Η πρόταση επαναφοράς της σχολικής στολής σε ένα δημοτικό σχολείο της Αττικής έχει ανάψει φωτιές στις συζητήσεις των γονιών και των δασκάλων, ενώ ξύπνησε μνήμες από το παρελθόν. Φαίνεται, πως για κάποιους είναι μια υπέροχη ιδέα που θα εκμηδενίσει τις κοινωνικές ανισότητες στα σχολεία, αλλά κυρίως, θα αποτρέψει τα μικρά κορίτσια από το να «ντύνονται προκλητικά». Για άλλους, θυμίζει χούντα και παλιές εποχές που θα έπρεπε να έχουμε αφήσει πίσω μας.
Την περασμένη εβδομάδα, λοιπόν, στο εν λόγω σχολείο, όλοι οι γονείς του συγκεκριμένου έλαβαν αυτό το χαρτί, όπως δημοσίευσε το In.gr, το οποίο πρέπει να συμπληρώσουν και να υπογράψουν εάν φυσικά συμφωνούν με την απόκτηση σχολικής στολής.
Οι υπέρμαχοι της στολής, με το επιχείρημα πως έτσι όλα τα παιδιά θα είναι «ίσα», μάλλον αγνοούν ένα σημαντικό σημείο: τα παιδιά δεν είναι ρομπότ και την ισότητα δεν τη χαρακτηρίζει η καταναγκαστική ομοιομορφία, αλλά η αποδοχή του διαφορετικού σε κάθε εκδοχή του. Όσες στολές κι αν φορέσεις, δεν μπορείς να σβήσεις τις ανισότητες αν δεν εκπαιδεύσεις τον εγκέφαλό σου να κοιτάει πέρα από τις στολές. Το πρόβλημα της κοινωνικής πίεσης που ασκείται μαζικά και με αποδέκτη το γυναικείο φύλο, δε λύνεται με ένα φουτεράκι με το λογότυπο του σχολείου, σε καμία περίπτωση.
Από την άλλη, υπάρχουν και οι φωνές που φοβούνται την επαναφορά των «μαύρων εποχών» και δικαίως. Η σχολική στολή στην Ελλάδα έχει μια βαριά ιστορία που συνδέεται κυρίως με αυταρχικές περιόδους. Η υποχρεωτική χρήση της καθιερώθηκε επί δικτατορίας Μεταξά και διατηρήθηκε κατά τη διάρκεια της Χούντας. Οι μαθητές έπρεπε να φορούν τη γνωστή μπλε ποδιά, η οποία θεωρούταν σύμβολο πειθαρχίας και ομοιομορφίας. Το 1982, η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου κατάργησε την υποχρεωτική σχολική ποδιά, μια κίνηση που θεωρήθηκε ως απελευθέρωση και απόρριψη των αυταρχικών κατάλοιπων του παρελθόντος. Ήταν ένα βήμα προς τη δημοκρατία, την προσωπική έκφραση και την ελευθερία του ατόμου. Ακόμα κι αν δεν πρόκειται για υποχρεωτική στολή, ούτε για καταπίεση ελευθερίας, το ζήτημα της υποχρεωτικότητας, φέρνει τόσο έντονα συναισθήματα και δείχνει πόσο βαθιά ριζωμένος είναι ο φόβος για τον έλεγχο και την ομοιομορφία.
Πολλοί γονείς ανησυχούν για το ακατάλληλο ντύσιμο των μαθητριών της έκτης δημοτικού, συγκεκριμένα, κι αυτό έχει μια πολύ ιδιαίτερη απόχρωση, αφού μοιάζει περισσότερο με αντίδραση στον κοινωνικό αντίκτυπο της υπερσεξουαλικοποίησης, παρά μια σοβαρή προσπάθεια για εκπαίδευση. Είναι ταυτόχρονα και μια λάθος κατεύθυνση, αφού με αυτόν τον τρόπο, είναι σαν να κρίνεις την ποιότητα ενός 13χρονου κοριτσιού από το μήκος της φούστας του, και σεξουαλικοποιείς εσύ ο ίδιος ένα έφηβο κορίτσι. Μήπως θα ήταν καλύτερο να αρχίσουμε να μιλάμε ανοιχτά για το πώς αντιλαμβανόμαστε το σώμα και τη μόδα, κοιτώντας λίγο πιο βαθιά μέσα στα δικά μας σκοτεινά σημεια, αντί να επιβάλλουμε φόρμες;
Το θέμα είναι ξεκάθαρο: Η στολή δεν είναι λύση για τα προβλήματα του σχολείου. Είναι ένα μέτρο που προσπαθεί να βάλει μια εύκολη τάξη, ενώ τα πραγματικά προβλήματα – οι ανισότητες, η κοινωνική πίεση, το μπούλινγκ – χρειάζονται πολύ πιο βαθιά και ουσιαστική αντιμετώπιση. Ας είμαστε ειλικρινείς: Αντί να συζητάμε για φουτεράκια, ας αναρωτηθούμε πώς μπορούμε να φτιάξουμε ένα σχολείο που θα προάγει την κατανόηση, τη διαφορετικότητα και την κριτική σκέψη. Είτε αυτό έχει παιδιά που φοράνε μίνι φουστάκια, είτε φοράνε κελεμπίες. Το ζήτημα είναι πάντα στο μυαλό.