Ωραία τα πράγματα όταν είναι ρόδινα στις προσωπικές μας σχέσεις, αλλά επειδή άνθρωποι είμαστε, κι επειδή κάποια πράγματα είναι έξω απ’ αυτά που μπορούμε ν’ ανεχτούμε, να υπομείνουμε ή να συμβιβαστούμε με αυτά, αντιδράμε. Κάπως έτσι δημιουργούνται συγκρούσεις, παρεξηγήσεις και μετά κάθεσαι ν’ αναλύεις στην παρέα σου μια συγκεκριμένη κατάσταση και περιμένεις κατά βάθος ν’ ακούσεις ένα «έχεις δίκιο» για να νιώσεις καλύτερα με τον εαυτό σου.

Πόσες φορές παρεξηγήθηκες με κάποιον, θεωρούσες ότι είχες δίκιο αλλά με τον τρόπο του κατάφερε να βγει από πάνω και να σ’ εκνευρίσει; Και πόσες φορές ένιωσες ότι δεν είχες τι να πεις, γιατί κατάφερε με τα λόγια του να κάνει ακόμα και σένα να σκέφτεσαι ότι μήπως τελικά είχες άδικο; Ώσπου σε φτάνουν σε σημείο ν’ αμφισβητείς τον εαυτό σου. Κι άλλο να γίνεται μια, άντε δύο φορές. Αν παρατηρείς να συμβαίνει συχνά, τότε κάτι πάει λάθος. Πολύ λάθος.

Όμως πάντα οι καταστάσεις είναι διαφορετικές από τις δύο πλευρές που τις βιώνουν όσοι εμπλέκονται κι ο καθένας έχει να πει μια διαφορετική ιστορία. Μπορείς όντως ν’ αναγνωρίσεις ποιος έχει δίκιο σε μια κατάσταση -είτε είναι ένας, είτε δύο, ή ακόμα και κανένας- ακόμα κι αν είσαι ένας από τους άμεσα εμπλεκόμενους. Η αντικειμενική άποψη όμως, δηλαδή η άποψη ενός τρίτου, σχετικά έξω από την κατάσταση, συνήθως είναι η πιο σωστή. Αυτός θα σου μιλήσει ξεκάθαρα, θα σου πει αν και πού έχεις άδικο, τι, πώς και γιατί, αρκεί να τολμάει και να μην είναι κάποιος που θέλει να σου χαϊδέψει τ’ αυτιά. Κι ας είναι αλήθεια το ότι πολλές φορές θέλουμε ν’ ακούσουμε κάποια πράγματα τα οποία βγάζουν εμάς σωστούς και τους άλλους λάθος.

 

 

Ας σκεφτούμε τώρα μια κατάσταση όπου είναι σχετικά ξεκάθαρο από πολλές πλευρές το ποιος έχει το δίκιο με το μέρος του. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι εύκολο αρκετές φορές να πείσεις και τον άλλον ότι τα πράγματα είναι έτσι όπως θεωρείς εσύ κι οι περισσότεροι. Άμα δεν το έχεις και με το λέγειν, είναι πολύ εύκολο ο άλλος που έχει άδικο, να καταφέρει να βγει κι από πάνω, χρησιμοποιώντας ψιλοάσχετα επιχειρήματα και συγκρίνοντας με οτιδήποτε το οποίο θα του έδινε δίκιο, πατώντας σε ό,τι τον συμφέρει. Τέτοιοι χαρακτήρες δε δέχονται συνήθως ν’ ακούσουν τους άλλους -δεν έχουν μάθει από μικροί- είναι περήφανοι, και με τον τρόπο τους, τούς υποβαθμίζουν. Εμφανίζουν χαρακτηριστικά εγωισμού και κατά βάθος φοβούνται κι οι ίδιοι να παραδεχτούν στον ίδιο τους τον εαυτό ότι κάπου έκαναν λάθος, προτιμώντας να ζουν με την ψευδαίσθηση ότι εκείνοι έπραξαν σωστά.

Ουσιαστικά προτιμούν να παραποιούν τα γεγονότα, παρά την αντίληψη για τον εαυτό τους. Τους αρέσει να παρουσιάζονται με τον ρόλο του θύματος, κατηγορώντας τους άλλους και προσπαθώντας να πείσουν τον περίγυρο ότι είτε δε φταίνε καθόλου είτε δικαιολογούνται κάπως οι πράξεις τους, για να το πιστέψουν κι οι ίδιοι. Αν τους παρατηρήσεις, δε φέρονται έτσι μόνο σε σένα, αλλά στις περισσότερες κοινωνικές- προσωπικές σχέσεις τους.

Και τι θα συνέβαινε αν κατάφερνες να τους πείσεις ότι κάπου έχουν άδικο/δεν έχουν πράξει σωστά; Δυστυχώς η συγγνώμη έχει γίνει καραμέλα και λέγεται πλέον απλώς για να προσπαθήσουμε να πείσουμε τον άλλον ότι καταλαβαίνουμε ότι φταίξαμε, χωρίς πολλές φορές να έχουμε καταλάβει, ούτε καν να έχουμε μετανιώσει. Η λέξη αυτή βγαίνει από το στόμα μας σε μια προσπάθεια για τη διασφάλιση της καλής λειτουργίας των διαπροσωπικών μας σχέσεων.

Δε μας αρέσει να ζητάμε συγγνώμη γιατί νιώθουμε ν’ απειλείται η αυτοπεποίθησή μας. Σε κανέναν δεν αρέσει να ξέρει ότι κάπου έκανε λάθος. Ωστόσο, μην περιμένεις από ανθρώπους που το έχουν σύστημα να προσπαθούν να βγουν από πάνω, να εννοούν όντως τη συγγνώμη τους, αλλά κι άλλες τους λέξεις. Γιατί το πιο σημαντικό τελικά, είναι να τα έχεις καλά με τον εαυτό σου. Κι αν χρειαστεί να του πεις ψέματα και να ζεις σε μια ψευδαίσθηση, μπορεί και να σε εξυπηρετήσει. Αλλά πες μου άνθρωπε, μέχρι πότε;

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Κορίνα Γιούρου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου