Μεγαλώνοντας, συνήθως, αλλάζουμε κάποιες απ’ τις δομές που στηρίζονται οι ζωές μας. Ζούμε, αλληλεπιδρούμε και προσαρμοζόμαστε ανάλογα. Κι αυτό είναι και το αναγκαίο, αφού χρειαζόμαστε αυτήν την αλλαγή. Για να εξελιχθούμε, για να περάσουμε από μια βασική φάση ζωής στην επόμενη, που –καλή ή κακή– θα μας εξελίξει. Οτιδήποτε διαφορετικό βιώνουμε μας πηγαίνει μπροστά. Γιατί μας δοκιμάζει σε κάτι πρωτόγνωρο.

Μέχρι που οι άνθρωποι σταμάτησαν να αναλαμβάνουν ευθύνες. Έπαψαν να πορεύονται με τους δικές τους δυνάμεις, τουλάχιστον στη δικιά μας χώρα. Στο εξωτερικό, θέμα κουλτούρας θέλεις να το πεις ή συνήθεια αυτό δεν ισχύει. Εκεί δεν τους δίνεται καν η επιλογή, αλλά ωθούνται σχεδόν καταναγκαστικά απ’ τους ίδιους τους γονείς στην ανεξαρτησία.

Φεύγουν απ’ το σπίτι τους στην ηλικία των 18, με δεδομένη την απελευθέρωση των γονέων απ’ την ευθύνη τους. Κι έτσι βρίσκουν εργασία, νοικιάζουν σπίτι, στηρίζονται στον εαυτό τους και μόνο σε αυτόν και σε ό,τι έχει αυτός να τους προσφέρει. Μαθαίνουν να ζουν μόνοι τους και να έχουν τον εαυτό τους ως αυτοσκοπό και προτεραιότητα.

Μα στην Ελλάδα η κατάσταση είναι διαφορετική. Εδώ τέτοια δεδομένα είναι ανήκουστα, ίσως και κατακριτέα. Δεν τίθεται θέμα φυγής, μα στήριξη απ’ το οικογενειακό περιβάλλον μέχρι να νιώσουν αυτοί έτοιμοι -ίσως και ποτέ. Φτάνουν σε μεγάλες δεκαετίες, κάνουν οικογένεια, παιδιά, εργάζονται, ζουν τη ζωή τους σε φυσιολογικά πλαίσια, κατά τα άλλα, κι ακόμα δεν έχουν τη δύναμη να αποδεσμευτούν απ’ την οικογένεια και να ζήσουν μέσα σε αποκλειστικά δικά τους δεδομένα.

Και δεν μπορούμε να κρίνουμε απόλυτα σωστά και λάθη, γιατί η απάντηση, όπως και τις περισσότερες φορές, βρίσκεται κάπου στη μέση. Δεν μπορώ να θεωρήσω καθόλου ευνοϊκή για την ανάπτυξη ενός ενήλικα την παραμονή στο πατρικό μέχρι τη δεκαετία των τριάντα. Μεγαλώνει χωρίς να ωριμάζει, μαθαίνει να έχει ό,τι χρειάζεται έτοιμο απ’ τους άλλους και να μην προσπαθεί, να μη δυσκολεύεται, σχεδόν, για τίποτα στη ζωή του. Να έχει πάντα δικλίδα ασφαλείας το σπίτι, χωρίς προσφέρει εκείνος τη μέγιστη προσπάθεια που θα είχε καταβάλει σε άλλες περιπτώσεις, για την επίτευξη μιας δραστηριότητας, σημαντικής ή όχι, μικρή η σημασία. Πολλές φορές δεν ευθύνονται οι ίδιοι ούτε είναι απόφασή τους, αλλά έρχεται ως αποτέλεσμα οικονομικών προβλημάτων. Κι αυτό είναι και το πιο σύνηθες. Και πάλι, όμως, το αποτέλεσμα αυτό δεν αλλάζει. Οι ίδιες συμπεριφορές δημιουργούν ίδιους, ευθυνόφοβους, ανθρώπους.

Απ’ την άλλη, αυτό του προσφέρει ένα τρομερό δέσιμο με τους ανθρώπους του, αφού εκτός απ’ το ίδιο αίμα μοιράζονται κι όλα τα υπόλοιπα. Σπίτι, φαγητό, συζητήσεις, καθημερινότητα. Γίνεται μέρος της ρουτίνας τους, που τους καθιστά πια απαραίτητους τον ένα για τον άλλον, αφού η συνήθεια είναι η πιο δυνατή σχέση, ασυζητητί.

Μα κι οι σχέσεις των γονέων με τα παιδιά εκτός συνόρων είναι αρκετά δύσπεπτες στην κατανόηση. Ζώντας μια ελληνική καθημερινότητα, μας φαίνεται –το λιγότερο– περίεργο, ένα παιδί που δεν είναι έτοιμο ακόμα να σταθεί στα πόδια του, που δεν έχει πατήσει καν τη δεύτερη δεκαετία, να μην έχει τη στήριξη που χρειάζεται, οικονομική και ψυχική, απ’ τους οικείους του.

Οι γονείς οφείλουν να μεγαλώσουν ένα παιδί, αλλά δεν παύουν μετά την ενηλικίωσή του να ‘ναι γονείς. Το να μη θέλεις να θρέψεις ανώριμους ανθρώπους μέχρι το να φέρεσαι σκληρά, δίχως να σκέφτεσαι το άγχος που δημιουργείς στο παιδί σου, έχει πολύ λεπτές γραμμές. Ίσως αυτή η απόσταση –ακόμη κι αν έχει θετική πρόθεση– να δημιουργεί σχέσεις προβληματικές, με παιδιά που δε μιλάνε με τους γονείς τους, δεν επικοινωνούν συχνά, δε μοιράζονται πράγματα, σπάνε αυτό το μαγικό δέσιμο αγάπης.

Γιατί όταν οι μόνοι που έχεις στη ζωή σου την προκειμένη στιγμή, μοιάζουν να σου γυρνάνε την πλάτη, όταν κι αν τους έχεις ανάγκη, δημιουργείται ένα εσωτερικό κενό, μια έλλειψη εμπιστοσύνης, που δύσκολα αναπληρώνεται ή καλύπτεται από μια ηλικία και μετά, όπου η πρόθεση να γίνει αυτό κι η ανάγκη των παιδιών όλο και μειώνεται.

Σκληρός ίσως τρόπος, όμως έτσι δημιουργούν παιδιά που δεν έχουν ανάγκη κανέναν! Δημιουργούν θαρραλέους ανθρώπους που τα βγάζουν πέρα σχεδόν σε όποια κατάσταση τους βάλεις. Θα παλέψουν, θα ζοριστούν, αλλά πάντα στο τέλος θα τα καταφέρνουν. Χαρακτηριστικά, δηλαδή, επιτυχημένων ανθρώπων.

Κι όπως σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις, αλλά και σε απλές καθημερινές πράξεις, η λύση βρίσκεται πάντα στην ισορροπία. Δεν μπορείς να επιτυχείς κάτι με απόλυτη ορθότητα χωρίς αρμονία και μέτρο. Ένα είδος προσωρινής αποστασιοποίησης κι ανάλυσης της κατάστασης, με όσο πιο αντικειμενικά κριτήρια είναι δυνατόν.

Ναι, η ελληνική κοινότητα έχει θρέψει κατά βάση φοβισμένους ανθρώπους, τρομαγμένους μπροστά στη ζωή και διστακτικούς μπροστά στην πραγματικότητα. Εξαρτημένους απ’ τη συνήθεια και δειλούς μπροστά στην αλλαγή. Μα μεγαλωμένους με αγάπη και φροντίδα, σε περιβάλλοντα ήρεμα, μιας σχετικής ευημερίας. Οι ξένοι πάλι δημιουργούν δυναμικούς ανθρώπους κι ανεξάρτητους, ικανούς και προσαρμοστικούς. Μα στερούνται συχνά, ψυχικής γαλήνης κι ισχυρών οικογενειακών δεσμών.

Ό,τι και να κάνετε, όπως και να φερθείτε, να είστε πάντα μεταξύ των ορίων της λογικής με το συναίσθημα. Κάπου στα σύνορα αυτών θα βρεθεί ο κατάλληλος τρόπος αντιμετώπισης τέτοιων περιπτώσεων, βουτηγμένων πάντα στο νοιάξιμο, αλλά και στην παρότρυνση επίτευξης προσωπικών στόχων, χωρίς ποτέ το ένα να αναιρεί το άλλο.

 

Συντάκτης: Χριστίνα Καρυοφυλλίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη