Αν το καλοσκεφτείς, η αγάπη μας για έναν άλλον άνθρωπο, μας κάνει πιο ευτυχισμένους και μας κάνει αυτόματα να αγαπάμε περισσότερο και με πιο ουσιαστικό τρόπο και τον ίδιο μας τον εαυτό. Γιατί, όσο και να αρνούμαστε να το παραδεχτούμε κάποιες φορές, όλοι οι άνθρωποι λαχταράμε να έχουμε μια βαθύτερη σχέση ψυχής με έναν άλλο άνθρωπο ή αλλιώς μια «εκ βαθέων» σχέση!
Σίγουρα τόνοι από μελάνι έχουν γραφτεί για τον έρωτα και την αγάπη. Εικασίες, κατηγοριοποιήσεις, εκτιμήσεις στο πόσο διαρκούν, προϋποθέσεις για να πυροδοτηθεί ο έρωτας, συνθήκες για να εξελιχθεί, εικασίες για το αν διαρκέσει και μέχρι πότε. Ο ψυχολόγος Robert Sternberg το 1985 στο Πανεπιστήμιο του Yale, ανέπτυξε την «Τριγωνική Θεωρία του Έρωτα». Πρόκειται για μια θεωρία η οποία επιδιώκει να ορίσει τρία συστατικά στοιχεία των διαπροσωπικών σχέσεων, διαφορετικά μεταξύ τους, η συνύπαρξη των οποίων δημιουργεί τις τέλειες προϋποθέσεις για τον ιδανικό έρωτα. Αυτά τα στοιχεία -που λες- σε διαφορετικούς συνδυασμούς κι αναλογίες μεταξύ τους έχουν σαν αποτέλεσμα και τη δημιουργία μιας διαφορετικής σχέσης. Πώς λοιπόν μπορούμε να τα συνδυάσουμε αυτά σε μια συντροφική σχέση; Πώς θα σχηματιστούν αυτοί οι οκτώ διαφορετικοί τύποι έρωτα;
O Sternberg (1985) ανέδειξε τα τρία συστατικά στοιχεία: α) την εγγύτητα, που περιλαμβάνει τα συναισθήματα της οικειότητας, της αίσθησης κοινότητας με το άλλο άτομο, του δεσίματος και της επαφής, β) το πάθος, που αναφέρεται στις ενστικτώδεις ανθρώπινες ορμές, οι οποίες οδηγούν στον ερωτική έλξη, σε φαντασιακές σκέψεις για τον άλλο και στη σεξουαλική ολοκλήρωση και γ) τη δέσμευση, δηλαδή την αφοσίωση και τη δέσμευση προς τον εαυτό μας και προς το άλλο άτομο, προκειμένου να κρατήσουμε τον έρωτά μας για εκείνον.
Η «εγγύτητα» λοιπόν σε μια σχέση αποτελεί το θυμικό συστατικό της ερωτικής σχέσης. Είναι εκείνο το όμορφο συναίσθημα που νιώθουν οι άνθρωποι όταν είναι «κοντά» και μοιράζονται συναισθήματα, εμπειρίες και βιώματα με το σύντροφό τους. Η εγγύτητα μπορεί να εκδηλωθεί μέσω της αμοιβαίας αποκάλυψης των δύο συντρόφων, μέσω συναισθημάτων τρυφερότητας και αποδοχής και μέσω της έκφρασης φροντίδας και ενδιαφέροντος από και προς τον σύντροφό μας.
Το «πάθος» είναι συνήθως αυτό που δημιουργεί το κίνητρο για τη σχέση και την πυροδοτεί. Είναι μια κατάσταση έντονης επιθυμίας για ένωση με τον άλλον, ενώ μπορεί επίσης να υπηρετείται και να υπηρετεί και άλλες ανάγκες του εαυτού, όπως η αυτοεκτίμηση, η υποστήριξη, η ανάγκη να ανήκεις, να νιώθεις δεμένος με κάποιον, ακόμα και η υποταγή (υποταγή του άλλου και υποταγή στον άλλο). Επίσης, το πάθος συνδέεται άμεσα με την εγγύτητα. Δηλαδή οι άνθρωποι μπορεί να αισθάνονται εγγύτητα μεταξύ τους, ως απόρροια της αμοιβαίας ικανοποίησης των σεξουαλικών αναγκών τους. Άλλωστε, το συστατικό του πάθους κάνει τα άτομα να δημιουργούν ερωτικές σχέσεις, αλλά η εγγύτητα είναι αυτή που συνδράμει στη διατήρηση του δεσμού στη σχέση, ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις όπου το πάθος αυξάνεται χάρη στο ολοένα και υψηλότερο επίπεδο εγγύτητας.
Επειδή πρόκειται για ένα συστατικό ανεξέλεγκτο το οποίο δεν ελέγχεται συνειδητά και ο οργανισμός μας δεν έχει «μνήμη» ότι κάποτε το βίωσε, θεωρείται αρκετά δύσκολο να διατηρηθεί. Παρ’ όλα ταύτα, στις μακροχρόνιες σχέσεις, ίσως ο καλύτερος τρόπος για να αυξήσουμε, είναι να κατανοήσουμε σε βάθος ποιες ανάγκες του συντρόφου μας ικανοποιούνται από αυτή τη σχέση και ποιες όχι και να συμβάλλουμε στη μέγιστη δυνατή ικανοποίησή τους. Επίσης, πολύ σημαντικό είναι να χτίζουμε από κοινού νέες εμπειρίες, από απλά πράγματα μέχρι κάτι βαθύτερο.
Η «δέσμευση», από την άλλη, είναι η απόφαση να δεσμευτείς σε αυτή τη σχέση και αποτελεί το γνωστικό συστατικό του έρωτα. Η δέσμευση μπορεί να χωριστεί σε δυο μέρη: στο βραχύχρονο και το μακρόχρονο. Το βραχύχρονο μέρος είναι η απόφαση ότι είσαι ερωτευμένος με κάποιο άτομο και σχετίζεσαι ερωτικά, ενώ το μακρόχρονο μέρος είναι η δέσμευση για τη διατήρηση αυτού του συναισθήματος, αλλά και της σχέσης. Καταλαβαίνεις και εσύ, ότι αυτά τα δύο δεν είναι απαραίτητο να συνυπάρχουν, αφού η απόφαση ότι είσαι ερωτευμένος με κάποιον δε συνεπάγεται δέσμευση, ενώ μπορεί να είσαι δεσμευμένος στη σχέση σου, χωρίς να είσαι ερωτευμένος. Νομίζω είναι προφανές το πόσο σημαντικό είναι αυτό το στοιχείο για μια σχέση, δεδομένου ότι οι ερωτικές σχέσεις συχνά εκτίθενται σε δοκιμασίες, εξωτερικές και εσωτερικές, και συχνά είναι η απόφαση της δέσμευσης που τις κρατά ζωντανές.
Συν τοις άλλοις, οι Waite και Joyner (2001) έχουν διαπιστώσει ότι η ψυχολογική δέσμευση παίζει αποφασιστικότερο ρόλο απ’ ό,τι άλλοι παράγοντες στη δημιουργία υψηλών επιπέδων σεξουαλικής ικανοποίησης, στοιχείου προφανώς σημαντικού για τη διατήρηση των σχέσεων. Επίσης, για τους περισσότερους ανθρώπους, η δέσμευση προκύπτει ως αποτέλεσμα της συναισθηματικής εμπλοκής της εγγύτητας ή της διέγερσης που προκαλεί το πάθος. Αλλά πάμε να δούμε τι είδη έρωτα έχουμε από την ποσότητα και τις αναλογίες συμμετοχής αυτών των τριών στοιχείων.
Στις μικρές σε διάρκεια σχέσεις ή σε αυτές που λέμε «ρομαντικές» σχέσεις, το πάθος παίζει μεγάλο ρόλο, η εγγύτητα μέτριο και η δέσμευση σχεδόν ελάχιστο. Στις μακροχρόνιες σχέσεις από την άλλη, η εγγύτητα και η δέσμευση παίζουν καθοριστικό ρόλο, ενώ η σημασία του πάθους συρρικνώνεται. Και βέβαια είναι και η περίπτωση, κατά την οποία έχουμε μέγιστη παρουσία και των τριών αυτών συστατικών. Είναι ο «ολοκληρωμένος» έρωτας, με την εγγύτητα, την δέσμευση και το πάθος να συνυπάρχουν. Από την άλλη, μπορεί να έχουμε και τον «κεραυνοβόλο» έρωτα όπου έχουμε μόνο πάθος, τον «κενό» έρωτα, όπου έχουμε μόνο δέσμευση, αλλά και την απλή «συμπάθεια» όπου έχουμε μόνο εγγύτητα.
Αντίθετα αν τα δύο συστατικά στοιχεία είναι η δέσμευση και η εγγύτητα, οι άνθρωποι έχουν αποφασίσει να δεσμευτούν συνειδητά γνωρίζοντας πολύ καλά τους προσωπικούς τους λόγους, ενώ γνωρίζουν συνήθως αρκετά καλά σο σύντροφό τους και την προσωπικότητά του. Αυτός είναι ο «συντροφικός» έρωτας! Τέλος, έχουμε το «φανταστικό» έρωτα, στον οποίο συνυπάρχουν πάθος και δέσμευση, χωρίς καμία εγγύτητα. Είναι η περίπτωση που το ζευγάρι έχει ανάγκη να ερωτευτεί και να δεσμευτεί, αλλά δεν υπάρχουν κοινά ενδιαφέροντα και χημεία μεταξύ τους. Και έχουμε και την πολύ σπάνια περίπτωση να απουσιάζουν απόλυτα και τα τρία συστατικά. Εδώ βέβαια ξεφεύγουμε από την ερωτική σχέση και μάλλον πια αναφερόμαστε σε απλές καθημερινές σχέσεις, όπως οι επαγγελματικές ή οι σχέσεις μεταξύ συνεργατών και συναδέλφων(!)
Όπως και να έχει, σε όποια κατηγορία κι αν κατατάσσεις τη σχέση σου, σίγουρα δεν υπάρχουν μόνο αυτοί οι οκτώ συνδυασμοί, αλλά ένα ατελείωτο συνεχές, αφού ο καθένας μας είναι μοναδικός και άρα θα αλληλεπιδράσει μοναδικά, οικοδομώντας ένα μοναδικό και ανεπανάληπτο δημιούργημα, αυτό της σχέσης!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου