Ο τρόπος που κάθε άνθρωπος παρουσιάζεται και συστήνεται στους άλλους μπορεί να είναι αποτέλεσμα αυθορμητισμού, συστηματικής δουλειάς με τον ίδιο του τον εαυτό ή ενός καλά οργανωμένου προφίλ που θέλει να δημιουργήσει για λόγους προσωπικούς, επαγγελματικούς ή οποιουσδήποτε άλλους. Άνθρωποι δημιουργούν σχέσεις, λίγο πιο αληθινές, λίγο πιο επιφανειακές λίγο πιο επιπόλαιες, σχέσεις ποικίλες, καθημερινές και μεταξύ τους διαφορετικές. Μέσα σε όλες αυτές τις σχέσεις βρίσκεσαι κι εσύ που έχεις δει αρκετά, έχεις ακούσει περισσότερα, έχεις συναντήσει πολλά κι έχεις ζήσει αμέτρητα, ή έτσι νιώθεις. Το σίγουρο είναι ότι, λίγο πολύ κάποια στιγμή αρχίζεις να θεωρείς ότι έχεις εικόνα για τα περισσότερα σενάρια στο έργο διαπροσωπικές σχέσεις. Όχι ότι τίποτα δε θα σε εκπλήξει αλλά ότι, τουλάχιστον, δε θα σε ταρακουνήσει.
Νομίζεις! Γιατί κάπου εκεί, κάνει guest ανατρεπτική εμφάνιση ο τύπος «Εγώ λέω μόνο αλήθειες. Όσο κι αν δεν αρέσουν. Όσο κι αν κάποιος μπορεί να πονέσει ακούγοντάς τες. Με οποιοδήποτε κόστος και σε όλα τα επίπεδα, προσωπικό, φιλικό, επαγγελματικό. Μόνο αλήθεια.» (έτσι, κοφτά και με τελείες).
Γοητεύεσαι. Θα σκεφτείς μέσα σου ότι αυτό ζητούσες πάντα. Γιατί την αλήθεια, θα πεις, μπορείς να την αντέξεις. Το να είναι κάποιος ξεκάθαρος, είναι, όχι μόνο καλύτερο από πολλές άλλες πιθανότητες και συνθήκες που μπορεί να είχες αντιμετωπίσει σε σχέσεις του παρελθόντος, αλλά και μεγάλη σου επιθυμία. Για την ακρίβεια, είναι αυτό που ζητούσες από μια σχέση.
Φυσικά και αναπόφευκτα, θα αφεθείς. Η σχέση σας πια είναι γεγονός και η αλήθεια σημαία και σήμα κατατεθέν της. Τόσο σημαντική και βασική είναι η αλήθεια που λαχταράς να την ακούσεις, να την πεις, να μη μένει τίποτα κρυφό, από το πιο απλό ως το πιο δύσκολο κι άβολο. Μπορεί ακόμα και να την αποζητάς πιο πολύ για να επιβεβαιώσεις στον εαυτό σου -αλλά και στο σύντροφό σου- ότι «Ναι! Την άντεξα!».
Έτσι ξεκινάτε τα, «δε μου άρεσε το φαγητό σου», «λάτρεψα το νέο σου χτένισμα», «αυτή η μπλούζα σε παχαίνει» ή «με εκνευρίζει αυτός ο ήχος που κάνεις όταν βλέπουμε ταινία». Μικρές, καθημερινές νίκες με τη σχέση σας να μεγαλώνει μαζί με την αλήθεια.
Μέχρι τη στιγμή που στην πρώτη σου απορία δε θα πάρεις απάντηση και θα πεις στον εαυτό σου πως φταίει που είναι λίγο «κλειστός» ο άνθρωπός σου και γι’ αυτό δε σου απάντησε. Ή μέχρι που έχετε συναντηθεί μετά τη δουλειά κι αποχαιρετά γελαστά και μελιστάλαχτα ένα συνάδελφο για τον οποίο μόλις χθες σού μιλούσε με καθόλου κολακευτικά σχόλια. Θα είναι η επαγγελματική διπλωματία που δημιούργησε αυτή τη συμπεριφορά, θα σκεφτείς. Πιο μετά, όταν στην πρώτη μεταξύ σας σύγκρουση, εξαφανιστεί, χωρίς εξηγήσεις και χωρίς αλήθεια(!) θα πεις πως «με έχει αγαπήσει και δεν ήθελε να με πληγώσει λέγοντάς μου την αλήθεια» (θα έχεις, εν τω μεταξύ, ξεχάσει ότι η αρχική δήλωση ήταν ότι λέει την αλήθεια με κάθε κόστος).
Περνώντας κι άλλο ο καιρός, όταν πια προκύψει η πρώτη σοβαρή συζήτηση κι αρχίσει να αλλάζει θέμα, να μην απαντά και γενικά να αποφεύγει, θα πεις «μάλλον ήταν νωρίς για τόσο σοβαρή συζήτηση», συνεχίζοντας υποκριτικά να ζεις σε άλλη πραγματικότητα. Κάπως έτσι, πριν καν το συνειδητοποιήσεις, θα έχεις αρχίσει να δικαιολογείς την απουσία αλήθειας- κι από τους δυο σας. Θα έχει μείνει η ανάμνηση της αρχικής δήλωσης και η ανυπομονησία της εφαρμογής της, που όλο κι απομακρύνεται, όλο και πιο θολή γίνεται.
Η σχέση, φυσικά, δεν μπορεί να μην επηρεαστεί, όπως άλλωστε γίνεται κάθε φορά που τα πράγματα γίνονται αλλιώς από αυτό που έχει συμφωνηθεί. Γιατί κάθε σχέση περιλαμβάνει μια συμφωνία, ακόμα κι αν στις προσωπικές σχέσεις τις περισσότερες φορές, αυτή η συμφωνία είναι άτυπη και σιωπηλή. Αν, δε, φτάσει το τέλος κι αντί να πείτε «τελειώσαμε» περιμένετε να κουραστεί ο ένας και να φύγει, τότε θα έχεις την πιο τρανταχτή απόδειξη ότι η συζήτηση για την αλήθεια, δεν έγινε πράξη.
Είναι η στιγμή που ξέρεις ότι η αλήθεια δε χρειάζεται προαναγγελία, μεγάλα λόγια ή χτύπημα χεριού στο τραπέζι. Είναι εκεί και λάμπει ασυγκράτητη. Ή την αντέχεις και τη λες ή δεν την ξέρεις και τότε τη χρησιμοποιείς μόνο ως λέξη, σαν απειλή προκαταβολικά ή σαν σαγήνη παροδικά. Έχει μάθει κάτι που μπορεί να κόστισε ακριβά, μα, συνήθως, έτσι γίνεται με όλα τα πολύτιμα μαθήματα της ζωής.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου