Όποιος έχει εκείνο το φίλο που θεωρεί ότι οι ικανότητές του είναι πολύ υψηλότερες από άλλων ατόμων γύρω του να σηκώσει χέρι. Κι όποιος συναντά καθημερινά εκείνον τον συνάδελφο που νομίζει ότι αξίζει περισσότερο από τους υπόλοιπους στη δουλειά. Και αλήθεια, ποιος δεν έχει συναντήσει, από τα σχολικά χρόνια ήδη, εκείνο το άτομο που είχε υπερβολικά υψηλή αυτοεκτίμηση και φυσικά καυχιόνταν για επιτεύγματα που δεν είχε κάνει ή δεν ήταν τόσο εξέχοντα όσο τα περιέγραφε;
Όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά και μερικά ακόμα που θα συζητήσουμε στη συνέχεια, είναι στοιχεία ενός συνδρόμου που ονομάζεται σύνδρομο ανωτερότητας (superiority complex). Ο όρος χρησιμοποιήθηκε στις αρχές του 1900 από τον Alfred Adler, αυστριακό γιατρό, ψυχολόγο και ιδρυτή της σχολής της ατομικής ψυχολογίας. Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε το σύνδρομο, ας δούμε αρχικά σε τι αναφέρεται η ατομική ψυχολογία. Πρόκειται για ολιστική προσέγγιση του ατόμου, όχι με την έννοια της μοναδικότητας κι αποκομμένα από τους άλλος, αλλά, αντιθέτως θα έλεγε κανείς, ως ενιαίο και αδιαίρετο σύνολο. Αναφέρεται δηλαδή σε ένα όλο που αφορά στο άτομο και τις αλληλεπιδράσεις που αυτό έχει με τους γύρω του.
Ο ίδιος ο Adler θεωρεί ότι υπάρχει άμεση συσχέτιση του συνδρόμου ανωτερότητας με το σύνδρομο κατωτερότητας και μάλιστα τα συνδέει σχέση αιτίας- αιτιατού. Πιο ειδικά, κατά τον επινοητή του όρου και αναλυτή του συνδρόμου, άτομα με σύνδρομο κατωτερότητας αναπτύσσουν συμπεριφορές συνδρόμου ανωτερότητας για να μπορέσουν να διαχειριστούν τις δύσκολες καταστάσεις στις οποίες μπαίνουν εξαιτίας του πρώτου. Με πιο απλά λόγια, επειδή νιώθουν κατώτεροι προβαίνουν σε πράξεις, λόγια, συμπεριφορές που αφύσικα και μη ρεαλιστικά υψηλά εκτιμούν τον εαυτό τους.
Ποια, όμως, είναι τα χαρακτηριστικά ενός ατόμου με σύνδρομο ανωτερότητας;
- Υψηλή εκτίμηση της αξίας του εαυτού του
- Καυχησιάρικες δηλώσεις που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα
- Υπερβολική προσοχή για την εμφάνιση
- Ματαιοδοξία
- Υπερβολικά υψηλή άποψη για τον εαυτό του
- Αυτοεικόνα υπεροχής ή αυθεντίας
- Απροθυμία από το άτομο να ακούσει τους άλλους
- Ενασχόληση με συγκεκριμένα στοιχεία της ζωής- καθημερινότητας
- Εναλλαγές της διάθεσης, που επιδεινώνονται συχνά, ιδίως όταν συναντήσει αντίδραση ή αντίρρηση
- Υποκείμενη χαμηλή αυτοεκτίμηση ή αισθήματα κατωτερότητας
Κάποια, πολλά ή όλα από αυτά τα έχετε ήδη εντοπίσει σε κάποιον γνωστό, στα άτομα γύρω σας, ίσως και στον ίδιο σας το εαυτό. Κι είναι φυσικό! Η παρουσία κανενός από αυτά δεν αποτελεί απόδειξη συνδρόμου ούτε διάγνωση νόσου. Κάτι τέτοιο, έτσι κι αλλιώς, δεν μπορεί να αποτελέσει υλικό κανενός άρθρου και μόνο ειδικοί και πιστοποιημένοι θεραπευτές μπορούν να εκφέρουν άποψη. Αυτό, δε, γίνεται πάντα και μόνο εξατομικευμένα και στα πλαίσια συνεδριών κι ελέγχων όπως -και εφόσον- θα κριθούν αναγκαίοι από τον ειδικό. Πέρα από την παρουσία τους σε φυσιολογικά άτομα, άλλωστε, κάποια από τα στοιχεία του συνδρόμου ανωτερότητας μπορεί να συναντώνται και σε άλλες διαταραχές όπως η διπολική διαταραχή.
Στο θέμα μας, ωστόσο, το να εντοπίζουμε γύρω μας ή στον εαυτό μας κάποια από τα χαρακτηριστικά του συνδρόμου, γίνεται ακριβώς γιατί μεμονωμένα μπορούν να εμφανιστούν στον οποιοδήποτε. Ήταν, μάλιστα ο ίδιος ο Adler, στη θεμελίωση της θεωρίας του, που αναγνώρισε ότι η προσπάθεια των ανθρώπων να φανούν ανώτεροι από τους άλλους είναι, σχεδόν, συνυφασμένη με την ανθρώπινη φύση. Ωστόσο, είναι η επιμονή των στοιχείων που αναφέρθηκαν αλλά και ο συνδυασμός τους, που αποτελούν καμπανάκια αναφορικά με το άτομο που τα εμφανίζει και χρειάζονται διερεύνηση. Επιπλέον, σημαντικό είναι να αναφερθεί ότι τα υγιή άτομα προσπαθούν να αποδείξουν την υπεροχή μέσω πραγματικών αποτελεσμάτων- π.χ. εργατικότητας. Τα άτομα με σύνδρομο ανωτερότητας, από την άλλη πλευρά, ντύνουν την υπεροχή τους με όνειρα και φαντασιώσεις και δεν τη βασίζουν σε γεγονότα αλλά, κυρίως, στη δική τους πεποίθηση ότι είναι ανώτεροι.
Για να γίνει πιο κατανοητό αυτό ας δούμε ένα παράδειγμα.
Περιβάλλον: δουλειάς, στόχος: παρουσίαση ατομικών project με σκοπό την ανάθεση ενός έργου.
Υγιές άτομο: εργάζεται, δίνει τον καλύτερό του εαυτό και στην παρουσίαση, όχι μόνο προβάλει το έργο που έχει κάνει, αλλά και την προσωπική προσπάθεια και το πόσο υπερέβαλε εαυτόν για να έχει αυτό το αποτέλεσμα.
Άτομο με σύνδρομο ανωτερότητας: εμφανίζεται με αψεγάδιαστη εμφάνιση, προσεγμένη στην τελευταία λεπτομέρεια, κάνει εντυπωσιακές δηλώσεις με μεγάλες δόσεις υπερβολής -όχι όμως σχετικά με τη δουλειά του αλλά με τον εαυτό του- δεν παρουσιάζει επί της ουσίας έργο, ωστόσο αναφέρει κατηγορηματικά ότι θεωρεί ότι είναι η καλύτερη επιλογή για το project. Σημαντικό είναι, δε, ότι δε δέχεται διαφορετική άποψη και για την ακρίβεια δεν το ενδιαφέρει η γνώμη των άλλων επί του θέματος (κι επί κανενός θέματος βασικά).
Το σύνδρομο ανωτερότητας δεν αποτελεί επίσημη διαγνωστική οντότητα με βάση το icd (international classification of disease). Ωστόσο η συσχέτισή του με το σύνδρομο κατωτερότητας, η παρουσία συγκεκριμένων χαρακτηριστικών και η εμφάνιση τυπικών συμπεριφορών καθιστούν την παρουσία του σημαντική και την ενημέρωση σχετικά με αυτό κρίσιμη. Είναι πολύ σημαντικό άτομα με σύνδρομο ανωτερότητας να αναγνωρίζονται και να δέχονται αντίστοιχη και κατάλληλη βοήθεια για δύο πολύ σημαντικούς λόγους. Πρώτον γιατί η συμπόρευση με φαντασιώσεις και ψευδαισθήσεις προφανώς μειώνει τη λειτουργικότητα ενός ατόμου. Δεύτερον ακριβώς λόγω του πιθανού συσχετισμού του με το σύνδρομο κατωτερότητας. Αυτό συμβαίνει γιατί η συγκάλυψη που προσφέρει είναι επιφανειακή και επί της ουσίας το άτομο πάσχει και ταλαιπωρείται.
Κάποιοι ερευνητές αμφισβητούν την άμεση συσχέτιση των δύο συνδρόμων ενώ η Ada Kahn, βραβευμένη συγγραφέας ιατρικών συγγραμμάτων, αμφισβητεί την ίδια τη δυνατότητα συνύπαρξης των δύο συνδρόμων σε ένα άτομο. Αλλά ακόμα κι αν δεν είναι σύνδρομο κατωτερότητας αυτό που υποκρύπτεται, αυτό που δεν αμφισβητείται είναι ότι η παρουσία τέτοιων συμπεριφορών που επιδεικνύουν τα άτομα με σύνδρομο ανωτερότητας, είναι ενδεικτική συναισθηματικής αστάθειας.
«Τα συναισθήματα ανωτερότητας και κατωτερότητας είναι τα ίδια. Και τα δύο πηγάζουν από τον φόβο» έγραψε ο καθηγητής του Harvard, Robert Anthony. Μπορεί η άμεση συσχέτισή τους ακόμα να μην είναι ομόφωνη από την επιστημονική κοινότητα, ωστόσο, καλό είναι το έχουμε στο μυαλό μας κάθε φορά που ερχόμαστε αντιμέτωποι με τέτοιες συμπεριφορές. Ακόμα και αν τις εντοπίζουμε στον ίδιο μας τον εαυτό!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου