“I’m okay with not being perfect, ’cause that’s perfect to me” τραγούδησε η Anne- Marie και λικνιστήκαμε μαζί της, ταυτιστήκαμε και σκεφτήκαμε, ενώ το τραγούδι έπαιζε για ακόμη μια φορά, ότι έχει δίκιο. Το τέλειο δεν υπάρχει, το είπε άλλωστε και ο Einstein «Δεν υπάρχει τίποτα τέτοιο όπως η τελειότητα. Είναι απλώς οι ατέλειες που επιλέγουμε να μη βλέπουμε».

Είμαστε, λοιπόν, όλοι ατελείς, διαφορετικοί και γι’ αυτό μοναδικοί. Άσε που δε χρειάζεται να χωριζόμαστε σε μισά ψάχνοντας απεγνωσμένα αυτ@ που θα μας συμπληρώσει. Αρκεί να είμαστε ολόκληροι κι όσο γίνεται πιο ολοκληρωμένοι και να βρίσκουμε ανθρώπους να καταλαβαινόμαστε και να μοιραζόμαστε σκέψεις, εμπειρίες, συναισθήματα και ζωές. Εξαιρετικό mindset και πολύ ωραία βάση για να πορευτούμε στη ζωή μας. Και κάπου εδώ το άρθρο θα μπορούσε να τελειώσει έχοντας πει τίποτα παραπάνω από συμβουλές με λίγο από διαλογισμό και καθόλου ρεαλισμό.

Όμως, μια στιγμή. Κι αν ο μεγάλος φυσικός είχε άδικο; Αν η τελειότητα υπάρχει; Αν το άλλο μας μισό όχι μόνο είναι πραγματικό, αλλά βρίσκεται και κάπου εκεί έξω και μας περιμένει; Και μάλιστα, όσο μας περιμένει, εμείς καθυστερούμε κι από πάνω, γιατί βρισκόμαστε σε μια σχέση που είναι μεν πολύ καλή, αλλά όχι η καλύτερη που θα μπορούσαμε να έχουμε.

 

 

Αλήθεια, πώς ορίζεται αυτή η «καλύτερη σχέση που θα μπορούσαμε να έχουμε»; Μα δεν ορίζεται! Απλά είναι κάτι διαφορετικό από αυτό που έχουμε. Είναι μια υπέροχη σχέση στην οποία όλα πηγαίνουν φανταστικά. Αλλά όχι και πολύ, για να μη γίνουν βαρετά. Στην οποία συμφωνούμε με το σύντροφό μας. Αλλά όχι και σε όλα, για να μη χάνεται το αλατοπίπερο. Στην οποία το κρεβάτι είναι εξαιρετικό. Αλλά όχι και τελείως, για να μη φαίνεται ψεύτικο. Στην οποία, γενικά, συμβαίνουν αυτά ή κι άλλα ή μόνο άλλα, αλλά σίγουρα είναι διαφορετική από αυτή τη σχέση που ήδη έχουμε. Καλέ, τι διαφορετική; Είναι καλύτερη. Πολύ καλύτερη.

Και κάπως έτσι, με τέτοιες σκέψεις και προβληματισμούς, στη μέχρι πρότινος ωραία σχέση, τρύπωσε το ζιζάνιο της αμφιβολίας. Αυτό που σπέρνει το ανικανοποίητο, το πνεύμα της συνεχούς αναζήτησης, το «μπορώ και καλύτερα». Το ενδιαφέρον, δε, είναι ότι υπάρχει ολόκληρο σύνδρομο πίσω από αυτό. Με τίτλο και ονοματεπώνυμο. Λέγεται «grass is greener syndrome»(GIGS για συντομία). Μπορούμε, μάλιστα, να το συναντήσουμε σε όλους τους τομείς της ζωής μας. Στον επαγγελματικό, στον κοινωνικό, στο φιλικό. Εκεί, όμως, που κάνει πραγματικό πάρτι είναι στον ερωτικό τομέα.

Το βασικό του χαρακτηριστικό είναι ότι το άτομο που το έχει, διακατέχεται συνεχώς από την ιδέα ότι υπάρχει κάτι καλύτερο που μπορεί να το αποκτήσει, αλλά μένοντας σε μια θέση, κατάσταση, παρέα, σχέση, καταλήγει να το χάνει. Ο ψυχολόγος και συγγραφέας Hanan Parvez, εξηγεί ότι αυτή η οπτική των ατόμων που έχουν GIGS είναι υπεύθυνη για πολλές επιλογές τους κι αλλαγές στις σχέσεις και στη ζωή τους γενικότερα. Παρ’ όλα αυτά, κι ενώ, αρχικά, οι νέες τους επιλογές φαίνεται να τους ικανοποιούν περισσότερο από τις προηγούμενες, στην πραγματικότητα απλά τους οδηγούν σε μια ατέρμονη αναζήτηση. Αυτή με τη σειρά της, επειδή τελικά είναι ατελέσφορη, τους γεμίζει άγχος, εκνευρισμό έως και κατάθλιψη. Συγχρόνως, δημιουργεί ανασφάλεια στους συντρόφους αλλά και σε όλους όσους βρίσκονται στο περιβάλλον τους.

Η ανθρώπινη φύση, που θέλει καθένα πάντα να διεκδικεί το παραπάνω, να μην επαναπαύεται, να γίνεται κυνηγός είναι σαφώς ενισχυτική στο να αναζητούμε συνεχώς κάτι καλύτερο για τους εαυτούς μας. Το καθοριστικό στοιχείο, όμως, που επιτρέπει και την κοινωνική συνύπαρξη των ανθρώπων, είναι ότι το ένστικτο μας ωθεί στο να διεκδικήσουμε όλα αυτά τα παραπάνω όχι μόνο για τον εαυτό μας αλλά και για τους ανθρώπους της ζωής μας. Τους φίλους, την οικογένεια, τους συνεργάτες μας.

Στα άτομα που έχουν GIGS, ωστόσο, σύμφωνα με τον ψυχοθεραπευτή Nathan Feiles, ο τρόπος σκέψης είναι «μαύρο ή άσπρο» και γενικά έχουν μια φιλοσοφία ζωής «όλα ή τίποτα». Ας είμαστε, όμως, ειλικρινείς. Όλοι έχουμε πιάσει, τουλάχιστον μια φορά στη ζωή μας, τον εαυτό μας να κάνει τέτοιες σκέψεις. Είτε ήταν μια δουλειά που δεν αξιοποιούσε πλήρως τις δυνατότητές μας είτε μια βραδινή έξοδος που έκανε τη λογική μας να φωνάζει ότι κάπου αλλού θα περνούσαμε καλύτερα, ακόμα και χωρίς να μπορεί να μας υποδείξει με ακρίβεια το πού.  Και, φυσικά, όλα αυτά είναι θεμιτά κι αποδεκτά. Είπαμε, η ανθρώπινη φύση. Το ένστικτο! Τα προβλήματα ξεκινούν όταν, στην αναζήτηση του φανταστικού μας ιδανικού, το ένα μας ξινίζει και το άλλο μας βρωμάει. Καταλήγουμε έτσι από τη μία ν’ απορρίπτουμε τα πάντα κι από την άλλη να μην έχουμε τίποτα. «Όλα ή τίποτα» και πάλι, απλά χωρίς το «όλα».

Τώρα που απομυθοποιήσαμε κάπως το κυνήγι του «όλα» και σκεφτήκαμε ότι οι σχέσεις μας δεν είναι απαραίτητα «άσπρο ή μαύρο», το μόνο που χρειάζεται είναι να το κάνουμε πράξη. Απλό (δεν είναι, αλλά αξίζει να προσπαθήσουμε). Τους τρόπους θα τους ανακαλύψουμε σε αυτή την προσομοίωση ραντεβού που ακολουθεί.

Ξεκινάμε από την ανταλλαγή μηνυμάτων κατά το στάδιο του φλερτ. Αν είμαστε τύπος με στοιχεία GIGS, θα ξεκινήσουμε μεν με ενθουσιασμό αλλά, νωρίτερα ή αργότερα, θα αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πολλά κι αρνητικά. Για παράδειγμα, ότι θα μπορούσαμε την ίδια στιγμή ν’ ανταλλάξουμε μηνύματα με κάποιο άλλο άτομο κι εκείνο να είναι ο έρωτας της ζωής μας, μπορεί να φοβηθούμε ότι χάνουμε τον χρόνο μας, ενώ θα μπορούσαμε να διεκδικήσουμε μια προαγωγή στη δουλειά και γενικά μπορεί να κάνουμε πολλές σκέψεις που θα είναι ανασταλτικές για να συνεχίσει το texting.

Πώς το λύνουμε; Βάζουμε κανόνες στον εαυτό μας. Για κάθε μήνυμα που θα λαμβάνουμε θα πρέπει να απαντήσουμε στον αποστολέα- κι άρα στο άτομο με το οποίο φλερτάρουμε- εντός μιας ώρας. Επιπλέον, για κάθε φορά που ξεκινά ο απέναντι τη συνομιλία θα πρέπει να υπάρχει και μια φορά που θα ξεκινήσουμε εμείς. Τι θα πετύχουμε; Καταρχάς τη διατήρηση της επαφής και κατά δεύτερον τη δυνατότητα να γνωρίσουμε το άτομο απέναντί μας πριν το απορρίψουμε για κάτι που φανταζόμαστε ότι υπάρχει κι είναι καλύτερο.

Αφού λύσαμε τα τεχνικά του μέρους και της ώρας συνάντησης του ραντεβού, πάμε και στην ουσία. Στη διάρκεια του ραντεβού. Το ζητούμενο είναι να φλερτάρουμε με τον απέναντί μας και να καταλάβουμε αν ταιριάζουμε. Στα πραγματικά. Όχι στο φανταστικό μας ιδανικό. Τι κάνουμε; Ζητάμε από τον εαυτό μας να λέει μια έξυπνη ατάκα κάθε φορά που εσωτερικά αγχώνεται μήπως μπορεί να είναι κάπου καλύτερα αυτή τη στιγμή. Με τον τρόπο αυτό πετυχαίνουμε δυο πράγματα. Καταρχάς μένουμε συγκεντρωμένοι στο εδώ και το τώρα. Κατά δεύτερον δίνουμε στον απέναντί μας την ευκαιρία να δει την εύγλωττη πλευρά του εαυτού μας αλλά και σε εμάς να αξιολογήσουμε τη διαντίδρασή μας με τον συνομιλητή μας.

Στο τέλος της βραδιάς, αν τα πράγματα έχουν πάει καλά και πρόκειται να φιληθούμε, να συνεχίσουμε για ποτό και, γενικά, η κατάσταση να προχωρήσει, καλό είναι να δράσουμε πριν προλάβει το GIGS να εμφανιστεί. Για τον λόγο αυτό, ζητάμε από τον εαυτό μας να μπορεί ν’ απαντήσει σε 5 ερωτήσεις για το ντύσιμο του ατόμου που είναι μαζί μας. Έτσι, τον αναγκάζουμε να στρέψει το ενδιαφέρον του και την προσοχή του προς αυτό και, γιατί όχι, να αφεθεί να γοητευτεί πριν προλάβει να αγχωθεί.

Μέσα στη σχέση και κάθε φορά που το GIGS χτυπά πρέπει να είμαστε σε ετοιμότητα. Είναι επίμονο κι αποφασιστικό, μπορεί άλλωστε να αποτελεί και συνήθεια ετών. Αν κρίνουμε ότι χρειάζεται ή αν τα πράγματα ξεφεύγουν από τον έλεγχό μας, απευθυνόμαστε σε έναν ειδικό για να μας βοηθήσει να το αναλύσουμε και να το λύσουμε. Σε πρακτικό επίπεδο αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας να αξιολογεί τη στιγμή και την κατάσταση όσο γίνεται πιο ρεαλιστικά κι όχι με υποθετικά σενάρια. Τα post-it μπορούν να βοηθήσουν!

Γράφουμε σημειώματα υπενθύμισης, κωδικοποιημένα για να τα καταλαβαίνουμε μόνο εμείς αλλά και πλήρως διασκορπισμένα για να τα συναντάμε παντού. Η οδηγία είναι η εξής: Κάθε φορά που συναντάμε ένα post-it θα πρέπει να σκεφτούμε μια πραγματική στιγμή της σχέσης που απολαύσαμε πολύ, περάσαμε πραγματικά καλά και διασκεδάσαμε ή που μας δυσκόλεψε, μας εκνεύρισε, μας δυσαρέστησε. Στη συνέχεια τη σημειώνουμε. Μια φορά τη μέρα ανατρέχουμε στις σημειώσεις της προηγούμενης μέρας για να βοηθήσουμε τον εαυτό μας να δει τα πράγματα ρεαλιστικά.

Grass can be greener, ασφαλώς. Μπορεί να γίνει και πιο φωτεινό και πιο σκοτεινό και πιο αδιάφορο. Μπορεί να μείνει κι απλά ένα γρασίδι. Ήσυχο, χαλαρωτικό, αδιάφορο, ελκυστικό. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα κι αν το πιο ξεχωριστό πράσινο βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας, υπάρχει κίνδυνος να μην μπορέσουμε να το δούμε, αν αφήνουμε το GIGS να μας παρασύρει. Γιατί «τίποτα δεν μπορεί να αλλαχθεί αν δεν αλλάξουμε τον τρόπο που σκεφτόμαστε» είπε ο μεγάλος φυσικός, Albert Einstein. Και σ’ αυτό είχε σίγουρα δίκιο!

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Ελένη Καραχανίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου