Όλοι ξέρουν τα πάντα για όλους. Κι όμως όλοι κρύβουμε πράγματα. Ή τουλάχιστον προσπαθούμε να το κάνουμε. Δε χρειάζεται να είναι απαραίτητα κάτι εξευτελιστικό, κάτι κατακριτέο ή ακόμα και παράνομο. Απλώς είναι κάτι δικό μας. Κι είναι δικαίωμά μας να διατηρούμε προσωπικά τα προσωπικά μας και να μη μοιραζόμαστε τα πάντα με όλους. Κρατώντας κάτι κρυφό νιώθουμε κάπως πιο επικίνδυνοι, πιο απρόβλεπτοι κι ενδιαφέροντες. Ειδικά αν δεν είμαστε τίποτα απ’ όλα αυτά. Κάτι που είναι πολύ πιθανό για τους περισσότερους ανθρώπους.
Είναι απόλυτα φυσικό λοιπόν να έχουμε κάποια πράγματα μόνο για τον εαυτό μας. Άντε και μερικά για το «πρόσωπο», ίσως και κάνα δυο φίλους. Δε γίνεται να βγαίνουμε στα μπαλκόνια και να φωνάζουμε κάθε μας σκέψη ούτε να γράφουμε ολόκληρα κατεβατά στο φουμπού ξεδιπλώνοντας τα εσώψυχά μας status μετά το status. Δεν μπορούμε να ανοίγουμε όλα μας τα χαρτιά και να ελπίζουμε πως θα κερδίσουμε την παρτίδα. Είναι αστείο να εκμυστηρευόμαστε το για ποιον πονάει η καρδούλα μας στον πρώτο άγνωστο που θα μας ρωτήσει τι κάνουμε. Γελάει ο κόσμος κι έχει και δίκιο.
Πώς γίνεται όμως κάθε μα κάθε φορά που βάζουμε όλη μας την τέχνη να κρύψουμε κάτι το σύμπαν να χαμογελάει διαβολικά και να μας δίνει ξεδιάντροπα σε όποιον μιλάει ελληνικά κι όχι μόνο; Είναι λες και κάποιος μας μούντζωσε όταν γεννηθήκαμε και είπε «Εσύ φιλαράκι δε θα κρατήσεις ποτέ κάτι κρυφό που να χτυπιέσαι σαν μιλκσέικ φράουλα ντάλα καλοκαίρι». Μπορεί να ήταν και κανένας εξοργισμένος πρώην αυτός που μας καταράστηκε. Ίσως κυκλοφορούμε και σε έκδοση κούκλας και κάποιος μας τσιμπάει με τις καρφίτσες του τα βράδια. Μετρήστε τα βρακιά σας μπας και δεχόμαστε επίθεση βουντού μαζικά. Κι αν λείπει κάποιο, έχετε την εξήγησή σας.
Ερωτευτήκατε ποτέ κάποιον ή κάποια από κοινή παρέα και παλεύατε να μην τον κοιτάτε συνέχεια για να μη σας καταλάβουν; Θέλατε όσο τίποτα να πάτε και να κάτσετε δίπλα του, να μιλάτε μόνο σε αυτόν; Δεν ακούγατε καμιά άλλη συζήτηση και βλέπατε μόνο πως του αρέσει να μασάει το καλαμάκι λες κι ήσασταν οι δυο σας κι όλοι όσοι ήταν τριγύρω ήταν τυφλοί. Στη φαντασία σας κανείς δεν έβλεπε πως λιώνατε στα πατώματα ενώ το πρόσωπο κοιτούσε κάποιον άλλον της παρέας που επίσης δεν ήξερε τίποτα ενώ όλοι οι υπόλοιποι γνώριζαν τα πάντα για το περίεργο ερωτικό σας τρίγωνο.
Κι αυτό δεν είναι τίποτα. Έχετε απολυθεί ποτέ απ’ τη δουλειά κι έγινε η απόλυση viral σε όλο το συγγενολόι ενώ εσείς δεν το είπατε πουθενά; Σας έχουν απατήσει και το κρατήσατε κρυφό για να αποφύγετε τις πολλές εξηγήσεις στον περίγυρο αλλά τελικά το νέο κυκλοφόρησε πριν προλάβετε να ρίξετε τα τελευταία μπινελίκια στο πρώην άλλο σας μισό; Σας έπιασαν ποτέ να λέτε ψέματα ενώ ήσασταν σίγουρος πως κανείς δεν είχε καταλάβει τίποτα; Μήπως περπατούσατε κι ακούγατε ψιθύρους οι οποίοι ποτέ δεν έβγαζαν νόημα αλλά μετά από καιρό πήρατε χαμπάρι πως όλοι ήξεραν την αλήθεια κι άδικα κρυβόσασταν; Μιλάμε για την κλασική περίπτωση «Ο κόσμος το ‘χει τούμπανο κι εσύ κρυφό καμάρι». Ή αλλιώς ξεφτιλιζόμαστε χωρίς να το ξέρουμε και δε μας ξεπλένει ούτε πεντάκιλο αντισηπτικό.
Κι ο κόσμος μπορεί να είναι τεράστιος όταν θέλεις να βρεις κάτι αλλά γίνεται μικροσκοπικός όταν προσπαθείς να του κρυφτείς. Κι εσύ θα είσαι πάντα ένας κι οι άλλοι πολλοί. Με απλά μαθηματικά λοιπόν, είναι πρακτικά αδύνατο να κρατήσεις μυστικό όταν σε κοιτάνε χιλιάδες μάτια διαρκώς και σε σκανάρουν λες κι είσαι θώρακας στο ακτινολογικό. Ειδικά όταν μιλάμε για πράγματα που φωνάζουν όταν όλα τα κουτσομπόλικα αυτιά ακούνε. Ο κόσμος βλέπει, ακούει και μιλάει. Μα κυρίως γελάει με την αφέλειά μας να πιστεύουμε πως μπορούμε να κρατήσουμε κάτι προσωπικό. Είμαστε σαν τις στρουθοκαμήλους που βάζουν το κεφάλι στο χώμα και νομίζουν πως δεν τις βλέπει κανείς.
Όλοι θέλουμε να ξέρουμε τα πάντα για όλους. Γιατί δεν υπάρχει τίποτα πιο ενδιαφέρον απ’ όσα δε μας αφορούν. Τα δικά μας προσωπικά τα γνωρίζουμε καλά και τα βαριόμαστε σε κάποιο σημείο. Των άλλων όμως είναι ατελείωτα και πιο διασκεδαστικά. Κι όταν τα κρύβουν κιόλας το παιχνίδι αποκτά περισσότερη πλάκα. Είναι λες και παίζουμε κρυφτό. Ξέρουμε πως κάποιος κρύβεται κι απλώς ψάχνουμε μέχρι να τον βρούμε. Κάποτε θα τον βρούμε. Αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Στην πορεία βέβαια, ξεχνάμε πως πρέπει να κοιτάμε κι εμείς πίσω απ’ την πλάτη μας για να μην πει ο κρυμμένος «Φτου και βγαίνω» και χάσουμε τελικά όλο το παιχνίδι. Και τότε ποιος θα γελάει;