Άλλη μια Παρασκευή που περιμένεις πώς και πώς να τελειώσεις τη δουλειά να πας παραδομένος να χαλαρώσεις σπίτι με ταινία και φαγητό. Όταν επιτέλους φτάνει αυτή η ευλογημένη ώρα, χτυπάει το κινητό σου για να σου υπενθυμίσουν οι φίλοι σου πως δε γίνεται να τους ξαναρίξεις άκυρο. Πας σπίτι άρον άρον για μπάνιο, άλλα ρούχα και με μισή διάθεση παίρνεις το δρόμο για ένα καινούργιο μπαράκι που εδώ και καιρό είναι στέκι των φίλων σου και εσύ δεν πρόλαβες λόγω δουλειάς καν να μάθεις πού ακριβώς είναι.
Παρκάρεις, κατεβαίνεις και κοιτάς σαν χαμένος να βρεις τους δικούς σου. Το έχουμε πάθει λίγο-πολύ όλοι σε κάποια φάση της ζωής μας σε περιόδους με πολλή δουλειά ή πολύ διάβασμα, όταν βγαίνουμε ξαφνικά έξω νιώθουμε σαν να κατεβήκαμε από άλλο πλανήτη. Λίγα λεπτά διαρκεί, μετά εντασσόμαστε κανονικά στο κλίμα της παρέας. Εντοπίζεις την παρέα σου και με μια γρήγορη ματιά σκανάρεις και καινούργιες εισόδους. Κάτσε, ρε αδερφέ, εμείς λιγότεροι δεν ήμασταν;
Πας λίγο καχύποπτα να κάτσεις να μη φανείς και περίεργος θέλοντας να καταλάβεις ποίοι είναι οι υπόλοιποι. Ενδιαφέρουσες νέες αφίξεις, δεν μπορείς να πεις. Κάτι συνομήλικοι με διαφορετικές δουλειές που όλο και κάτι μπορείς να πεις για να περάσεις την ώρα σου. Ξαφνικά όμως το βλέμμα σου σκαλώνει σε κάποιον απέναντι σου που τόση ώρα σε κοιτά προσεκτικά και λεπτομερώς, σε καμία περίπτωση πάντως προκλητικά.
Δε σε πλησιάζει, ούτε σου δίνει το δικαίωμα να πιάσεις κουβέντα. Έλα μου όμως που θέλεις εσύ. Σου αρέσουν οι περίεργοι άνθρωποι ή μάλλον καλύτερα οι άνθρωποι που νομίζεις πως κάτι κρύβουν. Μήπως όμως όλο και κάτι κρύβουν; Τον πλησιάζεις εσύ λοιπόν,
Εντάξει και η συζήτηση και τα βλέμματα, ανταλλάχτηκαν και τα νούμερα κινητών και μετά από εκείνο το πρώτο βράδυ τα μηνύματα πήραν φωτιά. Αναμενόμενο και το πρώτο ραντεβού. Όλα στην αρχή φαινόταν φυσιολογικά. Φαγητό με συζητήσεις περί ανέμων και υδάτων στη μετέπειτα βόλτα όμως τα πράγματα σοβάρεψαν και δεν εννοώ σεξουαλικά. Ο άνθρωπος αυτός κάτι έκρυβε και αυτό ήταν κάτι άλλο για την ακρίβεια κάποιον άλλο άνθρωπο.
Ναι, καλά κατάλαβες. Θεώρησες τον εαυτό σου τυχερό που στο είπε εξ αρχής μόνος του, έτσι ώστε να μην κάνεις σενάρια για το τι συμβαίνει, ούτε φυσικά και «μεγάλες προσδοκίες». Περνάνε όμως οι μέρες και καμία από τις δύο πλευρές δεν κάνει πίσω. Συνεχίζονται σε καθημερινή βάση τα μηνύματα, περισσότερα τα ραντεβού και κάποια στιγμή μπήκε στο παιχνίδι και το ερωτικό κομμάτι.
Φίλε, τα πράγματα από τη στιγμή που δέσατε και σε αυτό δεν τα βλέπω καλά. Άλλωστε το κρυφό πάντα έχει άλλη γλύκα. Το θες το παράνομο κάποια στιγμή στη ζωή σου. Νομίζεις πως ο παράνομος έρωτας έχει μια καύλα εγκεφαλική που δύσκολα τη νικάς. Και όντως έτσι είναι. Γιατί το μεγαλύτερο ποσοστό του έρωτα το κρατά ο εγκέφαλος. Εκεί γεννιέται και εκεί αργοσβήνει.
Δέχεσαι, λοιπόν, να είσαι συνένοχος σε μια τέτοια ιστορία. Δηλαδή να θεωρείς τον εαυτό σου ως τη δεύτερη επιλογή κάποιου χωρίς να κάνεις πίσω. Δε λέω, γουστάρεις και κάπου τυφλώθηκε ο εγωισμό σου, το είδες και σαν παιχνίδι τύπου «θα κερδίσω εγώ κι όχι ο άλλος. Για μένα ενδιαφέρεται, είναι ερωτευμένος, σε μένα λέει την αλήθεια».
Με το χέρι στην καρδιά, θεωρείς ότι ένας τέτοιος άνθρωπος αξίζει; Βγήκε ένα βράδυ έξω, γνώρισε κάποιον και ενέδωσε στο φλερτ του άνευ ενδοιασμούς. Χωρίς καν να μπει στη διαδικασία να σκεφτεί πως έχει κάτι από πίσω του σοβαρό; Σκέψου το και αντίστροφα. Εάν εσύ ήσουν η κανονική σχέση και εντόπιζες ένα μυστικό έρωτα, πώς θα αντιδρούσες; Δε νομίζω πως θα ήταν όμορφο για κανέναν.
Σε οποιαδήποτε από τις τρεις θέσεις κι εάν τοποθετήσεις τον εαυτό σου, κάτι δεν πάει σωστά. Είτε είσαι εκείνος που διατηρείς σχέσεις παράλληλες, είτε το υπόλοιπο μισό της σχέσης, είτε το τρίτο πρόσωπο. Στην πρώτη περίπτωση, είσαι ανάξιος και ανασφαλής να παρέχεις σε ένα άτομο αφοσίωση. Στη δεύτερη, κάπου φταις κι εσύ ή που το ανέχεσαι ή που έσπρωξες τον άνθρωπό σου σε κάποιον άλλον. Στην τρίτη περίπτωση, από τη στιγμή που θα μάθεις την ύπαρξης της -ας την πούμε- σχέσης είναι στο χέρι σου πώς θα το χειριστείς. Για να μην μπεις, όμως, σε ένα φαύλο κύκλο, καλό θα ήταν να το σταματήσεις όσο το δυνατό γρηγορότερα.
Το μόνο σίγουρο είναι πως τέτοιου είδους καταστάσεις καλό θα ήταν να αποφεύγονται όπως ο διάολος το λιβάνι γιατί ποτέ δεν ξέρεις πού θα οδηγηθούν και τι επιπτώσεις θα έχουν στη μετέπειτα ψυχολογία ολονών.
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή