Έχει περάσει καιρός. Δε γυρίζει πια στις σκέψεις σου. Το πρόσωπο εκείνο σου είναι πια σχεδόν αδιάφορο. Δε σε ενδιαφέρει τι κάνει και πού βρίσκεται. Και με περήφανο τόνο σχεδόν, δηλώνεις, σε φίλους και γνωστούς, ότι ξεπέρασες το παρελθόν σου. Και πόσο έτοιμος είσαι να πας παρακάτω. Και τότε τσουπ! Τον βλέπεις μπροστά σου με νέο πρόσωπο. Μα πώς τολμάει. Δεν πέρασε δα και τόσος καιρός.
Το μυαλό παίζει τα δικά του παιχνίδια. Και κυρίως, με τους δικούς του όρους. Σε αφήνει να πλάθεις θεωρίες. Μα ο έρωτας είναι χειρότερος. Αυτός σε γεμίζει με ανασφάλειες κι αμφιβολίες. Και ο άνθρωπος είναι κτητικό ον. Με τον εγωισμό σαν κυρίαρχη αξία στη ζωή του.
Κι όταν ο άνθρωπός σου, ή έστω αυτός που κάποτε ήταν, έχει προχωρήσει τη ζωή του, αναπόφευκτα γεννιέται ένα άσβηστο μίσος για τον επόμενο που τόλμησε να στον πάρει. Κι αυτό το μίσος πάντα, καλώς η κακώς, συνοδεύεται από μια γερή δόση ανασφάλειας. Μα το χειρότερο είναι άλλο. Ναι, κι όμως, υπάρχει κάτι χειρότερο. Το μυαλό σου θα μπει κατευθείαν στο τριπάκι της σύγκρισης. Αν ήσουν αρκετά εντάξει, ή μήπως το παρόν του είναι καλύτερο από σένα. Μια σύγκριση που θα σε τρελάνει. Θα σου διαλύσει το μυαλό. Ειδικά, αν δεν είσαι ακόμα πραγματικά έτοιμος να ξεπεράσεις την όλη ιστορία.
Μάθε λοιπόν πως ο όρος «αρκετά καλός», ή «λιγότερο καλός», δεν υπάρχει κι ούτε υπήρξε και ποτέ. Οι άνθρωποι δεν είναι αντικείμενα. Δεν έχουν καρτελάκι αλλαγής. Δεν μπορούμε να τους συγκρίνουμε με βάση ορισμένα κριτήρια που εμείς πιστεύουμε, αυθαίρετα, ότι υπακούν στην πραγματικότητα. Οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί. Είναι ένα σύνολο υποκειμενικών λόγων που τους καθιστά μοναδικούς. Οι άνθρωποι είναι η χημεία που ανταλλάσσουν. Οι στιγμές που δημιουργούν. Είναι η αύρα τους.
Η εξωτερική εμφάνιση είναι πάντα το πιο κοινότυπο και λανθασμένο κριτήριο. Κι όμως, αυτό χρησιμοποιούμε σχεδόν πάντα, για να κρίνουμε οντότητες. Να καταδικάσουμε ή να αποθεώσουμε. Μα εδώ μπαίνει στη μέση ο έρωτας. Ο πόθος κι η ζήλια. Αυτοί οι αστάθμητοι παράγοντες, που αλλάζουν όλα τα δεδομένα, του σωστού και του λάθους στη ζωή.
Εσύ είσαι όμως έχεις ακόμα πληγές ανοιχτές, έχεις χάσει τον άνθρωπό σου. Η μοναξιά γίνεται φίλη σου σου και νομίζεις πως κάθε επόμενο είναι καλύτερο ή χειρότερό σου. Όμως κάνεις λάθος, μάτια μου. Κανείς δεν είναι καλύτερος απ’ τον άλλον. Ξεχνάς τη μοναδικότητά σου. Κι αλίμονο, αν δεν το πιστεύεις αυτό για τον εαυτό σου. Πώς τολμάς; Είσαι αλλιώς κι αυτό το αλλιώς είναι υπέροχο. Κι αν δεν το εκτίμησαν σωστά οι άνθρωποι που βρέθηκαν στη ζωή σου, δεν άξιζαν να είναι σε αυτήν ποτέ.
Ναι, το άτομο που κάποτε αγάπησες, τώρα είναι κάπου αλλού. Κι εσύ πονάς -κατά βάθος ναι, πονάς- κι ελέγχεις κάθε τους κίνηση. Κρίνεις κάθε φωτογραφία τους. Βρίσκεις ψεγάδια και γίνεσαι ο πιο αυστηρός κριτής. Γιατί κατέχει κάτι, που αξίζει πολλά για σένα, κι αυτό δεν αλλάζει, κι αυτό είναι ως ένα βαθμό επιτρεπτό. Ναι, θα σχολιάσεις, θα βγάλεις κακία κι ίσως αδικήσεις. Δεν πειράζει, όσο αυτό δε σε αλλάζει και δεν ξεχνάς ποιος είσαι και τι αξίζεις.
Έχεις προσωπικότητα κι αυτή περιλαμβάνει όλα αυτά τα μικρά πραγματάκια που είναι αναντικατάστατα. Κανένας άνθρωπος δεν είναι μόνος του αναντικατάστατος, αλλά ο συνδυασμός αυτών, ναι, είναι. Κάνεις δε θα ξαναβρεί έναν άνθρωπο ίδιο με σένα. Κι αυτό πρέπει να σου λέει κάτι.
Μην τη φοβάσαι τη σύγκριση. Οι καταστάσεις φέρνουν άτομα στη ζωή μας, η τύχη κι οι συγκυρίες κι αυτές δεν επιλέγουν πάντα πανομοιότυπα ανθρωπάκια, αλλά άτομα που ήταν γραφτό να βρεθούν – ίσως όχι πάντα να μείνουν, αλλά τουλάχιστον να βρεθούν. Μην επιτρέψεις λοιπόν στον εαυτό σου μια τόσο ψυχοφθόρα διαδικασία, να αναλύσεις το «γιατί», τα κοινά σημεία και τα ελαττώματα.
Έχεις δημιουργήσει κοινές στιγμές κι όνειρα με έναν άνθρωπο. Με έναν άνθρωπο που τώρα πια δεν είναι ο άνθρωπός σου. Αυτός μπορεί να έφυγε, αλλά οι στιγμές έμειναν. Είναι αυτό που θα μοιράζεστε για πάντα. Και πίστεψέ με, δε θα βρει κανένα σαν και σένα. Ούτε τώρα, μα ούτε και ποτέ.
Γιατί να σου πω κάτι; Έτσι, μεταξύ μας.
Κανείς δε θα ‘ναι εσύ, ρε αγάπη μου -κι αυτή είναι η δύναμή σου.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη