Εξεταστική. Η εξεταστική είναι απ’ τις καλύτερες και συγχρόνως χειρότερες περιόδους στη ζωή κάθε φοιτητή. Είναι αυτή η περίοδος που θυμάσαι τους στόχους σου, τα όνειρα που έκαναν οι δικοί σου για σένα, το γεγονός ότι κάποια στιγμή πρέπει να πάρεις και αυτό το καημένο το πτυχίο. Βάζεις και λίγο τα κλάματα γιατί αυτό το εξάμηνο δε σου πήγε όπως ήθελες, καθώς και φέτος σε έμαθαν ακόμα περισσότερες καφετέριες, μπαρ, κλαμπ και ρακάδικα.
Όπως και να το δεις, η εξεταστική σου δημιουργεί ανάμεικτα συναισθήματα. Πρέπει να ξυπνάς από νωρίς, να διαβάζεις συστηματικά, να μη χασομεράς, να μην ξενυχτάς. Για εξόδους δεν το συζητάμε καν, μία την εβδομάδα και πολύ είναι. Βασικά, αυτό είναι το πρόγραμμα που πρέπει να έχει κάθε σωστός φοιτητής και βγάζω το καπέλο σε όσους το τηρούν. Όσο για εμάς, τους υπόλοιπους, προσπαθούμε να βγάλουμε μία ύλη διακοσίων και τριακοσίων σελίδων μέσα σε ένα βράδυ. Στην πραγματικότητα στο τέλος μένουμε με την προσπάθεια κι ένα επιπλέον μάθημα -ή κι όχι.
Η αλήθεια είναι πως έτσι όπως παρουσιάζεται η περίοδος της εξεταστικής, είναι σαν να λέμε πως περνάμε τα μαρτύρια του Ταντάλου. Εντάξει, για να λέμε του στραβού το δίκιο, άσχημα δεν περνάμε -και μην ακούσω φωνές να παραπονιούνται, θα πέσει φωτιά να μας κάψει, ρε παιδιά. Μπορεί να γκρινιάζουμε απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ, να παρακαλάμε να περάσουν οι μέρες και μαζί με τις μέρες να περάσουμε και κανένα μάθημα, να βρίζουμε την ώρα και τη στιγμή που δεν μπορούμε να βγούμε γιατί θα έχουμε τύψεις, αλλά όλοι ξέρουμε πως σαν εκείνες τις βραδιές που περάσαμε με φίλους για να διαβάσουμε ένα μάθημα, τίποτα δε συγκρίνεται.
Μπορεί να έχετε χρόνο μέχρι να έρθει η μέρα εξέτασης, αλλά ξέρετε ότι θα μαζευτείτε να διαβάσετε τις δύο τελευταίες –ή μπορεί κι ακριβώς την προηγούμενη. Και μετά έρχεται το κλασικό πρόγραμμα. Συμφωνείτε λοιπόν να ξυπνήσετε νωρίς για να έχετε όλη την υπόλοιπη μέρα ελεύθερη, μην είστε με την ψυχή στο στόμα. Η πράξη απέχει τόσο πολύ απ’ τη θεωρία, όσο και το χέρι απ’ το κουμπί της απενεργοποίησης του ξυπνητηριού στο κινητό. Το κρεβάτι είναι ζεστό, τα παπλώματα βαριά και το πεντάλεπτο που θεώρησες πως πέρασε στο χουζούρεμα, έγινε δίωρο. Τρέχεις τώρα να ντυθείς, να ετοιμαστείς, να μαζέψεις βιβλία, σημειώσεις κι υπολογιστή και να πας στο σπίτι του φίλου.
Αφού φτάνεις, καλημερίζεστε και συμφωνείτε πως πρέπει οπωσδήποτε να πιείτε καφέ, γιατί αλλιώς το διάβασμα δε θα τραβήξει. Έτσι, ο καναπές γίνεται ο καλύτερος σας φίλος μαζί με τις κούπες καφέ να πηγαινοέρχονται πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού. Όλως τυχαίως και χωρίς να το καταλάβετε, ξεκινάτε να συζητάτε για διάφορα συμβάντα που έγιναν εκείνη την περίοδο, προβλήματα που σας απασχολούν, είτε φιλικά είτε σχεσιακά και γενικά αναφέρετε ό,τι πιο άκυρο, προκειμένου να απασχολείτε τους εαυτούς σας απ’ το διάβασμα.
Οι ώρες περνάνε, ο καφές γίνεται φαγητό και μετά πάλι καφές. Κάποια στιγμή, σταματάτε να παραμυθιάζετε τους εαυτούς σας και ξεκινάτε το διάβασμα. Απλώνετε σημειώσεις, εφοδιάζεστε με στιλό και μαρκαδοράκια υπογράμμισης κι ανοίγετε τους υπολογιστές σας γιατί, κάτι θα έχει ανεβάσει ο καλός ο καθηγητής που θα χρειάζεται πρόσβαση στο ίντερνετ. Αφού έχετε δώσει ο ένας στον άλλον δύναμη, ξεκινάτε το διάβασμα.
Έλα όμως που δεν αντέχεται η σιωπή και προσπαθείτε να δείτε ποιος θα τη σπάσει πρώτος προκειμένου να ξεκινήσετε και πάλι μια άκυρη συζήτηση. Μπορεί εσείς να έχετε πει πως οφείλετε να διαβάσετε, αλλά δε γίνεται. Από ‘δω θα το πάτε, από ‘κει θα το πάτε, κάποιος θα κάνει την αρχή. Κι όλοι ξέρουμε πως άμα γίνει η αρχή, παρατάς βιβλία και στιλό μέσα σε δευτερόλεπτα και ξεκινάς το μπλα-μπλα λες και δεν το σταμάτησες ποτέ.
Οι ώρες φεύγουν, η ύλη που πρέπει να διαβάσεις μικραίνει κι οι μπίρες πάνω στο τραπέζι πληθαίνουν μαζί με τα τσιγάρα. Στο τέλος, συνειδητοποιείς ότι είσαι σχετικά τελειωμένος και τα παρατάς όταν βγάλεις τα πιο σημαντικά. Συμφιλιώνεσαι με το γεγονός ότι θα το ξενυχτήσεις και παρακαλάς να έχεις αρκετές μπίρες στο ψυγείο -ή τουλάχιστον κρασί, βρε αδερφέ. Θα περάσουν απ’ το μυαλό σου χίλια-δυο σενάρια, από το πώς θα αντιγράψεις μέχρι το αν θα πάρεις ποτέ πτυχίο. Κλαίγεσαι για λίγο, μέχρι να καταλήξεις να γελάς. Γιατί είναι θέμα χρόνου να βάλεις τα γέλια.
Η εξεταστική τελικά είναι απ’ τις καλύτερες περιόδους στη ζωή ενός φοιτητή. Γελάς, διαβάζεις, περνάς καλά και κυρίως δένεσαι. Μπορεί να μη βγαίνεις, να σαπίζεις στο σπίτι, αλλά ξέρεις ότι είναι κι οι φίλοι σου μαζί, με τους οποίους έχεις τα ίδια όνειρα και τις ίδιες ανησυχίες. Ίσως τότε να μην είναι τόσο κακή η εξεταστική.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη