Είναι πολλές φορές που κάθομαι κι αναλογίζομαι το πόσοι άνθρωποι περνάνε καθημερινά απ’ τη ζωή μας. Μερικοί ήταν όμοιοι με εμάς, άλλοι ούτε καν που μας πλησίαζαν. Πολλοί ίδιοι και διαφορετικοί άνθρωποι μαζί.
Όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότερο περνάνε κι οι άνθρωποι από δίπλα σου. Ψηλοί ή μεσαίοι, μονίμως χαμογελαστοί ή με μελαγχολικό βλέμμα, αισιόδοξοι ή βουτηγμένοι στην απαισιοδοξία, με ανοιχτά ή σκούρα μαλλιά κι άλλα χίλια μύρια διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Κάθεσαι στον δρόμο και χαζεύεις κινήσεις, χαμόγελα, ματιές. Καμία δε μοιάζει με την προηγούμενη, καμία δε μοιάζει με την επόμενη. Βλέπεις ανθρώπους μόνους να περπατάνε χαζεύοντας όμορφα μέρη, βλέπεις παρέες να κάθονται κοντά-κοντά και να γελάνε με αστεία. Άνθρωποι άλλοτε παρόμοιοι, άλλοτε αλλιώτικοι.
Είναι όμορφο να τους χαζεύεις, να βλέπεις το τι κάνουν, το πώς μιλάνε, πώς κοιτάνε. Τους συγκρίνεις όλους μεταξύ τους και μαζί σου. Και στο τέλος συνειδητοποιείς πως αν υπάρχει ένα πράγμα για το οποίο είσαι υπερήφανος είναι ότι η μοναδικότητα του ανθρώπου ακόμα κυριαρχεί, χωρίς να την έχει επισκιάσει καμία «ύπουλη» κοινωνία.
Ακόμα και να εθελοτυφλούμε, βαθιά μέσα μας γνωρίζουμε πως η κοινωνία δε συγχωρεί τη διαφορετικότητα και θα προσπαθήσει να την καταστρέψει με κάθε δόλιο τρόπο. Σου δίνει το ψεύτικο δικαίωμα να είσαι ό,τι θέλεις κι όπως θέλεις. Δεν είναι εύκολο όμως να αποδεχτείς τη μοναδικότητά σου και να προσπαθήσεις να την εξωτερικεύσεις. Και μόλις το κάνεις, τσουπ. Απέναντί σου η κοινωνία να προσπαθεί να κρίνει και να καταδικάζει καθετί διαφορετικό, που δεν είναι κοινότυπο, που δεν το έχουν όλοι.
Κι έτσι θέλεις-δε θέλεις αποφασίζεις να το πάρεις κι εσύ μέσα σου αυτό. Να αντιδράς περίεργα στο διαφορετικό, να αλλάζεις στάση, να απομακρύνεσαι ή και να απορρίπτεις. Ό,τι σου έκανε η κοινωνία, αποφασίζεις να το κάνεις κι εσύ. Δεν είσαι κακός άνθρωπος, απλά είσαι πονεμένος. Στην πραγματικότητα δε μισείς το διαφορετικό, απλά δεν αντέχεις στην ιδέα ότι εσύ ο ίδιος δεν μπορείς να διαφέρεις.
Κι αυτό το μοτίβο πλήττει κι άλλο τις σχέσεις, τις φθείρει σε βαθμό που τις οδηγεί στην καταστροφή. Ώσπου μια μέρα συνειδητοποιείς ότι δεν μπορείς να αλλάξεις τους ανθρώπους γύρω σου, προσπάθησες, αλλά δεν τα κατάφερες. Οπότε το μόνο πράγμα που σου μένει είναι να τους αγαπήσεις. Τι νόημα έχει να αλλάξει κανείς άλλωστε;
Δεν έχει. Δεν γίνεται ο άλλος να μοιάζει σε σένα ή να μοιάζεις σε εκείνον. Απ’ την αρχή του κόσμου είναι γνωστό ότι ο κάθε άνθρωπος έχει γεννηθεί μοναδικός, έχει γεννηθεί να ξεχωρίζει. Ποιος είσαι εσύ για να το αλλάξεις; Εξάλλου δεν έχει κανένα σκοπό να προσπαθείς να αλλάξεις τον άλλον. Είναι βαρύ πράγμα να του δείχνεις ότι αυτό που είναι, εσένα δε σε ευχαριστεί. Για κάποιο λόγο, για δικές του εμπειρίες, επέλεξε να είναι αυτός ο άνθρωπος που είναι σήμερα. Δεν έχεις κανένα δικαίωμα λοιπόν να τον αλλάξεις.
Έχω μάθει πως η αγάπη προς τα άτομα δεν έρχεται όταν τους κάνεις όλους ομοιόμορφους. Δεν έρχεται με την ίδια εξωτερική εμφάνιση, με τις ίδιες συνήθειες. Η αγάπη προς του φίλους ή στους συντρόφους έρχεται με το διαφορετικό. Με την αποδοχή της ανομοιομορφίας, με την αποδοχή της μοναδικότητας του καθενός. Έτσι πάει.
Θυμάμαι τη μαμά μου να λέει πως οι άνθρωποι δε γίνεται να μοιάζουν όταν της παραπονιόμουν για διάφορα πράγματα. Με έπαιρνε αγκαλιά και μου εξηγούσε πως πρέπει να αγαπάμε αυτό που είμαστε. Να το δεχόμαστε όσο πιο πολύ γίνεται, ακόμα και με τα στραβά του. Γιατί άνθρωποι είμαστε, δεν γίνεται να είμαστε τέλειοι. Να αγαπάμε πρώτα τον εαυτό μας γι’ αυτό που είμαστε και μετά τους άλλους γι’ αυτό που είναι.
Έχω μάθει πως το διαφορετικό είναι αυτό που σε μαθαίνει. Σε μαθαίνει να αλλάζεις συνήθειες, συμπεριφορές. Σε κάνει να βλέπεις τα πράγματα από διαφορετική οπτική γωνία, σου δείχνει έναν άλλο ορισμό της ευτυχίας. Σε μαθαίνει πως ο άνθρωπος μπορεί να αγαπήσει και να αγαπηθεί με χίλιους τρόπους και στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κάτι πιο όμορφο απ’ αυτό.
Όταν αγαπάς τον άλλον, τον αγαπάς για ό,τι σκατά είναι και κουβαλάει μέσα του. Τον δέχεσαι όπως ακριβώς είναι. Μπορεί να ακούγεται δύσκολο γιατί ο καθένας μας κουβαλάει πολλά πράγματα, αλλά άπαξ υπάρχει η αγάπη, όλα λύνονται.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη