Το να σου δίνεται η ευκαιρία να ταξιδέψεις είναι σίγουρα μία απ’ τις μεγαλύτερες ευλογίες στον κόσμο. Από πού να το πιάσεις και πού να τελειώσεις. Μήνες προγραμματισμού, με το άγχος να φτάνει νούμερα που δεν ήξερες πριν ότι μπορεί να φτάσει, ανυπομονησία έως ότου να περάσουν οι μέρες, ώρες μπροστά από έναν υπολογιστή να ψάχνεις αξιοθέατα που πρέπει να επισκεφθείς.
Βέβαια, μπορεί η οργανωτική μανία να σε έχει πιάσει απ’ το κεφάλι και να σε κάνει σβούρες, το άγχος να σε έχει σήκω-σήκω κάτσε-κάτσε, αλλά σαν τις μέρες που πέρασες στα σπίτια των φίλων ή της σχέσης, οργανώνοντας τα πάντα, είναι σίγουρα ανεκτίμητες. Μέσα σε μία μέρα θα έχεις κάνει πλούσια τα μαγαζιά παραγγέλνοντας καφέδες, φαγητά, μπίρες και –φυσικά– γλυκά. Γιατί όσο να ‘ναι, αυτό το τρέξιμο σου προκαλεί και μία υπογλυκαιμία.
Οι μέρες περνάνε, εσείς ξεχνιέστε λίγο γιατί πέρα απ’ τα ταξίδια υπάρχουν κι οι υποχρεώσεις κι η μεγάλη μέρα έρχεται. Ετοιμάζεσαι, πηγαίνεις στο αεροδρόμιο και σαν τρελός περιμένεις να ξεκινήσει η πτήση. Άλλος ένας προορισμός από το bucket list διαγράφεται. Δεν ξέρω αν θα μπορέσω να βρω ποτέ υποκατάστατο –αν και δεν το κόβω–, αλλά αυτή η αδρεναλίνη που σου προσφέρει ένα καινούργιο ταξίδι είναι βάλσαμο στην ψυχή.
Το να ανακαλύπτεις καινούργιες χώρες και συγχρόνως κόσμους είναι κάτι που σίγουρα σε αλλάζει ως άνθρωπο. Είναι σαν να αφήνεις το στίγμα σου. Κάτι αφήνεις, αλλά σίγουρα και κάτι παίρνεις από κάθε προορισμό. Περνάς χρόνο με τους ανθρώπους που αγαπάς, γεμίζεις τη μνήμη της φωτογραφικής με χαμόγελα και χαρές. Και κάπου εκεί καταλαβαίνεις πως η ευτυχία δεν αγοράζεται. Τι μπορεί να αντικαταστήσει αυτές τις στιγμές που περνάς με αγαπημένα σου πρόσωπα, πηγαίνοντας πάνω-κάτω στους δρόμους της πόλης, ρωτώντας ντόπιους για πληροφορίες; Άσχετο, βέβαια, αν τα λεφτά που είχες βάλει στην άκρη, πλέον δεν υπάρχουν. Είπαμε, δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα.
Κι έτσι μαζεύεις ιστορίες από χώρες ξακουστές, αλλά κι από εκείνες που δεν είναι τόσο γνωστές. Συζητάς με φίλους και γνωστούς τις εμπειρίες σου και γελάς λέγοντας τα αστεία απρόοπτα που σας έτυχαν.
Ο καλύτερος τρόπος να αφηγηθείς όσα έζησες είναι σκαλίζοντας τα αναμνηστικά απ’ τα ταξίδια σου, Τα κοιτάς, χαμογελάς νοσταλγικά και ξεκινάς να λες τη δική τους ιστορία.
Όπως τότε στη Βαρσοβία, που ξεκίνησες να αναζητάς δώρο για τη μικρή σου αδερφή και μπαίνοντας στο μαγαζί ανακαλύπτεις πως είναι γεμάτο χιονόμπαλες. Πολύ θέλει ο άνθρωπος; Φυσικά και θα πάρεις δύο για σένα και μία για την αδερφή σου.
Τα χαζεύεις, ταξιδεύεις μαζί τους πίσω στο χρόνο, όταν έτρεχες στους δρόμους της Κρακοβίας, προκειμένου να βρεις αυτό το ξεχωριστό κι απλό τασάκι που είχες υποσχεθεί στον μπαμπά σου, που να μην έχει πολλά σχέδια, αλλά και να δείχνει την αρχιτεκτονική της Κρακοβίας. Και δώσ’ του να πηγαίνεις αριστερά και δεξιά, να ρωτάς, να κοιτάς και στο τέλος να απελπίζεσαι ώσπου να εμφανιστεί σε μια βιτρίνα μπροστά από το πεζουλάκι που έκατσες για να ξεκουραστείς. Το λες και τύχη.
Θα αγοράσεις για σένα, για τους γονείς σου, τα αδέρφια σου, τους παππούδες και τις γιαγιάδες. Θα φτάσεις ακόμα και στα τρίτα ξαδέρφια. Όσα και να πάρεις δεν είναι ποτέ αρκετά κι όσο και να διακοσμήσεις το σπίτι σου, πάλι άδειο θα το βλέπεις. Δεν πά’ να έχει εκατό μαγνητάκια το ψυγείο; Εσύ θα θέλεις περισσότερα. Μπορεί το γραφείο σου να μη χωράει άλλα βιβλία και χαρτιά, αλλά ο χώρος για τα ομοιώματα που έχεις από διάσημα κτίρια δε θα γεμίσει ποτέ.
Θα περιμένεις κάποιος να τα παρατηρήσει και τότε ξεκινάς. Δεν έχει σημασία αν δε σε ρώτησαν τι είναι κι από πού το πήρες, εσύ θα τα πεις όλα, μαζί με την ιστορία του πώς το απέκτησες, από ποια περιοχή, πώς κατέληξες σ’ αυτή τη περιοχή και στο τέλος θα φτάσεις να λες το πώς ξεκίνησε η ιδέα του να επισκεφθείτε τη συγκεκριμένη χώρα.
Μπορεί για μερικούς να είναι χαζά αποκτήματα που πιάνουν χώρο στο σπίτι ή καταναγκαστικές αγορές που πρέπει να κάνουν γιατί αλλιώς «θα πουν ότι γυρίσαμε με άδεια χέρια», αλλά για μας είναι μικρές ιστορίες που μας θυμίζουν ότι κάπου πήγαμε, κάτι ζήσαμε και κάτι έχουμε να μας υπενθυμίζει το πόσο όμορφα περάσαμε!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη