Άνθρωποι. Άνθρωποι γεμάτοι ελαττώματα, λανθασμένες επιλογές, μα και ομορφιά και λάμψη. Στα μάτια, στο χαμόγελο, στην ψυχή τους. Και με την αγάπη μας γι’ αυτούς, όλα, λίγο πιο πολύ, ενισχύονται. Κι εμείς τους αγαπάμε κι ας είναι ατελείς. Η εντέλεια άλλωστε, ποτέ δε μας εντυπωσίαζε.
Και οι φίλοι μας, αυτοί οι λατρεμένοι άνθρωποι που ανέχονται κάθε λάθος, με υπομονή και έγνοια. Αυτοί που είναι εκεί, όταν οι υπόλοιποι φεύγουν. Που στα ζόρικα κλαίνε μαζί μας, δε μας δίνουν απλώς το χέρι και ύστερα αποχωρούν. Τα φιλαράκια μας, που όχι απλώς περνούν τη διαχωριστική γραμμή των γνωστών, μα γίνονται κομμάτι των στιγμών, των ονείρων, της ζωής μας ολόκληρης.
Και τι τυχεροί που είμαστε! Δεν έχουν όλοι την ευκαιρία και τύχη συνάμα, να γνωρίζουν άτομα που κουμπώνουν τόσο αρμονικά. Άτομα που έρχονται κάποια στιγμή στη διάρκεια της ζωής μας, «τυχαία», και μας κάνουν να γνωρίσουμε την αξία της τυχαίας αυτής στιγμής, της μοίρας. Άτομα, που αν τα αφαιρούσαμε απ’ την καθημερινότητά μας, κάτι ξαφνικά, δε θα είχε τη σημασία που είχε πριν. Οι όμορφες στιγμές άλλωστε, αν δεν τις μοιραστείς, χάνουν την αίγλη και την αξία τους, σχεδόν ολοκληρωτικά.
Κι επειδή ακριβώς πρόκειται για τους φίλους μας, για το παρεάκι μας, τα λέμε όλα όπως είναι. Αφιλτράριστα, χωρίς παραπλανητικά στολίδια που καλύπτουν περίτεχνα την πραγματικότητα. Δεν παρεξηγούν, δε θυμώνουν, δε μας αφήνουν. Γνωρίζουμε ο ένας τον άλλον και δεν αφήνουμε λογούς «επιφανειακούς» να μπουν στο δρόμο μας. Και μαλώνουμε και φωνάζουμε, δε λέω. Μα τα βρίσκουμε, γιατί τυλιγόμαστε σε ειλικρινή λόγια και αυθόρμητες αγκαλιές -κι έτσι όλα τα αντιμετωπίζουμε.
Κι αν θέλουμε κάτι απ’ αυτούς είναι να τους κάνουμε την καλύτερη εκδοχή τους. Γι’ αυτό τους μιλάμε, γι’ αυτό τους συμβουλεύουμε, γι’ αυτό διαφωνούμε. Γιατί εμείς, πάση θυσία, την αλήθεια μας θα την πούμε! Δε παν να θυμώσουν μαζί μας. Δεν παν να μας φωνάξουν. Ξέρουν αυτοί. Ξέρουμε κι εμείς. Δε θα πάνε πουθενά. Θα μείνουν ν’ ακούν, λόγια που δε θέλουν, από άτομα όμως, που έχουν δώσει κάθε δικαίωμα και μόνο σ’ αυτά, να τα λένε. Δυνατά και ηχηρά.
Και ‘μείς τους λέμε όλα, όσα δε θέλουν ν’ ακούσουν. Όλα. Και δεν αφήνουμε τίποτα. Αναλύουμε, με το έτσι θέλω όλους τους φόβους τους. Τους βρίζουμε για ό,τι ασυναρτησία έκαναν. Μιλάμε και σκληρά πολλές φορές, και ίσως τους πληγώσουμε κιόλας άθελά μας. Γιατί θέλουμε αυτοί που αγαπάμε να είναι «τέλειοι»! Στα μάτια τα δικά μας τουλάχιστον. Να μην κάνουν λάθη, που θα μετανιώνουν και θα τους πονάνε αργότερα. Τους θέλουμε ευτυχισμένους. Κι είμαστε διατεθειμένοι να μας μισήσουν τώρα, πάνω στη στιγμή, έτσι ώστε αργότερα να γίνουν η βέλτιστη εκδοχή του «είναι» τους.
Αυτό θέλουμε γι’ αυτούς και δε συμβιβαζόμαστε με τίποτα λιγότερο. Ό,τι καλύτερο, πάντα. Γι’ αυτό και συνήθως μιλάμε για τα μειονεκτήματά τους. Κι ας έχουν ένα σωρό όμορφα πράγματα να πούμε γι’ αυτούς, σε αυτούς. Όχι! Εμείς πάντα θα διαλέγουμε ό,τι πρέπει να δουλέψουν λίγο παραπάνω μέσα τους. Γι’ αυτούς. Και για κανέναν άλλον. Κι όσο βολικό κι εύκολο και να ήταν να εξυμνήσουμε τους λόγους της απέραντης αγάπης μας, εμείς διαλέγουμε το «δύσκολο» δρόμο.
Κι αυτή είναι η διαχωριστική γραμμή με τους απλούς γνωστούς, τους ξένους κοινώς. Στους ξένους δε θα λέγαμε ποτέ για τα μειονεκτήματα των ανθρώπων μας, πώς να το κάνουμε. Δε θα τους εκθέταμε ποτέ. Γιατί είμαστε απόλυτοι και δε θέλουμε κανένας να σκεφτεί από αφέλεια ή και μόχθο, κάτι κακό γι’ αυτούς. Πάντα θα λέμε για την όμορφη ψυχή τους και θ’ αναλύουμε τα πιο όμορφα χαρακτηριστικά τους. Τα πανέμορφα πράσινα μάτια τους, την ανεξάντλητη γενναιοδωρία τους, τη δυναμικότητά τους, την έμφυτη αισιοδοξία τους.
Κι όλα αυτά για να δώσουμε μια τόση δα ιδέα, για το τι είδους ανθρώπους έχουμε διαλέξει να βρίσκονται δίπλα μας. Είμαστε περήφανοι γι’ αυτούς και θέλουμε με έμμεσο και διακριτικό τρόπο να το διαδώσουμε. Τους αγαπάμε ό,τι λάθη και να κάνουν. Και δε θα μοιραζόμασταν ποτέ πράγματα που τους αφορούν, ακόμη κι αν οι ίδιοι δεν είχαν πρόβλημα. Έτσι ορίζεται η φιλία για μένα. Στην αυτόματη κατανόηση αυτής της διαφοράς χωρίς ανάγκη περαιτέρω διευκρίνησής της.
Γι’ αυτό κι εμείς αρπάζουμε απ’ το χέρι την παρέα της καρδιάς μας, φοράμε το πιο πλατύ μας χαμόγελο και βουτάμε σ’ ό,τι ατυχία ή ανέλπιστη χαρά βρεθεί μπροστά μας. Μετά με κρύες μπίρες ή κούπες ζεστού καφέ, σε μια ταράτσα με θέα, μ’ όλη μας την αγάπη και με υπεραναλυτικό τρόπο, τους εξηγούμε ό,τι σκεφτόμαστε και τι προτείνουμε για να βοηθήσουμε σε κάθε δυνατή περίσταση, τόπο και χρόνο. Ένα εναλλακτικό είδος ψυχοθεραπείας. Αλλά μόλις φύγουμε από εκεί, για τους «έξω», τα φιλαράκια μας δεν έχουν στα μάτια μας, ούτε ένα τόσο δα μικρό ψεγάδι.
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου