Η ζωή, λένε, είναι ένα τρενάκι τρόμου. Τη μία σε ανεβάζει ψηλά, τόσο ψηλά, που μπορείς για λίγα δευτερόλεπτα να θαυμάσεις τον κόσμο που βρίσκεται ακριβώς κάτω απ’ τα πόδια σου. Είναι εκείνη η στιγμή που νιώθεις απελευθερωμένος από κάθε έγνοια, καθετί που σε βασανίζει και δεν μπορείς τόσο απεγνωσμένα να το αποφύγεις. Και νιώθεις τόσο ελεύθερος, όσο κάθε άλλη στιγμή.
Και ξαφνικά κατεβαίνεις. Βρίσκεται κάτω στο έδαφος, προσγειωμένος στην πραγματικότητα που μερικές φορές μισείς τόσο πολύ. Είσαι αντιμέτωπος με κάθε πρόβλημά σου, με καθετί που σε εμποδίζει απ’ το να κοιμηθείς τα βράδια. Και προσπαθείς τόσο πολύ, με κάθε τρόπο να τα αντιμετωπίσεις όλα μαζί. Γιατί η ζωή δε σε ρωτάει αν αντέχεις αυτά που σου στέλνει. Η ζωή δε λυπάται. Μερικές φορές χτυπάει χωρίς τέλος. Χωρίς να σου δώσει το δικαίωμα να σηκωθείς, να πάρεις μία ανάσα και να συνεχίσεις.
Αν μη τι άλλο, πόσες φορές ήταν εκείνες που είχαμε τόσο ανάγκη να πάρουμε αυτή τη γαμημένη ανάσα και να προχωρήσουμε. Να αφήσουμε πίσω όσο μας βασάνισαν επί χρόνια, να συνειδητοποιήσουμε γεγονότα και να βάλουμε ένα τέλος. Ένα τέλος που θα σήμανε την αρχή μιας καινούργιας εποχής. Μιας εποχής όπου θα επικρατούσε η ηρεμία μέσα μας. Που δε θα ήμασταν όλη την ώρα γεμάτοι έγνοιες και προβλήματα. Που θα μπορούσαμε τόσο αβίαστα να απολαύσουμε τα καλά που μπορεί, πού και πού, να μας φέρει στο διάβα μας η ζωή. Αυτά που τόσο καιρό ζητούσαμε και δεν είχαν την καλοσύνη να έρθουν. Που ενώ τα είχαμε τόσο ανάγκη, μας γυρνούσαν τόσο χαρούμενα την πλάτη.
Έτσι, μείναμε μόνοι μας να αντιμετωπίσουμε τις καταστάσεις. Εκείνες που είτε επιλέξαμε, είτε όχι, αποφάσισαν χωρίς να ρωτήσουν, να κάνουν μπουρδέλο τη ζωή μας.
Είναι από εκείνες τις φορές, που κάθεσαι μόνος σου και χαζεύεις το κενό, σκεπτόμενος το τι πρέπει να κάνεις. Τι είναι το σωστό; Το πρέπον; Ενώ αναρωτιέσαι πού είναι η εξιλέωση που τόσο προσμένεις.
Μερικοί, στις χειρότερες τους στιγμές, έχουν ανάγκη την παρουσία κάποιου. Μερικές φορές δεν έχει σημασία ποιος είναι. Δε σε νοιάζει αν είναι φίλος ή άγνωστος. Το μόνο που αρκεί είναι να νιώθεις κάποιον δίπλα σου. Να ξέρεις ότι είτε φανερά είτε κρυφά, η παρουσία κάποιου σε συντροφεύει όταν δεν μπορείς να στηρίξεις τον εαυτό σου. Έχεις ανάγκη να ακούσεις ένα «όλα καλά θα πάνε». Μπορεί να πάνε όλα καλά, μπορεί να μην πάει και τίποτα. Αλλά έχεις τόσο απεγνωσμένα την ανάγκη να το ακούσεις, λες κι αυτή η φράση έχει τη μαγεία να σου δίνει δύναμη να αντιμετωπίσεις τα πάντα. Λες και σε κάνει άτρωτο. Σου δίνει την ασφάλεια της σιγουριάς.
Άλλοι, δε θέλουν κανέναν. Είναι αυτοί που έμαθαν απ’ την αρχή της ζωής τους να αντιμετωπίζουν τις καταστάσεις μόνοι τους, χωρίς τη βοήθεια κανενός κομπάρσου. Αν τους ρωτήσεις θα σου πουν πως όταν είχαν ανάγκη κάποιον, κανένας δεν ήταν εκεί. Δεν έχει σημασία αν πόνταραν στη παρουσία κάποιου, στο τέλος συνειδητοποίησαν πως δεν είναι κανείς παρά μόνο ο εαυτός τους. Είναι αυτοί, οι πληγωμένοι, που ενώ θεωρούσαν πως είχαν κάποιον, στο τέλος κατάλαβαν πως ακόμα και να στηρίξεις, δε σημαίνει απαραίτητα ότι θα σε στηρίξουν. Είναι εκείνοι που αποφάσισαν πως ο μοναδικός τους σύμμαχος είναι ο εαυτός τους και κάνουν ό,τι μπορούν για τον φροντίσουν. Δεν έχουν ανάγκη από λόγια της στιγμής, ούτε αγκαλιές, ούτε τίποτα. Είναι αυτοί που θα σηκωθούν και θα προχωρήσουν ακόμα κι όταν η ζωή τους σπρώχνει με κάθε της δύναμη πίσω.
Αν με ρωτήσεις, δεν ξέρω ποιος είναι καλύτερα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο καθένας έχει το δικό του, μοναδικό τρόπο να ξεπερνάει τα σκατά που του στέλνει η ζωή και δεν έχεις το δικαίωμα να κρίνεις τίποτα. Ο καθένας θεωρεί και πράττει ανάλογα με το τι αντέχει και τι είναι ικανός να κάνει. Άλλοι θεωρούν πως είναι αδύναμοι, στηρίζοντας τους εαυτούς τους στις πλάτες των άλλων. Κι άλλοι αποφασίζουν πως είναι αυτοί εναντίον του κόσμου. Πιστεύουν πως η μοναξιά θα τους απαλύνει τον πόνο και θα μπορέσουν να ξεχάσουν ή έστω να ξεχαστούν.
Το μόνο πράγμα που εύχεσαι είναι να τα καταφέρεις. Να μπορέσεις να ξεπεράσεις, να ξεχάσεις, να δεχτείς και να προχωρήσεις στο δρόμο που χαράζεις εσύ ο ίδιος.
Στο τέλος, όταν θα το έχεις πετύχει ή θα πεις ένα «ευχαριστώ» σε αυτόν που μπόρεσε να σε στηρίξει όταν τον είχες πραγματικά ανάγκη ή θα πεις ένα «ευχαριστώ» στον εαυτό σου που στάθηκε βράχος σε ό,τι σκατά σου έστειλε η ζωή. Γιατί, αυτό έχει περισσότερο σημασία. Να εκτιμάς ό,τι σε βοήθησε. Είτε ήσουν εσύ είτε κάποιος άλλος. Οπότε το «ευχαριστώ» δεν το γλυτώνεις.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη