Για ακόμη μια φορά έχω χαθεί σε σκέψεις. Το σενάριο μοιάζει κλασικό και τα λόγια χιλιοειπωμένα. Απογοητεύεσαι, πληγώνεσαι, συζητάς με τον εαυτό σου και με φίλους, ζεις το δράμα σου ξανά και ξανά, μέχρι που μια μέρα ξυπνάς και όλα μοιάζουν αλλιώς. Το ποτήρι δείχνει πια μισογεμάτο, και όχι μισοάδειο. Έχεις συγχωρήσει, γιατί ξέρεις πως μόνο έτσι προχωράς και ηρεμείς, μα δεν έχεις ξεχάσει.
Ο χρόνος έκανε τη δουλειά του για πολλοστή φορά και η συνήθεια σε κάνει να ασχολείσαι με πράγματα που αγαπάς και δε διαταράσσουν την ηρεμία σου. Η καθημερινότητα, η ρουτίνα και οι υποχρεώσεις δε σου επιτρέπουν -ευτυχώς- να κάνεις overthinking, η μέρα σου είναι γεμάτη και κάποια πράγματα δε σε αγγίζουν όπως παλιά. Η δουλειά σου και η εκπαίδευσή σου έχουν γίνει προτεραιότητες, το ένα χαρτί έρχεται μετά το άλλο, ο μισθός αυξάνεται, και νιώθεις οι κόποι σου να ανταμείβονται. Το θέμα της ανεξαρτησίας σου έχει πάρει καλό δρόμο, αυτόν που διάλεξες.
Φίλοι σε χαρακτηρίζουν σκληρό, επιφυλακτικό, καχύποπτο, πιστεύουν πως έχεις σηκώσει άμυνες. Τα όμορφα λόγια στα οποία ήθελες να πιστέψεις -και το έκανες στο παρελθόν-, πια δε σου αρκούν. Αν δε δεις πράξεις, τα υπόλοιπα δε σου λένε πολλά, από όποιον κι αν είναι. Εκείνες οι φορές που συμβιβαζόσουν με πράγματα που δεν πολυ-ήθελες μοιάζουν πια μακρινές, ενώ τα «όχι» πέφτουν βροχή απ’ το στόμα σου κι ας ξέρεις ότι μπορεί να χάνεις πράγματα κι ανθρώπους.
Εκείνοι που έμειναν είναι δίπλα σου σχεδόν καθημερινά για να σου υπενθυμίζουν τις φορές που σε πιάνει το παράπονο να μη γίνεσαι τόσο σκληρός με τον εαυτό σου και να νιώθεις περήφανος για τα κατορθώματά σου. Ωστόσο, υπάρχουν κι εκείνοι που έφυγαν, για δικούς τους λόγους, αλλά εσύ σταμάτησες να δίνεις σημασία, γιατί η φράση «ό,τι αξίζει, μένει» ηχεί σαν υπενθύμιση στο κεφάλι σου. Και φυσικά είναι και κάποιοι που έδιωξες εσύ, γιατί δεν έλαμπες πια δίπλα τους, παρά μόνο παιδευόσουν.
Οτιδήποτε νέο φαντάζει τρομακτικό κι εσύ προτιμάς -όσο είναι στο χέρι σου- να πηγαίνεις εκ του ασφαλούς, έστω για το χρονικό διάστημα που νιώθεις να χρειάζεσαι ηρεμία. Το ρίσκο είναι για τους αισιόδοξους -θα τρέξουν πολλοί να πουν-, μα είναι δύσκολη η αισιοδοξία, γιατί περιέχει προσδοκίες, και απ’ αυτές χορτάσαμε. Κι ο ρεαλιστής, τελικά τι είναι; Αισιόδοξος ή απαισιόδοξος; Μήπως δεν υπάρχει μόνο μαύρο κι άσπρο, αλλά κάπου κρύβεται και το γκρι;
Τα πρωινά πλέον μοιάζουν αδιάφορα και δε συγκρίνονται με εκείνα που σηκωνόσουν απ’ τα χαράματα για να δώσεις μια αγκαλιά στον άνθρωπό σου πριν φύγει για τη δουλειά. Και τα σοκολατάκια που σου έκανε δώρο και ήταν τα αγαπημένα σου, πλέον αποφεύγεις ακόμα και να τα κοιτάξεις στο σούπερ μάρκετ. Οι φωτογραφίες σας στο κινητό σου έχουν αρχειοθετηθεί, όπως και οι συνομιλίες σας, ενώ στα social είναι σαν να μην υπάρχει ο ένας για τον άλλο. Τα μπαράκια που πηγαίνατε μαζί και οι κοινοί προορισμοί είναι πλέον εκτός προγράμματός σου. Η playlist έχει γεμίσει από καψουροτράγουδα, οι ταινιούλες με happy end δεν είναι πια οι αγαπημένες σου, κάποια ζευγάρια φίλων τα κρατάς σε απόσταση και κοιμάσαι με το τραγούδι της Αλεξίου «Οι φίλοι μου χαράματα».
Κινήσεις και φλερτ από ανθρώπους που δε σου κινούν καμία περιέργεια ούτε και το ενδιαφέρον πάνε κι έρχονται, αλλά εσένα δε σε συγκινεί τίποτα. Κοιτάς πώς να περάσεις τον χρόνο σου ευχάριστα, αλλά κρατώντας τις αποστάσεις σου και συνειδητοποιώντας ότι ένας συναισθηματικός κατά βάση άνθρωπος μπορεί να περάσει φάσεις που το συναίσθημά του αγνοείται. Και μετά σκέφτεσαι ότι είχαν δίκιο τελικά όσοι είπαν ότι «πληγωνόμαστε κι αλλάζουμε».
Η συναισθηματική επένδυση είναι πάντα ένα ρίσκο. Πρέπει να νιώθεις έτοιμος να το πάρεις, έτοιμος για την αλλαγή, έτοιμος και για την πιθανή απογοήτευση.
Όλα μου φαίνονται αδιάφορα μετά από εσένα. Αλλά κάποια μέρα θα σταματήσουν να είναι.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.