Μετά από καιρό, μπορώ πια να έχω κάποια καλύτερη άποψη για τα δεδομένα. Ολοκληρωμένη, αποστασιοποιημένη κι όσο το δυνατόν αντικειμενικότερη. Ξέρω πού έφταιξα, δε με δικαιολογώ, ούτε και ‘σένα. Δεν ήσουν τέλειος, ήσουν άλλες φορές λίγος, άλλες υπεραρκετός. Ασταθής και περίεργος, επέμενες να μ’ αφήνεις άναυδη μπροστά στη συνέπειά σου στην επανάληψη. Μια ασυνεννοησία που έκανε κύκλους, σερβίροντας ερωτηματικά.
Προσπαθώντας να σε κατανοήσω κι ίσως και να σε αθωώσω, είδα τα λάθη σου. Κάποια τα καταλαβαίνω∙ περίεργοι οι άνθρωποι, πολλές φορές δειλιάζουμε μπροστά στον έρωτα, μπροστά στην αλλαγή. Άλλα τα χρεώνω στο δικό μου μυαλό, σε πιθανές κακές αντιδράσεις μου, στη ρουτίνα και σ’ αυτό το «πολύ» που δεν ξέραμε πώς να το διαχειριστούμε. Κάποια αδυνατώ να τα κατανοήσω και πιο πολύ δεν μπορώ να δώσω απαντήσεις σε υποθετικά σενάρια. Αυτά που δεν έγιναν χωράνε τις απαντήσεις που θέλω περισσότερο, αυτές που θα μου λύσουν τις πιο πολλές μου απορίες για σένα.
Δεν είμαι καν σίγουρη πού οφείλεται η γνωριμία μας. Ίσως σε μια σειρά τυχαίων γεγονότων που έδεσαν πέντε-δέκα στιγμές. Γιατί δεν ξέρω για σένα, αλλά εγώ δε διαχωρίζω αν οι συγκυρίες μας ένωσαν ή απ’ τη στιγμή που γνωριστήκαμε ο έρωτας ήταν μονόδρομος. Αν, δηλαδή, καμία τύχη δεν είχαμε ανάγκη για να καταλήξουμε μαζί.
Το υποθετικό σενάριο να σε έβλεπα αύριο σαν να ‘ταν η πρώτη φορά και να μη μου έδινες κάποια σημασία, να μιλούσαμε χωρίς να επικοινωνούμε, ή να μην τύχαινε καν να υπάρξουμε σε κοινά δεδομένα τόπου και χρόνου και να μη γνωριζόμασταν, με τρομάζει. Δεν ξέρω αν πιστεύω στο κάρμα και στην προκαθορισμένη κατάληξη ορισμένων πραγμάτων, όμως πιστεύω στη δύναμη των ενεργειών. Πιστεύω στην επικοινωνία των ψυχών και στη χημεία των σωμάτων. Η τύχη συμπληρώνει το συναίσθημα και χρειάζεται για να λειτουργήσει κι αυτό σωστά.
Ό,τι μας εμπνέει ο καθένας είναι μοναδικό. Αν μπορούσαμε να απομονώσουμε στιγμές και να βγάλουμε τους εαυτούς μας απ’ τις καταστάσεις, θα μπορούσαμε και να καταλάβουμε την αυθεντικότητα του συναισθήματός μας. Γιατί εγώ, ναι, το πιστεύω. Και σε άλλο χρόνο να σε γνώριζα, πάλι θα πρόσεχα το άρωμά σου, πάλι θα παρατηρούσα τα μαλλιά σου, θα κολλούσα στη βαθιά φωνή σου, πάλι θα χάζευα τη μελαγχολία στο βλέμμα σου -που με άφηνε να αναρωτιέμαι τι μπορεί να έχεις περάσει. Θα παρατηρούσα απ’ την πρώτη κιόλας γνωριμία τις χαρακτηριστικές κινήσεις σου, τα νεύματα και τις εκφράσεις σου. Θα ξαναερωτευόμουν όλα αυτά που ερωτεύτηκα και την πρώτη φορά.
Για μένα είμαι σίγουρη πως θα την πατούσα ξανά μαζί σου, αν γυρνούσα το χρόνο, για ‘σένα όμως δεν ξέρω -κι ούτε πιστεύω πως θα μάθω και ποτέ. Μου έδειξες όσα ποτέ δε θα τολμούσα να ζητήσω κι ίσως τώρα να γίνομαι άδικη. Η κατάληξη, όμως, των πραγμάτων με έκανε να αμφισβητήσω μέχρι και την αρχή τους. Κι εσύ τώρα –μετά από όλα όσα περάσαμε κι όσα έντονα νιώσαμε– μπορεί να αμφιβάλλεις για την ένταση.
Γιατί μπορεί να σε κούρασαν όσα σε πείραξαν απ’ την αρχή σε μένα. Μπορεί με τα χρόνια να άλλαξες, κι εσύ, κι οι προτεραιότητες, κι οι επιλογές σου. Αλλάζουν οι άνθρωποι και για κανέναν δεν μπορώ να ‘μαι σίγουρη πια. Μετά από καιρό, μπόλικες εμπειρίες στην πλάτη σου, καβγάδες κι εντάσεις, έγινες άλλος. Κι ίσως να μην το κατάλαβες, αλλά είναι όλα αλλιώς, εσύ, όσα θες, όσα απαιτείς, όσα απολαμβάνεις. Κι ίσως να μην ήμουν πια η μία και μόνη σου επιλογή.
Περνάει ο καιρός, περνάνε κι οι άνθρωποι, μα δεν ξεχνιούνται. Τουλάχιστον όχι από μένα. Για σένα, για όσα ένιωθες κι όσα υποθετικά θα ξαναένιωθες δεν έχω ιδέα. Αν με ρωτάς, πιστεύω ότι τίποτα δε ‘θα ήταν το ίδιο -όχι από πλευράς σου. Απογοητευμένη απ’ όσα ένιωσα κι όσα τώρα διαισθάνομαι; Μπα, δε θα το ‘λεγα. Μάλλον πλήρης και συνειδητοποιημένη.
Εγώ τουλάχιστον θα τα ξαναζούσα όλα απ’ την αρχή, χωρίς να μετανιώνω για τίποτα. Θα σε ξαναερωτευόμουν το ίδιο δυνατά. Για σένα δεν είμαι σίγουρη, ποτέ δε θα είμαι ξανά και ποτέ δε θα ‘θελα ξανά να είμαι. Όχι πια.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη