Οι περισσότεροι έχουμε συνηθίσει να νιώθουμε ενοχές από την παιδική ηλικία, οι οποίες συνεχίζονται και στην ενήλικη ζωή, αφού η οικογένειά μας, οι φίλοι μας, το ταίρι, ακόμα και οι συνάδελφοι στη δουλειά, συνειδητά ή ασυνείδητα, μας κάνουν να νιώθουμε ένοχοι για συγκεκριμένους τρόπους σκέψης ή συμπεριφοράς. Η ενοχή αποτελεί ένα πολύ ισχυρό εργαλείο, το οποίο συνήθως συνδέεται στενά με την ανάγκη για επιβεβαίωση από το εξωτερικό περιβάλλον. Από πολλούς χρησιμοποιείται με τρόπο χειριστικό, γνωρίζοντας ότι αν σε κάνουν να νιώσεις ενοχικά, μπορούν να πετύχουν πιο εύκολα τον στόχο τους, αφού χτυπάνε στο αδύνατο σημείο σου.
Οι ψυχολόγοι συμφωνούν ότι στην «αγνή» τους μορφή οι ενοχές είναι θετικό συναίσθημα. Είναι σαν τον καθρέφτη του αυτοκινήτου σου, ο οποίος σου δείχνει τη διαδρομή που έχεις διανύσει μέχρι τώρα, την πορεία που έχεις επιλέξει κι έτσι σε κάνει να διαπιστώνεις αν πορεύεσαι σωστά ή αν πρέπει να στρίψεις στο επόμενο σταυροδρόμι. Ωστόσο, είναι τόσο «ευαίσθητο» συναίσθημα οι ενοχές που υπάρχει κίνδυνος να διαστρεβλώσει κάποιος την πραγματικότητα και τις αληθινές συνέπειες μιας συμπεριφοράς, αυτοτιμωρώντας τον εαυτό του και χάνοντας κάθε αίσθηση χαράς και προσωπικής ικανοποίησης. Γιατί όμως μπορεί να κάνουν την εμφάνισή τους οι ενοχές;
Καταρχάς, υπάρχει το σενάριο ένας άνθρωπος να θεωρεί τον εαυτό του «αλάνθαστο». Έτσι, πιστεύει ότι στην περίπτωσή του δεν είναι αποδεκτά τα λάθη και ότι κάθε του πράξη και απόφαση πρέπει να είναι απόλυτα σωστή. Επομένως μόλις υποπέσει στην αντίληψή του ότι έχει σφάλει, αμέσως πανικοβάλλεται κι αρχίζει να κατηγορεί τον εαυτό του, ενώ δεν μπορεί να δει ή να βρει ελαφρυντικά στη στάση και τη συμπεριφορά του, ώστε να ανακουφιστεί και να προχωρήσει παρακάτω.
Ακόμη, υπάρχει κι εκείνοι που μοιάζουν «κολλημένοι» στις ενοχές τους. Αναφερόμαστε σε πρόσωπα που αναμοχλεύουν παλιές συμπεριφορές κι αποφάσεις, που δεν έχουν βάλει ένα τέλος ή δεν έχουν απαλλάξει τον εαυτό τους από τις αυτοκατηγορίες ακόμη κι ασήμαντων πράξεων που ανήκουν στο μακρινό παρελθόν. Σε αυτή την περίπτωση είναι προφανές ότι δεν υπάρχει λόγος κάτι που έχει περάσει να τους γίνεται εμμονή. Άλλωστε, ακόμα κι οι ενοχές έχουν -και πρέπει να έχουν- ημερομηνία λήξης, ώστε να ασχολούμαστε με αυτές την ώρα που γίνεται η πράξη, να κάνουμε τον απολογισμό, να επανορθώνουμε ή όχι και να συνεχίζουμε!
Και οι ενοχικοί δε σταματούν εδώ. Υπάρχει κι ο τύπος ανθρώπου, ο οποίος είναι είναι «υποτακτικός», βάζοντας τις δικές του ανάγκες σε δεύτερη μοίρα. Γι’ αυτόν προτεραιότητα έχει η ευτυχία κι οι ανάγκες των άλλων. Αισθάνεται άβολα όταν περνάει χρόνο με τον εαυτό του και κάνει πράγματα που τον γεμίζουν, όταν αρνείται να δει έναν φίλο, γιατί προτιμά να κάτσει να δει την αγαπημένη του ταινία σπίτι. Επίσης, αν είναι γονέας, θα τον δεις να κατακλύζεται από τύψεις που δεν παίζει με το παιδί του, αλλά κάθεται στον καναπέ και απολαμβάνει το μυθιστόρημά του μετά από καιρό.
Τέλος, υπάρχει κι η κατηγορία ενοχικών που νιώθουν τρομερά «υπεύθυνοι» για την ευτυχία των αγαπημένων τους προσώπων. Αισθάνονται υπαίτιοι για τη δυστυχία των γύρω τους, αφού κατά έναν περίεργο τρόπο θεωρούν ότι είναι χρέος τους να κάνουν τους σημαντικούς «άλλους» της ζωής τους ευτυχισμένους. Πρόκειται βέβαια για μεγάλη παρεξήγηση, αφού κάθε άνθρωπος είναι υπεύθυνος αποκλειστικά και μόνο για τη δική του ευτυχία και ταυτόχρονα στερεί με αυτό τον τρόπο κι από τον εαυτό του τη χαρά.
Την επόμενη φορά λοιπόν που θα αισθανθείς ενοχές, μπορείς να κάνεις την εξής απλή ερώτηση στον εαυτό σου: «Aυτό το ζήτημα για το οποίο αισθάνομαι ενοχικά είναι πράγματι δικό μου ή το έχω κάνει δικό μου;». Μη νιώθεις ενοχές για καθετί, αλλά να νιώθεις όταν ανακαλύπτεις τον εαυτό σου να μη χαίρεται τη ζωή, όταν δεν τον φροντίζεις ή όταν αργείς πολύ να τον συγχωρήσεις και να τον αγαπήσεις!
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.