Αυτό το φτερωτό πλασματάκι με τα κατσαρά μαλλιά έκανε πάλι το θαύμα του. Έρωτας! Και όχι κάποιος συνηθισμένος κι απλός, όχι! Έρωτας δυνατός, δοτικός, αμφίδρομος, χωρίς εγωισμούς. Έρωτας αμοιβαίος κι απολαυστικός, χωρίς δεύτερες σκέψεις, χωρίς κρυφά μηνύματα και χωρίς ανάγκη για οργανωμένα σχέδια επικοινωνίας. Χωρίς «δε στέλνω πρώτα εγώ», ή «αν δεν πάρει τηλέφωνο δεν παίρνω ούτε εγώ» και τέτοια παιχνίδια. Έρωτας από αυτούς που μπαίνεις με τα χίλια κι αφήνεσαι με εμπιστοσύνη!
Κι είναι φορές που το μήνυμα θα σταλεί με κάθε ευκαιρία, γιατί κάτι σκέφτηκε ο ένας, σχολιάζει κάτι που είδε, κάτι που θέλει να προτείνει στο ταίρι του να κάνουν. Κάνει κλήση για καλημέρα, στέλνει φιλί για καληνύχτα. Καμία πίεση κι αγωνία, απλά συμπορεύονται τα μέλη αρμονικά, ενώ συγχρόνως έχει και χώρο ο καθένας για τον εαυτό του.
Βέβαια, αν το δούμε πιο σφαιρικά, ο ένας κάνει το πρώτο βήμα τις περισσότερες φορές. Κι ένα Σαββατοκύριακο που λόγω φόρτου εργασίας δικής του δεν είχε κάνει πρόταση συνάντησης, δε δέχτηκε και καμιά! Κι έπειτα, εκείνο το βράδυ που ήταν κομμάτια και αποκοιμήθηκε στον καναπέ, πάλι ούτε μήνυμα για καληνύχτα δε βρήκε. Και γενικά, ενώ συμμετέχει στη σχέση και φαίνεται ξεκάθαρα ότι το απολαμβάνει και θέλει να είναι μαζί κι ο άλλος, δε θα έλεγε κανείς ότι κινεί και κάποια διαδικασία για να το προωθήσει ή, έστω, να το προκαλέσει.
Και κάπου εδώ αρχίζει ο προβληματισμός. Έρωτα έχουν πάθει ή έχει πάθει; Κι αυτό το ιδανικό που λέγαμε παραπάνω, το ζουν μαζί ή μόνο στο μυαλό του υπάρχει; Ας προσπαθήσουμε να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Αρχικά, δεν ερωτεύονται όλοι οι άνθρωποι με τον ίδιο τρόπο, ούτε στον ίδιο χρόνο, ούτε με την ίδια ένταση. Επίσης, ακόμα κι αν ερωτεύονται, δεν το δείχνουν όλοι οι άνθρωποι με τον ίδιο τρόπο. Γνωστά κι ωραία όλα αυτά ως εδώ, στην πράξη, όμως, τι γίνεται;
«Το ξέρω πως καθένας μοναχός πορεύεται στον έρωτα» έγραψε ο Γ. Ρίτσος στη Σονάτα του Σεληνόφωτος και δεν υπάρχει πιο ακριβής τρόπος να εκφραστεί η απόσταση και η μοναχικότητα που μπορεί να υπάρχει ανάμεσα σε δύο ερωτευμένους ανθρώπους. Ας πούμε ότι η σχέση είναι σαν μια ζυγαριά. Στη μία της άκρη στέκεται ο πιο παθιασμένος, ο πιο αυθόρμητος, ο πιο ερωτευμένος. Στην άλλη, εκ των πραγμάτων, αυτός που είναι λιγότερο ερωτευμένος. Η ισορροπία αυτής της ζυγαριάς, εξαρτάται από τον δεύτερο! Για την ακρίβεια, εξαρτάται από το κατά πόσο ο λιγότερο ερωτευμένος, τελικά θα παρασυρθεί από την ένταση της σχέσης, από τον ενθουσιασμό του πρώτου, από τα συναισθήματα που δημιουργούνται ανάμεσά τους.
Έτσι, τα σενάρια είναι ουσιαστικά δύο. Είτε ο λιγότερο ερωτευμένος θα κουραστεί, θα πιεστεί, θα χάσει το, έτσι κι αλλιώς λιγότερο, ενδιαφέρον του και η ζυγαριά θα σπάσει οπότε και η σχέση θα λήξει. Είτε, ο ίδιος πάλι, ο λιγότερο ερωτευμένος, θα συμμεριστεί τον ενθουσιασμό που μεταφέρει το ταίρι του, θα αφεθεί και θα ακολουθήσει κάνοντας τη ζυγαριά να ισορροπήσει και τη σχέση να συνεχιστεί.
Γίνεται, λοιπόν σαφές ότι σε κάθε περίπτωση η εξέλιξη είναι στα χέρια αυτού που είναι λιγότερο ερωτευμένος, γιατί είναι εκείνος που έχει τη δυνατότητα να πράξει με μεγαλύτερο αυτοέλεγχο και ψυχραιμία. Άλλωστε, είναι εκείνος που δε βασίζει το χρόνο, το ρυθμό και την καθημερινότητά του από αυτή τη σχέση. Έχει το συγκριτικό πλεονέκτημα ότι μπορεί να πορεύεται και χωρίς αυτή. Τού είναι σημαντική, ασφαλώς, γι’ αυτό άλλωστε και την έχει. Μα απαραίτητη δεν του είναι, με αποτέλεσμα η πορεία της να τόν επηρεάζει λιγότερο. Συμμετέχει σε αυτή, μα δε φλέγεται η ύπαρξή του. Το αν θα μείνει ή θα φύγει είναι, καθώς φαίνεται, θέμα ισορροπίας. Εκείνος κρατά το κλειδί αφού είναι ο λιγότερο ερωτευμένος. Ίσως, πάλι, το κάνει γιατί απλά μπορεί!
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου