Γνωρίζουμε τόσους ανθρώπους στη ζωή μας. Αξιολογούμε, σκεφτόμαστε, κρίνουμε κι έπειτα τους κρατάμε στη διαδρομή μας ή τους απομακρύνουμε. Κι αλίμονο, δε μας ταιριάζουν όλοι. Με άλλους είναι σαν να τους ξέρουμε από πάντα, ενώ άλλοι σαν να μην ήταν γραφτό ποτέ, ούτε καν, να τους γνωρίσουμε.
Η μεγαλύτερη σύνδεση που μπορούμε να αποκτήσουμε με έναν άλλον άνθρωπο είναι η εγκεφαλική. Η ταύτιση δυο σκέψεων. Η μηδενική απόκλιση των πεποιθήσεων, η αλληλοκατανόηση. Όταν αποκτάμε εκτίμηση για ένα άτομο, συνήθως αυτό προέρχεται απ’ το σεβασμό που τρέφουμε στο μυαλό του, στο πώς αυτό λειτουργεί, σκέφτεται κι αντιδράει σε όλες τις συνθήκες και περιπτώσεις. Κι εδώ με ελάχιστους θα ταιριάξουμε.
Κάποιοι είναι άξιοι κι ικανοί στα επαγγελματικά τους, με καταξιώσεις και πτυχία, γνώσεις που τους καθιστούν αυθεντίες, μα στην προσωπική τους ζωή καμιά προαγωγή, ούτε καν μια βολική θεσούλα. Η κοινωνικότητα κι η συναισθηματική τους νοημοσύνη αργές αν όχι ανύπαρκτες κι ενώ άλλες ώρες γνωρίζουν τα πάντα, εδώ δεν κατανοούν ούτε τα βασικά.
Κι όλο αυτό συνήθως έχει μια λογική εξήγηση. Οι άνθρωποι που είναι πλήρως αφοσιωμένοι στους επαγγελματικούς τομείς, απορροφούνται απ’ αυτή τους τη συγκέντρωση και την πειθαρχημένη καθημερινότητά τους κι επιλέγουν συχνά ασυνείδητα να ζουν μέσα σ’ αυτήν την οφθαλμαπάτη. Ζουν μέσα απ’ τη δουλειά τους και χάνουν το υπόλοιπο κομμάτι της ζωής τους, την κοινωνικότητά τους, τις προσωπικές κι ερωτικές τους σχέσεις. Χάνοντας εννοούμε πως τις αφήνουν πίσω.
Τα προσωπικά τους παίρνουν δευτερεύοντα ρόλο γι’ αυτούς και δεν αφιερώνουν το σύνολο του εαυτού τους στην κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Έτσι γίνονται αφελείς στις συναισθηματικές πτυχές τους. Μπορούν να κατατροπώσουν έναν ανταγωνιστή, αλλά δεν μπορούν να φλερτάρουν κάποιον που τους ενδιαφέρει. Μπορούν να επιλέξουν τις πιο συμφέρουσες προτάσεις, όχι όμως να συνομιλήσουν και να δημιουργήσουν φιλικές σχέσεις. Ένα καθαρό δείγμα κοινωνικής τουλάχιστον αφέλειας ή απλώς αδυναμίας προσαρμοστικότητας.
Και χωρίς να ισχύει πάντα είναι πια συχνό φαινόμενο, όσο μεγαλύτερη επαγγελματική άνοδο παρουσιάζει ένα άτομο, τόσο περισσότερο τον απορροφά η ρουτίνα και τον απομακρύνει απ’ την πραγματική συναισθηματική ζωή, με όσα αυτή περιλαμβάνει.
Και πώς είναι δυνατό να ξεχωρίσουμε με διακριτές γραμμές αν αυτό που λαμβάνουμε ως έλλειψη ανταπόκρισης ή αδιαφορία είναι δείγμα αμηχανίας κι αφέλειας, ανικανότητας να συμβαδίσουν με την εποχή; Γιατί η υποβάθμιση της συναισθηματικής νοημοσύνης, μόνο να υποβαθμίσει γενικότερα μπορεί έναν άνθρωπο. Γιατί όσο καριερίστας και να είναι, θα επιθυμεί ζωή κι εξέλιξη κι εκτός δουλειάς. Ή τουλάχιστον θα έπρεπε να το κάνει, για να εξασφαλίσει μια ισορροπημένη ζωή.
Οι άνθρωποι γενικότερα στις σχέσεις τους και τις επιλογές τους παίζουν μεταξύ αφέλειας κι ευκολοπιστίας. Επιλέγουμε ή όχι να πιστέψουμε κάποιον και τα κριτήρια που χρησιμοποιούμε κάθε φορά για να το κάνουμε αυτό, δείχνουν ποιοι είμαστε και πώς αντιμετωπίζουμε τους ανθρώπους γύρω μας. Τα κριτήρια αυτά είναι που διαφοροποιούν έναν υποκειμενικά ηλίθιο από έναν ευκολόπιστο άνθρωπο. Και λέω υποκειμενικά γιατί ο κάθε άνθρωπος ορίζει τις δικές του σταθερές σε όλα τα θέματα, συμπεριλαμβάνοντας και την ευφυΐα. Τα πάντα στη ζωή είναι θέμα υποκειμενικότητας.
Ένας άνθρωπος που δεν έχει κατανοήσει τους ορούς της ζωής του, μην κατανοώντας τον κίνδυνο, τους νόμους και την παρανομία, κλείνοντας τα μάτια στην πραγματικότητα, ενδιαφερόμενος μόνο για δικές τους ουτοπίες, απ’ το κοινωνικό σύνολο δεν μπορεί πάρα να χαρακτηρισθεί ως αφελής. Αλλά υπάρχουν κι οι άλλοι. Οι αγαθοί άνθρωποι που δεν μπορούν να βάλουν με το νου τους τίποτα κακό. Έχουν προσαρμοστεί στην πραγματικότητα που βιώνουν, αλλά δυσκολεύονται να αντιληφθούν την κακία και τον εγωισμό του κόσμου. Το ψέμα ποτέ δεν το καταλάβαιναν κι ούτε θα το κάνουν τώρα. Δε θα αλλάξουν αυτοί γιατί άλλαξε ο κόσμος στον οποίον ζουν.
Μπερδέψαμε τους ανθρώπους. Αποθεώσαμε τους ηλίθιους, τους ανεβάσαμε ψηλά, τους δώσαμε τα πάντα και κρύψαμε, χαντακώσαμε, καθέναν που άξιζε πολλά κι είχε να δώσει και πολλά. Κι αυτό γιατί δεν είχε τα κότσια να γίνει όσο αδίκαστος έγιναν οι υπόλοιποι. Καλύτερα ευκολόπιστος, λοιπόν, παρά αδυσώπητος. Καλύτερα ανθρώπινος κι ας την πατήσει ξανά και ξανά.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη