Μας αρέσει να μιλάμε. Πιο πολύ όμως μας αρέσει να μιλάμε και να μας ακούνε. Θέλουμε να κρέμονται οι άλλοι απ’ τα χείλη μας, να περιμένουν με αγωνία τη δική μας άποψη και να λάμπουν τα μάτια τους από θαυμασμό μπροστά σε όσα έχουμε να πούμε. Θέλουμε τα λόγια μας να προκαλούν ενθουσιασμό, ανατριχίλα, έρωτα. Δεν υπάρχει πιο εκνευριστικό πράγμα απ’ το να μιλάς και να βλέπεις τη βαρεμάρα να ζωγραφίζεται στο πρόσωπο του διπλανού σου. Νιώθεις λες κι είσαι ο καθηγητής στο πιο ξενέρωτο μάθημα στον κόσμο που δεν ενδιαφέρει πια κανέναν, μαζί και τον καθηγητή.
Έχεις δοκιμάσει να κάνεις λίγη ησυχία για ν’ ακούσεις τον κόσμο γύρω σου; Έχεις σταματήσει ποτέ τη φλυαρία μπας και μάθεις τι σκέφτεται ο συνομιλητής σου; Ρώτησες καμιά φορά αν άκουσε μισή λέξη απ’ τη λογοδιάρροιά σου; Λαχανιάζεις από το τρέξιμο να προλάβεις τα λόγια των άλλων που προσπαθούν να κατασπαράξουν τα δικά σου; Νιώθεις μήπως πως βρίσκεσαι συνέχεια στο βήμα κι η δουλειά σου είναι να μιλάς και των άλλων να σε ακούνε; Σου είπε κανείς πως όσο περισσότερο μιλάς τόσο περισσότερο ακούγεσαι;
Ο χρυσός κανόνας των έξυπνων ανθρώπων λοιπόν είναι να κάνουν ησυχία, να ακούνε πολύ και να μιλάνε λίγο. Κι αυτό το εφαρμόζουν πιστά για πολλούς και διάφορους λόγους που προφανώς δε μας τους λένε, αλλά προσπαθούν να μας κάνουν να τους σκεφτούμε εμείς. Έτσι, όσοι έχουν μαντέψει σωστά θα μιλήσουν. Όσοι δε γνωρίζουν όμως, θα ακούσουν. Αυτό είναι το νόημα τελικά. Να μιλάμε όταν έχουμε κάτι να πούμε κι όχι να πετάμε στο τραπέζι ό,τι μας κατεβαίνει στο μυαλό. Δεν είναι τυχαίο πως ο θόρυβος προκαλεί πονοκέφαλο, ενώ η σιωπή είναι χαρακτηριστικό της ηρεμίας. Κι αν υπάρχει κάπου κόλαση είναι σίγουρο πως είναι γεμάτη με χαζούς πολυλογάδες.
Φανταστείτε πως το κεφάλι μας είναι σαν ένα πλυντήριο. Βάζουμε τις σκέψεις μέσα. Ρίχνουμε το απορρυπαντικό ή αλλιώς τη γνώμη των άλλων, την αλήθεια που ψάξαμε και βρήκαμε σε βιβλία, στο διαδίκτυο, στο πλυντήριο του γείτονα. Επιλέγουμε ποιο πρόγραμμα θέλουμε να τρέξει. Το πλυντήριο κάνει τα μαγικά του κι η δική μας δουλειά είναι να ακούμε. Ακούτε κανέναν να μιλάει; Όχι, βέβαια. Μπορεί να μη μας αρέσει ο ήχος. Μπορεί να πέφτουν πράγματα απ’ την υπερβολική χρήση του μηχανήματος αλλά το αποτέλεσμα είναι εγγυημένο. Τα ρούχα θα βγουν καθαρά σαν καινούρια. Κι όπου ρούχα, βάλτε λόγια που αξίζουν να ειπωθούν και όχι η κάθε χαζομάρα παύλα ηχορρύπανση που δεν καθαρίζει ούτε με τρία περάσματα λευκαντικού.
Την πρώτη φορά που θα δοκιμάσουμε να σταματήσουμε να μιλάμε μπορεί να μας εκνευρίσει ο θόρυβος που κάνουν οι άλλοι με τα δικά τους λόγια. Μπορεί να θεωρήσουμε πως αυτοί φαίνονται πιο έξυπνοι κι εμείς χανόμαστε στα σκοτεινά σοκάκια της ησυχίας. Ίσως δοκιμάσουμε να μιλήσουμε πιο δυνατά αυτή τη φορά για να καλύψουμε τις φωνές των άλλων. Όλοι θα γυρίσουν να μας κοιτάξουν κι εμείς θα νιώσουμε σαν να έπεσαν πάνω μας τα φώτα και κάποιος μας καλεί και πάλι πάνω στη σκηνή.
Αν κοιτάξουμε λίγο πιο προσεκτικά όμως, θα παρατηρήσουμε πως οι θεατές δεν ακούνε εμάς αλλά τρώνε ποπ κορν κι έχουν πιάσει ψιλή κουβέντα με τους διπλανούς τους. Κι εμείς τα ψώνια μονολογούμε πάνω στη σκηνή. Δεν μπορούμε καν να ακούσουμε τις συζητήσεις που γίνονται κάτω. Αυτό θέλαμε; Μήπως θέλαμε να είμαστε κομμάτι της συζήτησης; Θέλαμε να μιλάνε για εμάς ή να μιλάνε με εμάς; Αν μπορούσαμε να ακούσουμε λίγο περισσότερο, αν γινόταν να πλησιάσουμε το κοινό; Μπορούμε να φτάσουμε μέχρι την άκρη της σκηνής αλλά αν το παρακάνουμε ίσως σκάσουμε κάτω σαν χωνάκι παγωτό. Θα μας ακούσουν μήπως τότε; Μήπως ήρθε η ώρα να κλείσουμε το στόμα και ν’ ανοίξουμε τ’ αυτιά;
Ας κάνουμε λοιπόν ένα πείραμα. Ας μπούμε στο αθόρυβο. Ας βάλουμε στο πλυντήριό μας όσα περισσότερα λόγια μπορούμε κι ας πατήσουμε το κουμπί για το πρόγραμμα που διαρκεί περισσότερο. Ας ακούσουμε με προσοχή τι έχει να μας πει ο κόσμος, ας διαλέξουμε τι μας κάνει και τι όχι, ας φιλτράρουμε κι ας κρατήσουμε τις καθαρές κουβέντες. Γιατί η ησυχία μπορεί να μας μάθει πολύ περισσότερα απ’ τα λόγια που εκσφενδονίζουμε σαν πολυβόλα λες κι οι σφαίρες μπορούν να μας χαρίσουν τον τίτλο του πιο έξυπνου. Ας μην ξεχνάμε τελικά πως όσο πιο πολλά κι άστοχα λόγια πετάμε τόσο λιγότερες πιθανότητες έχουμε να κερδίσουμε κάτι καινούριο. Κι είναι βέβαιο πως όσο πιο πολύ μιλάμε τόσο λιγότερο ακουγόμαστε.