«Προτού ξεκινήσουμε να μεγαλώνουμε παιδιά, χρειάζεται να μεγαλώσουμε το παιδί που κρύβεται μέσα στον καθένα μας». Το διάβασα κάπου και ταυτίστηκα κι έκτοτε το έχω υιοθετήσει. Το βέβαιο είναι ότι στη σημερινή μας συζήτηση ταιριάζει γάντι. Θα αναρωτηθείτε ποια είναι η σημερινή μας συζήτηση και με το δίκιο σας. Πριν σας αποκαλύψω την απάντηση, όμως, θα μου επιτρέψετε να πούμε δύο λόγια για εκείνο το εσωτερικό μας παιδί που λέγαμε πριν.

Έχει τύχει ποτέ να παίζετε με ένα παιδί- δικό σας ή όχι, δεν έχει σημασία- και το ότι νίκησε στο παιχνίδι να σας δημιούργησε εκνευρισμό; Μήπως, να σας φέρει το παιδί σας ένα βαθμό του σχολείου και να νιώσετε αδικημένοι; Αλήθεια, θυμώσατε με τον εκπαιδευτικό επειδή νιώσατε ότι η κρίση του είναι λάθος; Ίσως έτυχε να σας περιγράψουν έναν παιδικό τσακωμό και να σπεύσετε χωρίς καν να προλάβετε να το σκεφτείτε, να πάρετε το μέρος αυτού που σας φαίνεται αδύναμος; Κάπως σαν από ένστικτο, χωρίς καλά καλά να ξέρετε γιατί. Αλλά τώρα που το σκέφτεστε μήπως κατά βάθος σας θύμισε μια δικιά σας περίπτωση από παλιά, τότε που ήσασταν παιδιά; Μήπως, τελικά, ήταν ο παιδικός σας εαυτός αυτός που προσπαθούσατε να υποστηρίξετε;

Όλα αυτά και πολλά ακόμη, μπορεί να αποτελούν περιπτώσεις που λόγο στις αντιδράσεις μας δεν έχουμε ακριβώς εμείς, αλλά το παιδί που υπάρχει μέσα σε όλους μας. Ένα παιδί που μπορεί να παίρνει αποφάσεις με βάση αντίστοιχα σκηνικά που έχει ζήσει, να πεισμώνει που χάνει ή να πληγώνεται που πήρε βαθμό κατώτερο από αυτόν που υπολόγιζε. Ένα παιδί που δεν έχει διαχειριστεί κάποια από αυτά που έχουν συμβεί και τα φέρνει μαζί του μεγαλώνοντας. Και μάλιστα, τα εκδηλώνει ως συμπεριφορές του ενήλικα στον οποίο έχει φτάσει να είναι.

Πάμε τώρα στο σημερινό μας θέμα που είναι άμεσα σχετιζόμενο με τα παραπάνω αλλά αφορά μια πολύ συγκεκριμένη, πολύ συχνή, πολύ κοινή κι επαναλαμβανόμενη παιδική συμπεριφορά. Αυτή που το μικρό μας παιδί μας ανταπαντά σε κάτι που του συστήσαμε. Η δύσκολη λέξη εδώ είναι το «ανταπαντά». Με πιο απλά λόγια, όταν το 5χρονο «μάς τη λέει». Τι μπορούμε να κάνουμε και πώς το διαχειριζόμαστε;

 

1. «Δεν κλείνω την τηλεόραση!»

Κλασικό, συχνό κι αναμενόμενο. Τι μπορεί να κάνει, όμως, ο γονιός μπροστά σ’ αυτή τη δήλωση του παιδιού; Όχι! Το να το πάρει σηκωτό στο δωμάτιό του δεν αποτελεί λύση! Η πρόταση είναι «συμφωνία». Κάνουμε συμφωνία προτού ανοίξει η τηλεόραση (ή οποιοδήποτε ηλεκτρονικό μέσο) για τη διάρκεια που θα έχει η παρακολούθηση. Παραμένουμε συνεπείς κι όταν φτάσει η ώρα απλώς κλείνουμε την τηλεόραση. Εξάλλου, είναι συμφωνία που έχει ήδη γίνει και άρα δεν υπάρχει λόγος να μην τηρηθεί.

 

2. «Δε θα φορέσω αυτό!»

Εδώ τα πράγματα είναι πολύ πιο εύκολα και μας επιτρέπουν ευελιξία. Αν το περιβόητο «αυτό» είναι η φόρμα ή το φόρεμα που έχουμε σχεδιάσει, μπορούμε απλώς να δεχτούμε να φορέσει κάτι άλλο. Αν, τώρα, είναι, για παράδειγμα, το μπουφάν και βρισκόμαστε στα χιόνια, μπορούμε να εξηγήσουμε ότι χωρίς αυτό θα είναι αδύνατο να βγούμε από το αμάξι. Μπορεί να χρειαστεί λίγη ώρα για να συμβιβαστεί αλλά στο τέλος κατά πάσα πιθανότητα θα συνεργαστεί, ιδίως αν πρόκειται για κάτι που το ενδιαφέρει!

 

3. «Μη μου λες να πάω να ζητήσω συγγνώμη, δε θέλω να πάω.»

Και πολύ καλά κάνει και το λέει. Κανένα παιδί δεν είναι ρομποτάκι να του βάζουμε οδηγία για το τι θα κάνει και ν’ ακολουθεί τυφλά. Προσοχή, εδώ δε συζητάμε για το αν χρειάζεται να ζητήσει συγγνώμη. Μπορεί και να χρειάζεται, ναι. Αλλά αυτό δε θα προκύψει επειδή κάποιος άλλος, εμείς στην προκειμένη περίπτωση, του είπε να το κάνει. Θα το αποφασίσει το ίδιο και θα διαλέξει και τον τρόπο. Άλλωστε δεν εκφραζόμαστε όλοι λεκτικά. Μπορεί να διαλέξει να ζητήσει συγγνώμη με τη στάση, τη συμπεριφορά του κ.ο.κ. Ο δικός μας ρόλος αρχίζει και τελειώνει στη συζήτηση του γεγονότος μαζί του, στο να ακούσουμε τι έχει να μας πει, να το βοηθήσουμε σε ό,τι μας ζητήσει, να το κάνουμε να δει και τη θέση του άλλου ατόμου που πιθανό να στενοχώρησε με κάτι που έκανε. Το «πήγαινε να ζητήσεις συγγνώμη» δεν είναι αυτό που πρέπει να πούμε, ούτε αυτό που πρέπει να γίνει μόνο και μόνο για μα ακουστεί μια λέξη, χωρίς να έχει πίσω της ουσία.

 

4. «Αυτό να το φας εσύ, εγώ δεν το τρώω!»

Όποιος το έχει ακούσει πάνω από μία φορά σήμερα να σηκώσει το χέρι του. Ωραία! Συμβαίνει πολύ! Οπότε καταρχάς σταματήστε να ανησυχείτε ότι είστε μόνοι σας. Επίσης, να πούμε στο σημείο αυτό ότι δε συμβαίνει μόνο με τα φαγητά που είναι ύποπτα γι’ άρνηση όπως το σπανακόρυζο. Συμβαίνει εξίσου συχνά και με τα μακαρόνια με κιμά. Μόνο που μπορεί να μην είναι στο δικό σας το παιδί. Στην πράξη, να τονιστεί ότι συμπεριφορές τιμωρητικές συνήθως έχουν τα αντίθετα αποτελέσματα. Εσείς μπορεί να ποντάρετε ότι μένοντας νηστικό θα αναγκαστεί να φάει τις φακές. Αλλά το 5χρονο ποντάρει στο ότι μπορεί να μείνει νηστικό. Οπότε χάσατε! Καλύτερα να πάτε σε κρυφό συμβιβασμό. Τι σημαίνει αυτό; Ότι αν έχετε σκοπό να παρουσιάσετε κάποια τροφή που δεν τρώει, φροντίστε να τη συνοδεύσετε με μια ζαβολιά. Προσοχή, όμως, αυτό πρέπει να γίνει με την παρουσίαση του πιάτου κι όχι αφότου γκρινιάξει- αρνηθεί -παραπονεθεί. Τι κερδίζουμε με αυτό; Εμείς έχουμε μεν κάνει ένα συμβιβασμό, αλλά το παιδί δεν το γνωρίζει. Κι αν ακόμα κι αυτό αποτύχει, θυμόμαστε ότι το να μη φάει ένας άνθρωπος ένα γεύμα, συνήθως δεν είναι καθοριστικό. Ας μην το φάει αν έτσι επιλέγει!

 

5. «Γιατί να μιλάω ευγενικά; Αφού εσύ όταν δε σ’ ακούν μιλάς άσχημα»

Η λίστα πάει μακριά, αλλά το νόημα παραμένει ένα. «Children see children do» που λένε και στο χωριό μου. Μια τέτοια συμπεριφορά το πιο βασικό που έχει να κάνει είναι να μας φέρει αντιμέτωπους με τις ευθύνες μας. Είναι, άραγε, αργά ν’ αλλάξουμε; Ποτέ! Ακόμα κι αν δεν είναι εύκολο, μπορούμε, γι’ αρχή, να είμαστε τουλάχιστον προσεκτικοί όταν τα παιδιά είναι μπροστά. Κι η βελτίωση θα γενικευθεί μόνη της. Αρκεί να προσπαθούμε συνεχώς.

 

6. «Γιατί να πάω για ύπνο; Αφού εσείς δεν κοιμάστε»

Είναι δήλωση διαχρονική. Αξία αναλλοίωτη στο χρόνο. Κι αίτημα δίκαιο- αλλά αυτό μεταξύ μας! Οπότε, αρχικά, δε μας σοκάρει. Το ότι συμβαίνει σχεδόν πάντα και παντού, βέβαια, δε σημαίνει ότι πρέπει να γίνεται κιόλας. Τουλάχιστον όχι συνεχόμενα. Τι μπορούμε να κάνουμε; Δύο πράγματα! Κι όμως! Το πρώτο είναι να καθιερώσουμε μια βραδιά που θα κοιμάται το παιδί λίγο πιο αργά από το συνηθισμένο. Η συχνότητα και η ώρα θα ρυθμιστούν με βάση την ηλικία και το πρόγραμμα του κάθε παιδιού. Πέρα από αυτή τη μέρα, όμως, η ώρα ύπνου οφείλει να τηρείται κανονικά. Το δεύτερο έχει να κάνει με το να εξηγήσουμε στο παιδί τα οφέλη που έχει ο ύπνος, ιδίως στον παιδικό οργανισμό. Ο καλύτερος τρόπος για να γίνει αυτό είναι μέσα από κάποιο βιβλίο ή σε συνεννόηση με κάποιον ειδικό, όπως, για παράδειγμα, τον παιδίατρό του, που θα μπορέσει να εξηγήσει με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι κατανοητό και πειστικό για το παιδί.

 

7. «Δε θέλω να φορέσω ζώνη στο αμάξι/ κράνος στο μηχανάκι ή στο ποδήλατο»

Από τις πολύ σοβαρές δηλώσεις κι από αυτές που χρειάζεται να εξηγηθούν τόσο ξεκάθαρα στο παιδί ώστε να μην το κάνει, όχι τώρα, αλλά ούτε και ποτέ. Τα θέματα σωματικής ασφάλειας είναι τεράστιας σημασίας και χρειάζεται να είναι γνωστά από χρόνο μηδέν και να ακολουθούνται χωρίς παρεκκλίσεις και με απόλυτη συνέπεια. Τι κάνουμε; Εννοείται ότι το πρώτο βήμα είναι να δίνουμε το παράδειγμα με τις πράξεις μας. Το επόμενο βήμα περιλαμβάνει την ξεκάθαρη συνθήκη ότι το αμάξι/ μηχανάκι/ ποδήλατο δεν ξεκινά αν δε ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα ασφαλούς μετακίνησης. Φυσικά συζητάμε με το παιδί τι το προβληματίζει και προσπαθούμε να το λύσουμε. Ποτέ, όμως, θυσιάζοντας την ασφάλειά του.

 

8. «Σε μισώ- φύγε- θέλω να μείνω μόν@ μου»

Βόμβα. Μεγατόνων. Και μια γονεϊκή καρδιά που ράγισε στο άκουσμα τέτοιων δηλώσεων. Δικαίως, δεν αντιλέγω. Απλώς να έχουμε στο μυαλό μας ότι τα παιδιά πολύ συχνά αντιδρούν υπερβολικά. Είναι ο τρόπος τους να ελέγξουν τα όρια και τα περιθώριά τους. Είναι και ο τρόπος τους να ακούσουν κάποιες εκφράσεις στο στόμα τους, η περιέργεια να δουν τι γεύση τους αφήνουν. Και πού αλλού να τις πουν παρά εκεί που νιώθουν ασφάλεια και ξέρουν ότι η αγάπη είναι άνευ όρων, δηλαδή στους γονείς τους. Και μπορεί να ακούγονται σαν μαχαιριές αλλά το πιθανότερο είναι ότι δεν το εννοεί. Κι ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο πρέπει να επιτρέψουμε να τα πει. Για να μάθει τον εαυτό του και γιατί ο ασφαλέστερος τρόπος να το κάνει είναι μαζί μας. Αυτά ως προς το ψυχολογικό του θέματος.

Στην πράξη, βέβαια, η συμπεριφορά μας χρειάζεται να είναι ενδεικτική του τι νιώσαμε. Σοκ; Ανησυχία; Θλίψη; Γενικά, δεν πρέπει να το παίξουμε χαλαροί κι αδιάφοροι. Είπαμε. Το παιδί αναζητά τα όριά του, εξερευνά, προκαλεί τον εαυτό του και εμάς ή ίσως κανέναν. Όπως και να ‘χει, εμείς είμαστε υπεύθυνοι για το μήνυμα που θα πάρει. Και γι’ αυτό χρειάζεται μεγάλη προσοχή να μην είναι λανθασμένο. Όχι υστερία, φωνές και πανικός αλλά ούτε κι αδιαφορία, χαλαρότητα και στάση σα να μην έγινε τίποτα.

 

«Τα παιδιά πρέπει να διδάσκονται πώς να σκέφτονται, όχι τι να σκέφτονται», είπε η ανθρωπολόγος Margaret Mead. Αυτό από μόνο του μας μαθαίνει την αξία της ελεύθερης έκφρασής τους ακόμα και τις στιγμές που αυτή μας κάνει να νιώθουμε άβολα ή ακόμα κι άσχημα. Είναι στο χέρι και των δυο μας, των γονέων και των παιδιών, να χτίσουμε σχέσεις που δε θα μασάνε από γλιστρήματα αλλά θα είναι δεμένες σωστά και γερά και θα προχωρούν. Με απώλειες, μπορεί. Ας είναι στιγμιαίες κι ανεκτές.

Συντάκτης: Ελένη Καραχανίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου