Απωθημένο. Μια λέξη, ένας άνθρωπος, μια κατάσταση που μας έχει ταλαιπωρήσει ανά διαστήματα όλους ανεξαιρέτως. Ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από το ρήμα «απωθώ» το οποίο με τη σειρά του σημαίνει, κατά τον ορισμό του στην αρχαία ελληνική σε πρώτο και πρακτικό επίπεδο αφενός ότι αναγκάζω τον όποιο επιτιθέμενο να υποχωρήσει, τον αποκρούω ή/και απομακρύνω κάποιον βίαια, για παράδειγμα σπρώχνοντάς τον. Σε δεύτερο, ψυχαναλυτικό επίπεδο, σημαίνει ότι απομακρύνω από τη συνείδησή μου βιώματα, συναισθήματα ή καταστάσεις που δε θέλω ή που δεν μπορώ να τα ικανοποιήσω ή να τα αποδεχτώ ή να τα διαχειριστώ. 

Εμείς θα ασχοληθούμε κυρίως με το δεύτερο επίπεδο που είναι κι αυτό που μας ταλαιπωρεί κιόλας πολλές φορές. Δεν είναι τυχαία άλλωστε η έκφραση που χρησιμοποιούμε σε ανύποπτο χρόνο και δεν είναι άλλη από τη «βγάζω τα απωθημένα μου», ή «μη μείνεις με το απωθημένο». Τι σημαίνει όμως αυτό; Τίποτα παραπάνω από το βρίσκω το θάρρος να δώσω διέξοδο σε επιθυμίες, ερωτικές κι άλλες, αλλά και καταστάσεις που έμεναν πολλά καιρό ανικανοποίητες, για μήνες ή και χρόνια. 

 

 

Και ποια η φύση ενός απωθημένου; Μπορεί να είναι ένα πρόσωπο, ένα πράγμα, μια κατάσταση. Είναι και θυμικό και λογικό. Δεν υπάρχει ένας κοινά αποδεκτός ορισμός γιατί κάθε ένας μας το ζει κα το ορίζει διαφορετικά κι ακουμπά μέσα του με τρόπο πολύ προσωπικό. Ο κοινός παρανομαστής είναι ότι τα απωθημένα γυρνάνε από εκεί που δεν τα περιμένεις κι εκεί που δεν τα θέλεις. Η αρνητική χροιά τους στην ανθρώπινη ψυχολογία είναι αυτό που συναντάς σε όποιον βιώνει ένα απωθημένο σαν κοινό μυστικό μεταξύ παθόντων. 

Κι αυτό είναι και το μόνο από τα χαρακτηριστικά του που εξηγείται. Όταν κάτι θα χαρακτηριστεί απωθημένο μπαίνει αυτόματα σε μια άλλη σφαίρα, στη σφαίρα του ανεξήγητου γιατί δεν μπορείς να καταλάβεις γιατί συμβαίνει αυτό που βιώνεις και στη σφαίρα του ανεκπλήρωτου/ανικανοποίητου κι έτσι να έχει καταχωνιαστεί σε μια γωνία του μη συνειδητού σου, από το οποίο βγαίνει και σου κάνει τα νεύρα μαντάρα κάθε φορά που κάτι βάζει τη φιτιλιά. Και κάποια στιγμή μια μυρωδιά, ένα τραγούδι, ένα βλέμμα, μια συνάντηση μπορεί να επαναφέρει στην επιφάνεια όλα αυτά που έχεις με τόση τέχνη κρύψει κάτω από το χαλί. Και μένεις εσύ να αναρωτιέσαι τι να κάνεις γιατί εξ’ ορισμού η στιγμή δε θα μπορούσε να είναι πιο ακατάλληλη αφού κάπως τα έχεις στρώσει όλα ή περίπου όλα στην καθημερινότητά σου.

Έχεις επί της ουσίας δύο επιλογές. Να ενδώσεις και να ζήσεις τις στιγμές που είχες οραματιστεί κάποτε ή να βρεις το θάρρος να το προσπεράσεις και μη χαλάσεις τις ισορροπίες που έχεις πασχίσει να δημιουργήσεις και να διατηρήσεις. Από τη μία μπορείς να παραδοθείς στην τρέλα της στιγμής, να ζήσεις έντονα με κάθε κίνδυνο να πληγωθείς ή και να απογοητευτείς. Ένα είναι σχεδόν σίγουρο: ότι κάτι που είναι απλώς ένα απωθημένο δύσκολα έχει την καλύτερη κατάληξη. Παρ’ όλα αυτά το θυμικό σου θα έχει πάρει αυτό που αποζητούσε και τώρα είναι ευθύνη του λογικού να σε φέρει ξανά στα καλά σου και να σου υπενθυμίσει όλους τους λόγους που πρέπει να φύγεις όσο η ζημιά είναι μικρή. Απ’ την άλλη, μπορείς να επιλέξεις να μην ξεστρατίσεις και να μη χαλάσεις τη ζαχαρένια σου για κανέναν και τίποτα, να βρεις το θάρρος να πας κόντρα στον ενθουσιασμό κι εγωισμό και να προστατέψεις τον εαυτό σου γιατί η στιγμιαία επιβεβαίωση που θα έχεις ίσως να φέρει αναταραχή μεγαλύτερη αργότερα. 

Άλλωστε και το απωθημένο το ίδιο, αν το δούμε και λίγο ρεαλιστικά, τι είναι; Είναι η επιλογή του μυαλού να μένει σε μια στέρηση από κάτι -ή κάποιον- που δεν υπήρξε στη ζωή μας στην ποσότητα και την ποιότητα που ιδανικά προσδοκούσαμε. Σαν τη σοκολάτα που θέλεις σαν τρελός να φας την πρώτη μέρα της δίαιτας. Μα αν δεν τη φας, τη δωδέκατη, ούτε που θα θυμάσαι ότι την ήθελες. Γιατί αυτά που μπαίνουν σφήνα στο μυαλό, σφήνα βγαίνουν κιόλας. Μια σκέψη υπόθεση είναι.

Συντάκτης: Ελπίδα Μπογράκου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου