Ήρθαμε σε αυτήν τη ζωή και ψάχνουμε απεγνωσμένα την αγάπη. Διψασμένοι για ζωή κι έρωτα και σύννεφα και λουλούδια. Μεθύσαμε απ’ το παραμύθι που μας έταξαν και ξεχάσαμε ότι τίποτα δεν έρχεται μόλις το θελήσουμε κι όπως ακριβώς το ονειρευόμαστε. Μεθύσαμε, σου λέω και ξεχάσαμε να μην περιμένουμε τίποτα.
Μια ζυγαριά θέλαμε στη ζωή. Να βάζουμε απ’ τη μια όλα, μα όλα όσα προσφέρουμε, την αγάπη και τη φροντίδα, τη στήριξη, τις αγκαλιές και τη βοήθεια κι απ’ την άλλη, με έναν δείκτη, να μας ορίζεται το αντίτιμο. «Οι πράξεις σας ισούνται με αυτό το αντίτιμο» κι έξω απ’ την πόρτα.
Έτσι, μπακαλίστικα, θα μετρούσαμε την αγάπη, θα μας προσφερόταν ίδια ποσότητα πίσω και θα ήμασταν πάντα όλοι ευχαριστημένοι. Θα παίρναμε σε μεγάλες σακούλες την πραμάτεια μας, πνιγμένοι στα χαμογέλα και στην ανυπομονησία, να τα συμμαζέψουμε στο σπίτι, στη ζωή μας, όπως εμείς θέλουμε. Μα μάλλον εμείς γυρίσαμε σπίτι ή με άδειες σακούλες ή κλέβοντας τον πωλητή κι εισπράττοντας μεγαλύτερης άξιας αγαθά.
Κάπως έτσι είναι ο έρωτας. Ακανόνιστος κι άνισος με άδικες δόσεις ευτυχίας, πόνου κι αγάπης. Μα διεκδικητικός και περίεργος. Περιμένει μια ισοτιμία επιπέδου ζυγαριάς κι αγοραπωλησίας, ενώ ούτε στην καθημερινότητά του δεν την εξασφαλίζει απολύτως. Μα τι ανόητος που είναι. Αλλά δεν παρεξηγώ. Και ποιος δεν είναι μπροστά στον πόνο, βρε αγάπη μου; Ποιος να δεχτεί ότι θα αγαπά και δε θα παίρνει πίσω όλα όσα δίνει και πολλές φορές ούτε καν τα μισά; Ποιος και γιατί;
Ερωτήματα άγνωστα και μυστήρια. Κάνεις δεν τα έβαλε με τη ζωή, όμως. Κι εσύ κάθεσαι και σκέφτεσαι και τρώγεσαι και πονάς. Φωνάζεις, ουρλιάζεις, πνιγμένος στα «γιατί» σου. Και στην τελική, καλά κάνεις, αλλά μην περιμένεις τίποτα άλλο. Τίποτα! Δεν είναι μπακάλικο η ζωή. Εσύ θα δίνεις, πάντα θα δίνεις ή και θα παίρνεις σε άλλη περίπτωση. Κι όπως και να καταλήξεις, κερδισμένος ή χαμένος, σίγουρα το αποτέλεσμα δε θα είναι δίκαιο. Γιατί ούτε η ίδια η ζωή είναι. Και όσο πιο πολύ διεκδικείς ισότητα και την απαιτείς, τόσο πιο πολύ αυτή θα σου γελά κατάμουτρα κι αντί για αγάπη, θα σου χαρίζει απλόχερα αδιαφορία.
Γι’ αυτό κι εσύ μόνο ένα πράγμα μπορείς να κάνεις. Να δίνεις, μόνο να δίνεις. Και να μη σκέφτεσαι ούτε τι θα πάρεις πίσω ούτε καν το «αν». Να ακολουθείς την καρδούλα σου και να τη δίνεις, κι άλλο, κι άλλο, και ακόμα πιο πολύ. Βγάλε ό,τι όμορφο έχει μέσα της, φτιασίδωσέ το και λίγο, αν χρειαστεί, και χάρισέ το σε πολλαπλές δόσεις αγάπης. Και δώσε κι άλλα. Χωρίς να σκέφτεσαι τον άλλον. Μπορεί να αποφασίσει να σου δώσει τα ίδια και παραπάνω. Να ερωτευτεί, να ενδώσει, να τα χάσει. Μπορεί να είσαι τόσο τυχερός. Μπορεί η ζυγαριά να έγειρε προς το μέρος σου, χαρίζοντάς σου όλα όσα δεν μπορούσες ποτέ να φανταστείς.
Μα ας είμαστε ειλικρινείς, τις περισσότερες φορές δεν παίρνουμε τίποτα. Τι κι αν είχαμε τυλίξει την ψυχή μας ολόκληρη με γυαλιστές κορδέλες και περιτυλίγματα και τη χαρίσαμε σε αυτούς συνοδευμένη με κάρτα λατρείας. Αυτοί μας είπαν ένα «ευχαριστώ» κι ό,τι μας ανταπέδωσαν ήταν ένα πεταχτό φιλί κι ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη. Κι εμείς μείναμε γιορτινοί και δυστυχισμένοι στη γωνιά μας, να επιθυμούμε τη φυγή.
Γι’ αυτό πριν καν προλάβεις να νιώσεις ή να δώσεις, μη σκεφτείς ούτε μια τόσο δα στιγμή τη συνέχεια. Τι θα γίνει ή όχι μετά, πώς θα γίνει κι αν ναι, γιατί και πού θα φτάσει. Όχι. Η ζωή είναι μια ανέλπιστη χαρμολύπη. Δεν την περιμένει κάνεις, μα συγχρόνως κι όλοι. Άσ’ την να κάνει, να εξελιχθεί, λοιπόν, σε μια άκρη χωρίς κανένα ίχνος ελπίδας κι αναμονής. Μην περιμένοντας να πάρεις πίσω όσα χάρισες, μην περιμένοντας να λάβεις συναισθήματα, μην περιμένοντας να αποκτήσεις όσα κάποτε έδωσες ή όσα συνεχίζεις να δίνεις. Χωρίς προσδοκίες κάθε εξέλιξη μεγιστοποιεί την έκπληξη και τη χαρά που μας προκαλεί κι ελαχιστοποιεί την απογοήτευση και την ήττα.
Αλλιώς ηττημένος θα ‘σαι πάντα, αγάπη μου. Γιατί η αναμονή της λήψης του επιθυμητού είναι μεγαλύτερη απ’ ό,τι μπορείς να φανταστείς. Και θα περιμένεις και θα περιμένεις, άλλα τζίφος. Παραείναι επιτηδευμένη αυτή η αναμονή και στη ζωή ποτέ δεν άρεσαν τα συνηθισμένα. Είναι σκύλα και της αρέσει να εκπλήσσει και να πληγώνει. Μισεί να εκπληρώνει επιθυμίες κι αποζητά απεγνωσμένα κι άλλες νοητές ζυγαριές να τσακίσει.
Κι όσο περισσότεροι, ανόητα, περιμένουν τέτοιες «τέλειες» ιστορίες, της τρέφουν περισσότερο αυτό το κακόγουστο παιχνιδάκι της και το κάνουν κυρίαρχο. Το κάνουν παιχνίδι θλίψης, ένα παιχνίδι που κανείς δε μετρά ποτέ νίκες. Μόνο θορυβώδεις ήττες, με θύματα ανθρώπους, ρημαγμένες καρδιές κι ένα φόντο νεκρών συναισθημάτων.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη