Τα πρωινά μηνύματα για καλημέρα, το νυχτερινά τηλεφωνήματα για καληνύχτα, τις ατελείωτες βόλτες που δε θέλεις να τελειώσουν, τα παθιασμένα φιλιά και βλέμματα. Ποιος μπορεί να αρνηθεί τη δύναμή τους; Ένας καναπές για δύο σώματα, φαγητό που λίγο άρπαξε και καθόλου δεν πειράζει, ταινίες που μείνανε στη μέση γιατί βρέθηκε κάτι πιο ενδιαφέρον να συμβεί. Έρωτας, πόσος έρωτας! Ο πραγματικός, αυτός που πάντα αναζητάς και ποτέ δε σου φτάνει.
Όσες φορές και να πληγωθείς από το συναίσθημα πάντα το αποζητάς. Πιο μεθυστικό κι από βότκα, ζαλίζει μόνο στην ιδέα τον εξαρτημένο. Και είμαστε όλοι. Όσες φορές και να πέσεις νιώθοντάς τα θα λυτρωθείς. Είναι λες και πέφτεις από τον 6ο , ως δια μαγείας επιβιώνεις, περιποιείσαι τον πληγωμένο σου εαυτό για λίγο αλλά όταν γνωρίσεις την αγάπη στο πρόσωπο κάποιου ξένου ξαναπαίρνεις το ασανσέρ και πας και πέφτεις ξανά σαν να μην έμαθες ποτέ πόσο πονάει.
Τα γλυκόλογα στο αυτί, η ανάσα του προσώπου στο δικό σου, η υφή των χεριών στην πλάτη σου, η ζεστασιά της αγκαλιάς σας. Είναι διαφορετικό να αγαπάς και να σ’ αγαπάνε πίσω. Να μιλάνε για σένα κι εσύ γι’ αυτούς με λέξεις τόσο παιδιάστικες, τόσο απλές αλλά ταυτόχρονα και τόσο βαθιές. Τις νιώθεις στο κόκκαλο. Το όνειρα που κάνεις μόνος ή μαζί με το άτομο για το μέλλον σας και κρατάς σαν φυλαχτό ανυπομονώντας να δεις πότε κι αν θα βγουν. Το ξέρεις πως μπορεί να πληγωθείς ξανά αλλά ξανά το ρισκάρεις.
Το ρισκάρεις για να μυρίσεις το άρωμα ενός λαιμού, ν’ ακούσεις από κάποια χείλη λέξεις μικρές κι όμορφες, να τα φιλήσεις και να χωρέσεις και πάλι στον ίδιο μικρό καναπέ. Κι ας μείνουν μόνο τα όνειρα. Πάντα έχεις στο πίσω μέρος του μυαλού σου ότι πρέπει να κρατήσεις λίγο πισινή και να μην ονειρεύεσαι πολύ αλλά εσύ πάλι ρισκάρεις βλέποντας την ομορφιά της θέας από τον 6ο . Ρισκάρεις και όπου σε πάει. Μπορεί να πετάς στα ουράνια, μπορεί να κλαις στα πατώματα. Μα κάθε φορά το ζεις με την ίδια ένταση.
Μπορεί να γκρεμοτσακιστείς ξανά και να χτυπιέσαι που τον έφερες στο ίδιο σημείο τον εαυτό σου, μπορεί να κάνουν καιρό να επουλωθούν οι πληγές ξανά, να ζήσεις για λίγο την καταστροφή σου όπως αρμόζει στην καψούρα, να βγαίνεις και να χαρίζεσαι δεξιά και αριστερά, να ξεσπάς παντού και να ορκίζεσαι πως δε θα το ξανακάνεις. Μπορεί όμως, μπορεί, κι αυτή τη φορά να πετύχει. Σου αρέσουν τα παιχνίδια της τύχης; Ξέρεις ότι οι πιθανότητες να κερδίσεις είναι ίδιες με τις πιθανότητες να χάσεις όλα όσα κόπιασεις να αποκτήσεις ξανά;
Για την ώρα όμως, νιώσε το αεράκι που σε φυσάει από την κορυφή του κτιρίου. Έλεγες πως δε θα ξαναδείς την κορυφή μα κοίτα να δεις που είπες ψέματα στον ίδιο σου τον εαυτό. Πώς κουτέ άνθρωπε, θα ξεφύγεις από το αίσθημα; Πώς αλλιώς να ζήσεις, αν όχι χωμένος μέσα σε μια αγκαλιά; Κι ας είναι για πέντε λεπτά κι ας είναι για μια ζωή ολόκληρη. Γι’ αυτό σου λέω, πάρε μια βαθιά καθαρή ανάσα. Πέρασες πολλά, μα το ξέρεις κι εσύ ο ίδιος πως θα το έκανες ξανά βήμα προς βήμα. Γι’ αυτό το ένα λεπτό ή μια ζωή -ποιος ξέρει- απόλυτης ευτυχίας.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου