Περνάμε κλασικά βραδινά σε μπαλκόνια, με άφθονες μπίρες, τραγούδια για να κλάψουμε ή να χορέψουμε, ανάλογα τη διάθεση και πάντα κάτι λείπει. Κάτι για να ολοκληρώσει την πληρότητα που νιώθουμε κι από ψυχική μόνο να την κάνει και σωματική. Και κάπως έτσι, οι σκέψεις περί ντελίβερι αρχίζουν να μας περικυκλώνουν.
Μα πριν προλάβουμε να το ξεστομίσουμε και να πέσει σαν βόμβα στα υπόλοιπα πεινασμένα μέλη της παρέας, πρέπει πρώτα να σκεφτούμε τις συνέπειες. Καθώς κάποιοι, οι γνωστοί άγνωστοι, θα πέσουν αμέσως στα δίχτυα οποιασδήποτε νόστιμης λιχουδιάς προτείνουμε, πληκτρολογώντας ήδη το τηλέφωνο, για να μη χρονοτριβούμε άλλο. Μα υπάρχουν κι οι άλλοι που θα μας πυροβολήσουν με ερωτήσεις που πάντα πονάνε όταν αναφέρονται σε απορίες όπως «εσύ δεν έκανες δίαιτα;». Και θα μας χτυπήσει στην καρδιά, κάνοντάς μας να αποχαιρετάμε την ιδέα και να βυθιζόμαστε στην προηγούμενη θλιμμένη και βαρετή πραγματικότητα.
Γιατί όπως και να ‘χει, θα το διπλοσκεφτούμε, φτιάχνοντας διλήμματα στο μυαλό μας. Απ’ τη μία η εικόνα φαγητού που μπορούμε να παραγγείλουμε και πιο σπάνια να φτιάξουμε, με όλες τις λαχταριστές επιλογές που μπορούμε να προσθέσουμε κι απ’ την άλλη τους κοιλιακούς που αρνούνται πεισματικά να εμφανιστούν και να δεις που πάλι κι αυτό το καλοκαίρι, για κάποιον άγνωστο λόγο, δε θα τους έχουμε αποκτήσει.
Μα όσο σκέψη και να προϋποθέτει, κι εσύ κι εγώ το ξέρουμε, κι ο κανόνας είναι απλός. Αν το σκεφτεί ο ένας, θα παραγγείλουν όλοι. Άγραφος, εσωτερικός νόμος, ρε παιδί μου. Δεν μπορεί κανείς να κρατηθεί αφού βλέπει τον έναν -με μπόνους την ακατανίκητη αίσθηση ότι όσο παχυντικό και να είναι κάτι, αν το φάνε όλοι παύει να είναι.
Όταν γίνεται μια ομαδική παραγγελία, ή ένα ομαδικό φαγοπότι, τέλος πάντων, κανείς δε σκέφτεται τις θερμίδες. Είναι σαν να μοιράζονται, μαζί με τις τύψεις κι αυτές και να διαλύονται στην ηδονή της πρώτης μπουκιάς. Πάνε κι οι ενοχές, πάνε κι όλα! Κάπως μαγικά νιώθεις δικαιολογημένος, αφού μαζευτήκατε όλοι και δεν μπορείς να το αποφύγεις. Ξενέρωτο στο φαΐ να σε πουν; Ιεροσυλία.
Και στην τελική, είναι μια μικρή στιγμή που θα σε κάνει, έστω και στιγμιαία, τόσο ευτυχισμένο. Τι το σκέφτεσαι, μωρέ, ξανά και ξανά; Μία μέρα θα κάνει τη διαφορά; Φαντάσου να ήσουν και μόνος. Αυτό ναι, αμάρτημα! Δεν το ξέρει κανείς, μπορείς να μην το αναφέρεις και να γίνεις ένοχος της κοιλιοδουλείας σου! Και να υπάρχουν τα φιλαράκια σου, στην άλλη πλευρά της πόλης, που θα νιώθουν απείρως μόνα για να παραγγείλουν.
Ενώ όταν είναι όλοι παρόντες τέτοιοι κρυψίνοες απορρίπτονται. Τίποτα δεν κρύβεται, τρώμε όλοι, απολαμβάνουμε όλοι και δεν παχαίνουμε. Κι όποιος πει κάτι το αντίθετο, απαιτώ στοιχεία για να στηρίξει τον ισχυρισμό του. Γιατί όλοι μπορούμε να δηλώσουμε αθώοι, μέχρι να αποδειχτεί το αντίθετο, μέχρι μια εμφάνισή μας στην παραλία, ας πούμε.
Κι είναι απ’ τα καλύτερα αισθήματα που έχουμε βιώσει. Γιατί τέτοια αθώα, μεταμεσονύκτια γεύματα, μας κάνουν ένα τσακ πιο χαρούμενους, πιο ήρεμους κι έτοιμους να συνεχίσουμε τη βραδιά μας με τον όποιον τρόπο. Να συνεχίσουμε με ποτό, γλυκό και κουβέντα απ’ τη ρόμπα της γειτόνισσας, που ξέχασε το φως ανοιχτό, μέχρι το άπειρο των στιγμών. Ρομαντικοί και νηστικοί είμαστε. Όποια ώρα, όποια στιγμή. Γι’ αυτό φάε τώρα που είμαστε πολλοί. Μην το αφήσεις για άλλη φορά, θα το μετανιώσεις. Το κοντέρ δε μετρά, φάτε!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη