Είναι αμέτρητες εκείνες οι στιγμές που περνάμε κατά τη διάρκεια της ζωής μας θεωρώντας τις δεδομένες κι υποτιμώντας την αξία τους. Νομίζουμε πως κάτι που ζήσαμε σήμερα, θα το ζήσουμε και τον επόμενο χρόνο και τον παρεπόμενο και πάει λέγοντας. Είναι μερικές φορές κι αυτός ο διακαής φόβος του να ζήσεις το «τώρα», που σε μουδιάζει σε βολικές αναβολές ή βολικότερες αδράνειες. Είναι κι αυτό το διαρκές άγχος να προσπαθήσεις να απαθανατίσεις κάθε στιγμή της ζωής σου, ενώ καταλήγεις να μένεις παρέα με κάτι θολές φωτογραφίες, ξεχνώντας το οποιοδήποτε νόημά τους.
Με τον κίνδυνο να καταντήσω γραφική, θεωρώ πως είναι ελάχιστες εκείνες οι φορές που ζούμε τις στιγμές όπως τους (και μας) αξίζει να τις ζήσουμε. Αλλά αυτή η άγνοια, μαζί με τη σιγουριά πως τα πράγματα θα ‘ναι όπως ακριβώς τα αφήσαμε και θα μας περιμένουν, μας εμποδίζουν να εκτιμήσουμε ακόμα και το πιο απλό αλλά ταυτόχρονα ίσως μεγαλειώδες πράγμα. Όπως ο έρωτας.
Προς θεού, δεν είναι τόσο εύκολο, όσο ακούγεται. Ανέκαθεν ο έρωτας ήταν υπεύθυνος για όλα τα κλάματα και τα μεθύσια αλλά και για τα πιο ωραία γέλια, από ‘κείνα που σου έκλεβαν μερικές αναπνοές και παρακαλούσες τον άλλον να σταματήσει, γιατί θα έμενες στον τόπο.
Ακόμα κι αν, προσωπικά, δεν πρόλαβα να ερωτευτώ στα εφηβικά μου χρόνια, ως άτυχη, αρκετά ώριμη ή φοβητσιάρα για να ταλαιπωρώ το κεφάλι μου με τέτοιες, τάχα, ανοησίες, ανάμεσα σε σχολικούς μαυροπίνακες και φροντιστήρια, στα κρυφά έβρισκα μια ιδιαίτερη ομορφιά σ’ αυτούς τους έρωτες, που ακόμα και τώρα συνεχίζω να τους θαυμάζω.
Δεν έχει σημασία αν δεν τον έζησες από πρώτο χέρι. Είχες μια ολόκληρη παρέα να σου εξιστορεί καθημερινά τα προβλήματα των σχέσεών της κι ανάθεμα αν αφιέρωνες λιγότερο από δύο ώρες μέχρι να βρείτε λύση ακόμα και στο πιο μικρό καβγαδάκι.
Κι αν ήσουν, δε, ο άμεσα ενδιαφερόμενος, ο ερωτοχτυπημένος, έφτιαχνες ολόκληρα σενάρια στο μυαλό σου και πιθανές καταλήξεις. Τσακωμοί και μούτρα ήταν κι αυτά στο πρόγραμμα, έλλειψη συγκέντρωσης στα διαβάσματα επίσης. Δε σε ένοιαζε, όμως. Είχες ερωτευτεί για πρώτη φορά, κι αυτό δε θα άλλαζε, όσους τσακωμούς κι αν έριχνες με το αμόρε ή τους γονείς, που «δε σε καταλάβαιναν» και σου έλεγαν να στρωθείς στα μαθήματά σου.
Ο άνθρωπος αυτός που σε έκανε να δεις ρομαντικά την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου, να αγοράσεις σοκολατάκια και να λάβεις για δώρο λούτρινα αρκουδάκια, που σου θύμωνε κάθε φορά που τύχαινε να ξεχάσεις την επέτειό σας –την οποία παίζει και να γιορτάζατε κάθε μήνα– και δε σε άφηνε ποτέ χωρίς φιλί πριν πας στο φροντιστήριο, είναι ο λόγος που καθώς μεγάλωνες πίστευες πως ο έρωτας δεν πληγώνει όσο λένε τα τραγούδια.
Η καθημερινότητα κυλούσε, σε γενικές γραμμές, ήρεμα, δεν είχατε πολλά να σας προβληματίζουν. Το πρόγραμμά σας δε δεχόταν πολλές αλλαγές. Το πρωί μαζί στο σχολείο, το μεσημέρι κάτω απ’ την πιλοτή του σπιτιού για κρυφά φιλιά και το βράδυ ανταλλάσσατε μηνύματα μέχρι να κοιμηθείτε. Άντε, μες στο σουκού να κανονίζατε κανένα σινεμά.
Όταν αυτά, όμως, δεν αρκούσαν κάνατε μαζί κοπάνες ή το σκάγατε το βράδυ απ’ το σπίτι για να βρεθείτε στην πλατεία. Γιατί όταν είσαι έφηβος δε φοβάσαι. Δεν πιστεύεις πως ο κόσμος είναι αγγελικά πλασμένος, δεν είναι ότι έχεις άγνοια κινδύνου, αλλά δε διστάζεις να ζήσεις. Ερωτεύεσαι και πέφτεις με τα μούτρα, κι ας γκρινιάζει το κολλητάρι ότι πρέπει να κρατήσεις κάτι και για εσένα. Την πρώτη φορά που αναπτύσσεις τόσο έντονα συναισθήματα για κάποιον δε θες να κρατήσεις τίποτα δικό σου. Είναι όλα τόσο δυνατά που αδυνατείς κι εσύ ο ίδιος να τα διαχειριστείς.
Γι’ αυτό κι έρχεται η καταστροφή στον πρώτο χωρισμό. Γιατί μπορεί τώρα να ακούγεται αστείο, αλλά αμφιβάλλω αν γέλασε έστω και λίγο το χειλάκι μας στην πρώτη μας ερωτική απογοήτευση. Τραγούδια του Χατζηγιάννη, διάφορα post με υπονοούμενα –ξεκάθαρα καρφωνόμασταν, απλά ήμασταν χαζοί–, μπηχτές σε φίλους και γνωστούς. Νομίζεις πως η φάση «μη μου μιλάτε για ‘κείνη, δε θέλω να την δω ξανά» θα κρατήσει αιώνες και πιστεύεις πως το σύμπαν συνωμοτεί με το να σου στέλνει διάφορα ζευγαράκια στον δρόμο σου για να αναστενάζεις στη θύμηση του αμόρε σου.
Για όλους αυτούς τους λόγους, για ‘κείνη την αθωότητα, την έλλειψη φόβου έκφρασης κι έκθεσης, την απολυτότητα των συναισθημάτων, είναι που μας λείπουν οι εφηβικοί έρωτες. Τότε που δε σε απασχολούσε αν θα πληγωθείς, δε σε ένοιαζε το τέλος. Έπεφτες με τα μούτρα κι απολάμβανες την πτώση. Ερωτευόσουν, δίνοντας και το τελευταίο κομμάτι του εαυτού σου, χωρίς να το μετανιώνεις στιγμή.
Ήσουν ευτυχισμένος. Δεν έδινες σημασία στο «μετά», γιατί δεν υπήρχε «μετά». Έκλεινες την ημέρα σου με μια «καληνύχτα» και περίμενες να ξημερώσει η μέρα για να τον δεις ξανά. Γελούσες με τα χάλια σου και καλά έκανες. Έξαλλου, για όλα υπάρχει μια πρώτη φορά και δηλαδή, πόσο κακό είναι, τελικά, να γιορτάζεις την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου με κόκκινα τριαντάφυλλα στο παρκάκι της γειτονιάς;
Ήμασταν παιδιά και το χαιρόμασταν. Τα μοναδικά μας προβλήματα ήταν οι αμέτρητες ώρες του φροντιστηρίου και τα μόρια για τις πανελλήνιες. Περιμέναμε εκείνες τις κρυφές ματιές και τα αθώα φλερτ, χωρίς να φοβόμαστε τη συνέχεια, χωρίς να μας βυθίζει σε σιωπές το ενδεχόμενο μιας απόρριψης. Τουλάχιστον τότε μπορούμε να πούμε πως το ζήσαμε σωστά, απόλυτα και θαρραλέα, έστω και για μερικά χρόνια, πριν το χάος της ενήλικης ζωής.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη