Όλοι κάνουμε λάθη, κανείς δε γεννήθηκε τέλειος κι αυτό… μάντεψε! Είναι τέλειο. Αν ήμασταν άριστοι σε όλα μας θα πλήτταμε, δε θα ρισκάραμε, δε θα διακινδυνεύαμε κι ας χτυπούσαμε έπειτα το κεφάλι στον τοίχο, δε θα ξενυχτούσαμε, δε θα είχαμε συναρπαστικές ιστορίες να λέμε. Το να κάνεις λάθη, θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι κι αναγκαίο- από αυτά μαθαίνουμε. Αρκεί να μην ξαναγίνουν, εκτός κι αν θέλουμε, αφού κάποια από τα λάθη μας, έχουν και μια σχετική γλύκα.
Το θέμα είναι αφού γίνουν, επιλέγοντάς τα ή μη, να ακολουθούμε έναν δρόμο στον οποίο δε θα κουβαλάμε τον δικό μας σταυρό. Κανέναν δε βοήθησε το αυτομαστίγωμα, το λέω πρώτη και καλύτερη, αφού πίνω στην υγειά του. Μπορώ να το αποδείξω κι από τις φίλες μου, τις κρίσεις άγχους. Έχω πολύ δρόμο ακόμη, καθώς ακόμη και σήμερα δε με έχω συγχωρέσει για πράξεις που συνέβησαν πριν από καμιά τετραετία κι ανάθεμα κι αν πάρω ποτέ απόφαση να το κάνω. Έτσι ως δάσκαλος που δίδασκε, δεν μπορώ να κουνήσω δάχτυλο σε κανέναν αφού πρώτη εγώ τον νόμο αυτό τον έρμο δεν μπορώ να τον κρατήσω.
Έτσι, σαν κι εμένα, είναι πολλοί που κρατάνε μέσα τους περιστατικά χρόνων, τα οποία κάθε βράδυ τα σκέφτονται και στριφογυρίζουν στα κρεβάτια τους πνιγμένοι στις ενοχές και το παράπονο, την ώρα που οι ίδιοι που τους αφορούν τα έχουν ήδη ξεχάσει. Μα με τον τρόπο αυτό, όπως λέει κι ένας πολύ δικός μου άνθρωπος, κρατάς σφιχτή αγκαλιά το παρελθόν και μένεις κολλημένος εκεί, με ένα πολύ σημαντικό μειονέκτημα σε σχέση με άλλους ανθρώπους: Η ζωή προχωρά, τα πρόσωπα και οι καταστάσεις αλλάζουν κι εσύ μένεις θεατής.
Μακάρι να υπήρχε ένα μαγικό ραβδάκι που είτε θα μας έκανε να ξεχνάμε είτε θα μας έλυνε το κάθε μας πρόβλημα, τη στιγμή που θα το χρειαζόμασταν. Επειδή, όμως, η νεραϊδονονά έκανε τη τιμή μόνο στην Σταχτοπούτα να εμφανιστεί, ο μόνος σου σύμμαχος είναι ο ίδιος σου εαυτός. Αν ρωτήσεις για το αν υπάρχουν λύσεις, η απάντηση είναι «ναι», αρκεί να δεχτείς τα γεγονότα και να κατανοήσεις ότι δεν αλλάζουν κι ο χρόνος δεν επιστρέφει πίσω για να διορθώσει τα κακώς κείμενα, όπως δε θα γυρίσει και για να ξαναζήσεις τα καλά. Η μόνη υπαρκτή κατεύθυνση είναι αυτή που βρίσκεται μπροστά σου.
Κι αν υπάρχουν πράγματα που μπορεί να ντραπούμε να τα πούμε, ακόμη και στον πιο κοντινό μας άτομο, μυστικά που μας βαραίνουν και σκέψεις που μας ταλαιπωρούν, γι’ αυτό υπάρχει κι ο ψυχολόγος, που μπορεί να γίνει ο άνθρωπος ασπίδα στην κάθε μαύρη σκέψη και χάδι στο κάθε μαστίγωμα. Η βοήθεια που χωρίς να σε κρίνει, μπορεί να σε πάρει από το χέρι, να σου αποδείξει την αξία της συγχώρεσης και της αποδοχής και να σου μάθει από την αρχή να σε αγκαλιάζεις.
Δε μπορείς να έχεις τον έλεγχο σε όλα. Έγινε ό,τι έγινε. Είχες την επιθυμία; Την απορία; Τη λαχτάρα; It’s ok, το έκανες κι ας τα έκανες «όλα μαντάρα». Μπορεί να χάσεις ανθρώπους, μπορεί και να πληγώσεις. Κάποια στιγμή, θα πληγώσουν κι εσένα (μακάρι να μη σου τύχει, αν δε σου έτυχε ως τώρα), αλλά είναι κι αυτό μέσα στη ζωή. Δεν είναι όλα ρόδινα ή όλα μαύρα κα δεν μπορούμε να ζούμε σαν να είναι όλα ρόδινα ή μαύρα.
Όσο και να έχεις φταίξει, όσες φορές κι αν έχεις πάρει τη λάθος στροφή, μακριά από τα δικά σου «πρέπει» κι όρια, στο τέλος της ημέρας να θυμάσαι το εξής: δε γίνεται να ζεις με το βάρος του να μη σε συγχωρείς, όσο βλάκας κι αν ήσουν στις κινήσεις σου. Γιατί θέλοντας κα μη, είσαι ο πιο δικός σου άνθρωπος. Μπορεί δίπλα σου να ξαπλώσουν εκατό σύντροφοι, παράνομοι ή μη, σύζυγοι, σκυλιά ή παιδιά. Κάποια στιγμή όλοι αυτοί θα φύγουν, όμως τον εαυτό σου θα τον έχεις ως το τέλος. Μάθε να τον συγχωρείς και να συζητάς μαζί του, όπως θα μιλούσες στον καλύτερό σου φίλο.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου