Ζούμε σε μια παράξενη εποχή, όπου η ιδιωτικότητα, η ισορροπία μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής, αλλά και η προστασία της προσωπικής μας ζωής, στην κοινωνία, αλλά και στο εργασιακό περιβάλλον ειδικότερα, είναι δυνατόν να μη θεωρούνται δεδομένα για κάποιους εργαζόμενους. Από τη μία, το «φακέλωμα» της προσωπικής ζωής του εργαζομένου από τα social media και η άνεση πλέον ορισμένων συναδέλφων ή εργοδοτών να βλέπουν μέσα από την κλειδαρότρυπα τη ζωή του και από την άλλη, η καταπάτηση πολλές φορές του προσωπικού του χρόνου εις βάρος της επιχείρησης -με ενόχληση σε ώρες εκτός γραφείου ή με περισσότερες υπερωρίες-, κάνουν τη ζωή του εργαζομένου δυσκολότερη, με περίσσεια άγχους για τη ζωή του και τις επιλογές του.
Γιατί σίγουρα δε θα ξεχάσεις κι εσύ εκείνη τη συνέντευξη που σου πήραν πριν δύο μήνες, όπου σε ρώτησαν αν είσαι παντρεμένος ή εργένης. Γιατί σίγουρα θα θυμάσαι για πολύ καιρό ακόμα την ερώτηση εκείνη που σου έκαναν για τον αν σχεδιάζεις να έχεις παιδιά στη ζωή σου τα επόμενα χρόνια. Αλλά και εκείνη η πρώτη μέρα στη δουλειά, που οι συνάδελφοι σου κοιτούσαν με απορία το τατουάζ που είχες στον αστράγαλο του ποδιού σου και ήταν έτοιμοι να ρωτήσουν πότε το έκανες και για ποιο λόγο. Γιατί σε αυτό το τατουάζ ήταν αποτυπωμένα δύο ονόματα, γραμμένα μάλιστα και στα Αγγλικά, οπότε -θέλοντας και μη- εσύ κίνησες τις υποψίες για το εάν πρόκειται για ερωτικούς συντρόφους σου, για τα παιδιά σου ή τους γονείς σου.
Είναι πράγματι περίεργο όλο αυτό που γίνεται και σίγουρα φέρνει πολλούς εργαζόμενους σε δύσκολη και άβολη θέση, δεδομένου ότι μπορεί να μη θέλουν να δώσουν λεπτομέρειες για την προσωπική τους ζωή, για την οικογενειακή τους κατάσταση ή ακόμη και για τις ερωτικές τους προτιμήσεις. Για ποιο λόγο να πρέπει να απολογηθείς στον εργοδότη σου που είσαι single και έχεις ξεπεράσει τα 40; Για ποιο λόγο να του δώσεις εξηγήσεις ότι μένεις ακόμα στο σπίτι των γονιών σου, ενώ έχεις πατήσει τα 35; Για ποιο λόγο να του εξηγήσεις πώς εν τέλει αποφάσισες να επιστρέψεις από το Παρίσι και αν αυτό έχει να κάνει με κάποιο πρόσωπο ή καθαρά με τις συνθήκες εργασίας εκεί; Για ποιο λόγο η επίτευξη μιας ικανοποιητικής ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής φαίνεται τόσο δύσκολη;
Ενδιαφέρον μας προκαλεί μια πρόσφατη έρευνα, η οποία έδειξε ότι τα δύο τρίτα των ενηλίκων που βρίσκονται σε ηλικία εργασίας, απάντησαν ότι ανταποκρίνονται σε κλήσεις και email εκτός των ωρών εργασίας και μάλιστα το 59% ανταποκρίνεται αμέσως. Επίσης, το 56% αναφέρει ότι οι εργοδότες τους αναμένουν τη διαθεσιμότητά τους εκτός του κανονικού ωραρίου, ενώ το 45% αναφέρει ότι αυτό απαιτείται ακόμη και κατά τη διάρκεια των διακοπών τους.
Και ενώ ορισμένοι εργοδότες θεωρούν ότι γνωρίζοντας λεπτομέρειες για την προσωπική ζωή των εργαζομένων τους ή απαιτώντας διαθεσιμότητα εκτός του κανονικού τους ωραρίου θα ενισχυθεί η παραγωγικότητα της επιχείρησής τους, ωστόσο είναι πιο πιθανό να προκύψει το ακριβώς αντίθετο. Μάλιστα, έρευνες αναφέρουν ότι με αυτή τη νοοτροπία το άγχος της εργασίας έχει αυξηθεί και καθιστά τους εργαζόμενους λιγότερο παραγωγικούς, ενώ πολλούς από αυτούς, την ίδια στιγμή, τους οδηγεί στο να απουσιάζουν συχνότερα από την εργασία τους.
Τι μπορεί λοιπόν να κάνει ένας εργοδότης για το προσωπικό του ώστε να διασφαλίσει τη μείωση του άγχους στο εργασιακό περιβάλλον, αλλά και να κάνει τον εργαζόμενο να αισθάνεται άνετα με την προσωπική του ζωή και τη κοσμοθεωρία του, δίχως να υπάρχουν αδιάκριτες ερωτήσεις και αδιάκριτα υπονοούμενα;
Ένας τρόπος για να βελτιωθεί αυτή η κατάσταση θα ήταν να διασφαλιστεί η αυστηρή τήρηση του ωραρίου εργασίας του εργαζόμενου. Ειδικότερα, μια ύπαρξη πολιτικής που να απαγορεύει την ανταλλαγή email, μηνυμάτων και τηλεφωνικών κλήσεων μετά το πέρας του ωραρίου του, θα ήταν πολύ χρήσιμη, ώστε να μην μπαίνει κανείς στη διαδικασία να δώσει εξηγήσεις, για το πού έχει πάει, πώς και πού περνάει τον ελεύθερό του χρόνο, ποιοι άνθρωποι πλαισιώνουν τη ζωή του.
Επίσης, όπως θα γνωρίζεις κι εσύ, οι εργαζόμενοι, πολύ συχνά, προκειμένου να μη χρησιμοποιούν την κανονική τους άδεια για να τακτοποιήσουν προσωπικές τους υποχρεώσεις ή να κλείσουν ραντεβού σε γιατρούς, ζητούν -κατ΄εξαίρεση- από τον εργοδότη ή τον προϊστάμενό τους, να τους δώσει 1-2 ώρες για να τακτοποιήσουν κάποιες σοβαρές υποχρεώσεις τους. Κι επειδή δεν είναι δεδομένο πάντα ότι ο εργοδότης δε θα φέρει αντίρρηση, δεν είναι λίγες οι φορές που ο εργαζόμενος αναγκάζεται να προβεί σε εμπιστευτικές συζητήσεις με τον εργοδότη, να του εξηγήσει πιθανά προβλήματα υγείας δικά του ή δικών των ανθρώπων του, να του ξεδιπλώσει εν ολίγοις το «κουβάρι» της ζωής του. Πόσο ανακουφιστικό θα ήταν λοιπόν, να υπήρχε η δυνατότητα από την εταιρεία να προσφέρει κάποιες λίγες δωρεάν ημέρες αδείας ή κάποιες μέρες που οι εργαζόμενοι θα μπορούσαν να φύγουν πιο νωρίς από τη δουλειά τους ή να πάνε λίγο πιο αργά, χωρίς να μπαίνουν σε όλη αυτή την ανακριτική διαδικασία;
Όταν, λοιπόν, το εργασιακό περιβάλλον αποπνέει ένα σεβασμό προς τον εργαζόμενο, όσον αφορά το έργο του και τις προσωπικές του επιλογές, τότε και ο τελευταίος θα δώσει ασυνείδητα τον καλύτερό του εαυτό για την δουλειά και την εταιρεία του, επιδιώκοντας επαγγελματική και προσωπική εξέλιξη. Θα φτάσει στο «κόκκινο» τις επικοινωνιακές του δεξιότητες και θα έχει το χρόνο και την ενέργεια για να αναπτύξει τα προσωπικά του ενδιαφέροντα, θα βρει χρόνο να μελετήσει για να διευρύνει το πνεύμα του και ίσως και να φέρει την επόμενη μέρα στη δουλειά πιο καινοτόμες ιδέες. Θα είναι φιλικός και συνεργάσιμος, τόσο με τους υπόλοιπους συναδέλφους του, όσο και με τους πελάτες του και θα είναι αφοσιωμένος και πιο θετικά προδιατεθειμένος απέναντι στην εργασία του .
Όλα δείχνουν ότι αξίζει να προσανατολιστούν οι εργοδότες προς αυτή την κατεύθυνση και να απολαμβάνουν καθημερινά τη θετική διάθεση και το χαμόγελο του προσωπικού τους. Άλλωστε, όπως μας λέει και η Αμερικανίδα καθηγήτρια Κοινωνικής Ψυχολογίας, Barbara Fredrickson, στην προσπάθειά της να περιγράψει τη σωματική, γνωστική και συναισθηματική κατάσταση ενός ατόμου, το οποίο βιώνει θετικά συναισθήματα ή βρίσκεται σε θετική διάθεση, «τα συναισθήματα αυτά δεν αποτυπώνονται μόνο σε λέξεις ή σ’ ένα χαμόγελο, αλλά βιώνονται πολύ ουσιαστικά, με συνέπεια να αλλάζει, όχι μόνο ο τρόπος που αντιλαμβάνεται ένα άτομο τον κόσμο, αλλά παράλληλα και η βιοχημική ισορροπία του σώματός του». Υγεία, λοιπόν, (με λιγότερο άγχος), αλλά και αγάπη, χαρά, ευγνωμοσύνη, γαλήνη, ενδιαφέρον, έμπνευση, ελπίδα, υπερηφάνεια και δέος, είναι αυτά που μπορεί να βιώσει ένας εργαζόμενος, όταν αισθανθεί ότι είναι μέλος μιας ομάδας, όπου τον φροντίζουν, τον σέβονται, τον αφήνουν να ξεδιπλώσει τις ικανότητές του και να ζήσει ελεύθερα τη ζωή του, όπως αυτός την είχε ονειρευτεί, δίχως εμπόδια και προκαταλήψεις.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου