Άτιμο πράγμα να μη σου αρέσει η δουλειά σου. Ή τέλος πάντων να σου αρέσει, αλλά να είναι μη υγιές το περιβάλλον που εργάζεσαι. Και πριν ξεκινήσετε τα σχόλια περί αλλαγής κι ότι “αν δε σου αρέσει φεύγεις”,ή το κορυφαίο “δεν είσαι δέντρο για να έχεις ρίζες και να μένεις στην ίδια θέση” να πούμε πως δεν είναι πάντα τόσο εύκολο. Σήμερα θα μιλήσουμε για αυτούς που για τον x ή y λόγο, έχουν κολλήσει σε έναν εργασιακό χώρο, νιώθουν χαμένοι και κάθε μέρα χάνουν ένα κομμάτι του εαυτού τους στη δουλειά αυτή. Ξυπνούν χαμένοι και ψάχνουν έναν λόγο για να συρθούν ως εκεί, γιατί αυτό γίνεται- αναγκάζονται να πάνε και βάζουν όση δύναμη διαθέτουν -με τρομερό ψυχικό κόστος- για να μπορέσουν να βγάλουν τη μέρα. Κάθε μέρα.
Αν με ρωτούσε κανείς πώς θα ήθελα να είμαι στα 25 μου, θα σας έλεγα πράγματα που είναι 180 μοίρες στροφή ανάποδα από τη ζωή που κάνω. Αλλιώς με φανταζόμουν κι αλλιώς είμαι, και σίγουρα η έφηβη Ηλιάνα θα με έφτυνε. Καλώς ή κακώς, τα πράγματα εξελίχθηκαν αλλιώς, κάποια πράγματα αλλάζουν κι άλλα όχι. Σημασία έχει, τι κάνεις όταν δεν αλλάζουν και πρέπει να «χορέψεις» με τα δεδομένα που έχεις. Ακόμη κι αν ξυπνάς με πόνους στην πλάτη και στη μέση και δεμένο στομάχι από τη χάλια ψυχολογία.
Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που σε κρατάνε σε μια δουλειά που σε αρρωσταίνει. Η σταθερότητα στο ότι μήνας μπει-μήνας βγει, θα υπάρχει ένας σταθερός μισθός για να βοηθήσεις την οικογένεια, να πληρώσεις το ενοίκιο, να έχεις ανεξαρτησία οικονομική, να μαζέψεις χρήματα για να κάνεις κάτι δικό σου. Η συναισθηματική χειραγώγηση που μπορεί να δέχεσαι από τον εργοδότη σου κι οι ευθύνες που σου προσδίδει χωρίς να θες να τις αναλάβεις κι όμως τελικά το κάνεις γιατί έχεις το σύνδρομο του καλού παιδιού είναι ακόμη ένας λόγος.
Έτσι, αντί να ρίξεις κάνα μπινελίκι, τα μαζεύεις κι εσύ σαν χάπατο μέσα σου και δε μιλάς και κάνεις υπομονή κι ελπίζεις να αλλάξει. Από μέσα σου, υπόσχεσαι ότι την επόμενη φορά θα μιλήσεις, θα ξεσπάσεις, θα πεις ό,τι σε τρώει και σε βαραίνει, να υπάρξει μια κάποια δικαιοσύνη. Κι η επόμενη φορά έρχεται και μάντεψε! Πάλι δε μιλάς και πάλι τα κρατάς και το σώμα σου κάποια στιγμή ξεσπά, σου γυρνάει την πλάτη και μεταξύ μας καλά σου κάνει. Been there, done that.
Το θέμα είναι ότι μεγαλώνοντας, κοιτάς πίσω και τι βλέπεις; Θες να δώσεις μια αυθόρμητη απάντηση; Έτσι, χωρίς πολλή σκέψη; Μια τρύπα στο νερό. Άραγε, τους ανθρώπους που αγαπάς, θα άντεχες να τους βλέπεις να περνούν το ίδιο; Να νιώθουν λύπη στη δουλειά; Να κάνουν τα δικά σου λάθη και να δίνουν ευκαιρίες εκεί που δεν αξίζει; Δεν αντιλέγω, όλοι μας τρώμε σκ@τά χωρίς τη θέλησή μας, αλλά αν τα τρώμε με τη συγκατάθεσή μας, τι γίνεται; Πώς το ονομάζουμε, πέρα από επιλογή; Μην αγχώνεσαι, τα γράφω για να τα διαβάζω κι εγώ και να παίρνω αποφάσεις που έπρεπε να είχα ήδη πάρει, δε θα κουνήσω δάχτυλο σε κανέναν.
Υπάρχει γνωστή σελίδα στο Fb, που ο κάθε χρήστης γράφει το δράμα που περνά στη δουλειά και με τους εργοδότες του. Ωραίο είναι να το διακωμωδούμε, δεν αντιλέγω, αλλά όταν δύο στους πέντε έχει θέμα σοβαρό με την εργοδοσία κι εφτά στους δέκα γράφουν δημόσια στη σελίδα «παραιτήθηκα» και δηλώνουν ανακούφιση, ενώ δέχονται συγχαρητήρια στα σχόλια, κάτι πάει λάθος κι η όλη φάση ίσως να έχει εκτροχιαστεί. Κι όχι, δεν είναι θέμα τεμπελιάς το να μην ανέχεσαι ορισμένα πράγματα και να επιλέγεις να φύγεις. Ίσως να είναι κα δείγμα γενναιότητας ή και πολυτέλεια που κάποιοι δεν μπορούν να διαθέσουν.
Τίποτα δεν είναι εύκολο όταν σε τρώει από μέσα, αυτό είναι το μόνο σίγουρο και αυτός είναι κι ο λόγος που πολλοί δε φεύγουν από τέτοιου είδους δουλειές. Το θέμα είναι να πάρεις την απόφαση να τραβήξεις το τσιρότο από την πληγή που σε πονά, για να αναπνεύσει και να κλείσει, αφήνοντας ή όχι σημάδι. Αλλά να το τραβήξεις.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου