οφείλει να στέκεται στο πλευρό των θυμάτων και να σπάει τη σιωπή, γιατί το να μεγαλώνεις με αγάπη και αποδοχή δεν είναι προνόμιο· είναι δικαίωμα.