Κοπάνα: ουσιαστικό θηλυκό που περιέχει τις καλύτερες στιγμές που ζήσαμε αφού καταφέραμε να αποφύγουμε είτε με δόλο, είτε με ψέμα, είτε λόγω καθαρής τύχης κάτι βαρετό κατά τη δεδομένη στιγμή. Συσχετιζόμενες λέξεις: ανακούφιση, αίσθηση κινδύνου, ενθουσιασμός και πονηρό γέλιο παρόμοιο με αυτό κακού ήρωα σε βιβλίο κόμικς ή ταινία κινουμένων σχεδίων. Ενδεδειγμένη χρήση: όποτε νιώσουμε πως η γη γυρνάει υπερβολικά γρήγορα κι εμάς μας έχει πιάσει ναυτία. Παρουσιάζεται συχνά: κατά τα σχολικά χρόνια, κυρίως στο λύκειο αλλά και κατά την επαγγελματική ζωή ενός ενήλικα. Φράση-κλειδί: Αρρώστησα.
Δεν υπάρχει άνθρωπος που δεν έχει κάνει κοπάνα στη ζωή του. Αν μπορούσαμε να υπολογίσουμε έναν μέσο όρο κοπάνας ανά άτομο θα βάζαμε μέσα εκτός από τις σχολικές κοπάνες και τις κοπάνες από βέβαια ξενέρωτα ραντεβού κάθετος βαρετές συναντήσεις κάθετος ηλίθιες υποχρεώσεις που θέλαμε να αποφύγουμε και το κάναμε τελικά με μαεστρία που θα ζήλευε και παιδάκι δημοτικού που το παίζει άρρωστο γιατί δε διάβασε. Φυσικά συμπεριλαμβάνουμε κι όλες εκείνες τις φορές που το παίξαμε αδιάθετοι και δεν πήγαμε στη δουλειά είτε γιατί ο ήλιος ήταν πολύ γλυκούλης και δεν μπορούσαμε να του αντισταθούμε, είτε γιατί η βροχή μας μελαγχόλησε και θέλαμε να μείνουμε σπίτι αγκαλιά με την πικέ μας κουβερτούλα να βλέπουμε βλακείες στην τηλεόραση μέχρι να περάσει αυτή η μέρα.
Οι καλύτερες κοπάνες όμως, δεν είναι αυτές που σπαταλήθηκαν στο σπίτι κι έσερναν τους δείκτες του ρολογιού αργά και βασανιστικά μέχρι να βραδιάσει. Οι καλύτερες κοπάνες μετατράπηκαν σε περιπέτειες που θα θυμόμαστε σε κάθε ανιαρή μέρα στη δουλειά που δεν περνάει με τίποτα λες και είναι ερωτική απογοήτευση στα δεκαπέντε. Οι καλύτερες κοπάνες έκαναν κάτι τέτοιες βαρετά συνηθισμένες μέρες ευκαιρίες για εξερεύνηση κι αναπόληση. Τέσσερα είναι λοιπόν τα απαραίτητα βήματα της τέλειας, περιπετειώδους κοπάνας.
Βήμα πρώτο. Παίρνουμε το χρόνο μας για να αντιληφθούμε πως αυτό που ζούμε είναι μια καλή, παραδοσιακή κοπάνα. Μένουμε στο κρεβάτι λίγο παραπάνω αφού πρώτα φροντίσουμε για το άλλοθι -βλέπε τηλεφώνημα με ψεύτικο βηχαλάκι προς τον άμεσα ενδιαφερόμενο- που θα μας δώσει το ελεύθερο να απολαύσουμε ανενόχλητοι τον καφέ μας στο μπαλκόνι. Διαβάζουμε μια εφημερίδα, ένα παλιό αγαπημένο βιβλίο, ακούμε ένα τραγούδι που μας θυμίζει μια άλλη εποχή.
Βήμα δεύτερο. Φοράμε τα πιο περίεργα ρούχα, εκείνα που δεν ξέρουμε γιατί τα αγοράσαμε και πάντα ντρεπόμασταν να τα βάλουμε στον έξω κόσμο. Στην κοπάνα όμως, όλα επιτρέπονται. Και οι πιθανότητες να δούμε κάποιον γνωστό είναι μηδαμινές αφού όλοι θα δουλεύουν εκείνη την ώρα. Κι αν δεν το κάνουν και τους συναντήσουμε, μπορούμε να τους θεωρήσουμε συνεργούς στο έγκλημα και να μείνει όλο αυτό μεταξύ μας. Ξεχνάμε το κινητό στο σπίτι, παίρνουμε ταυτότητα γιατί ποτέ δεν ξέρεις, φωτογραφική μηχανή και τα μεγάλα μας ακουστικά.
Βήμα τρίτο. Πάμε στο αγαπημένο μας μέρος στον κόσμο. Κι αν δεν ξέρουμε ήδη ποιο είναι αυτό, οφείλουμε να βρούμε ένα για χάρη της κοπάνας. Αν έχουμε θάλασσα κοντά στο σπίτι μας ή και μακριά -δε μας νοιάζει αυτό σε αυτήν τη φάση γιατί έχουμε κλέψει αρκετό χρόνο- φυσικά και θα πάμε εκεί. Αν θέλουμε να δούμε κόσμο, κατεβαίνουμε στο κέντρο. Χαζεύουμε βιτρίνες, χαμογελάμε στους περαστικούς, παίρνουμε έναν καφέ στο χέρι. Όλα αυτά με παρέα, ή και χωρίς. Καλύτερα όμως, χωρίς. Η σωστή κοπάνα, πρέπει να μένει μυστική. Κι όπως όλα τα μυστικά, αν τα γνωρίζουν δύο, τα ξέρει όλος ο κόσμος. Οπότε, κι η κοπάνα είναι ιδιωτική υπόθεση.
Βήμα τέταρτο. Εξερευνούμε. Ψάχνουμε για το μικρό θαύμα που πρόκειται να συμβεί στην επόμενη γωνία. Φωτογραφίζουμε ό,τι μας κάνει εντύπωση, παρατηρούμε τους ανθρώπους όταν δε μας βλέπουν. Παίρνουμε ένα λεωφορείο κι οδηγούμαστε σε νέα μέρη, άγνωστα στενά και κρυφές γειτονιές που κανείς δεν ξέρει πέρα από τους κατοίκους τους. Χανόμαστε, μιλάμε σε έναν άγνωστο, ζητάμε οδηγίες. Χρειαζόμαστε και λίγη μουσική, από μουσικούς του δρόμου κατά προτίμηση ή και τα τεράστια ακουστικά μας. Κι όταν σκοτεινιάσει πια, μπορούμε να πάρουμε το δρόμο της επιστροφής για το σπίτι αν νιώθουμε πως μαζέψαμε αρκετές ιστορίες να αφηγούμαστε για μια μέρα.
Το καλό με τις κοπάνες των ενηλίκων είναι πως μπορούν να κρατήσουν παραπάνω από μια σχολική ώρα και δε χρειάζεται και να σου δικαιολογήσει κανείς την απουσία μετά. Μπορείς να αναλάβεις μόνος σου την ευθύνη και να πατήσεις ένα pause όταν νιώσεις πως το χρειάζεσαι. Και πρέπει να το κάνεις. Και να μετατρέπεις τις κοπάνες σου σε ευκαιρίες για αναζήτηση, συλλογισμό, απόδραση και δημιουργία. Μην αφήνεις καμιά τέτοια ευκαιρία χαμένη. Γιατί οι καλύτερες περιπέτειες ξεκίνησαν από μια κοπάνα για την οποία δεν έμαθε ποτέ κανείς.