Το σύνδρομο της άδειας φωλιάς. Ή, διαφορετικά, το κινητό μου χτυπάει δέκα φορές την ημέρα γιατί λείπω στους γονείς μου. Μπορεί να τους πείραζα όταν έφυγα απ’ το σπίτι, λέγοντας πως το στερνοπούλι άνοιξε τα φτερά του, αλλά συνειδητοποίησα σιγά-σιγά πως τα πράγματα δεν είναι όσο απλά φαίνονται.
Το σύνδρομο της άδειας φωλιάς είναι μία κατάσταση που ξεκινάει πάνω-κάτω την περίοδο του γυμνασίου, που το παιδί ξαφνικά μεγαλώνει, κοινωνικοποιείται, βγαίνει έξω και συνάπτει τις πρώτες του σχέσεις. Δε φεύγει ακριβώς απ’ την αγκαλιά των γονιών του, απλώς ωριμάζει κι αποφασίζει να αναπτύξει το χαρακτήρα του λίγο πιο έξω απ’ τον κύκλο της οικογένειας. Εκεί, βέβαια, δε γίνεται τόσο αντιληπτό το κενό. Άντε, να περιοριστούν σε κανένα παράπονο ότι πλέον δεν τους μιλάς τόσο για τα προσωπικά του.
Ουσιαστικά, το πρόβλημα αρχίζει όταν το παιδί αποφασίζει να φύγει απ’ το σπίτι. Δεν έχει σημασία αν είναι για σπουδές σε μια κοντινή πόλη ή για δουλειά στο εξωτερικό. Απ’ τη στιγμή που πηγαίνουν στο δωμάτιό σου και το βλέπουν άδειο, το συναίσθημα είναι ίδιο και δεν τους είναι καθόλου ευχάριστο. Αυτή η αίσθηση της απώλειας και του αποχωρισμού, μεγαλώνει μέρα με τη μέρα, άλλες φορές με ύπουλο τρόπο κι άλλες φέγγει από μακριά, σαν λαμπάκια σε φορτωμένο χριστουγεννιάτικο δέντρο.
Γιατί, ξαφνικά, οι γονείς αισθάνονται πως χάνουν κάτι απ’ το γονικό τους ρόλο. Δε θα σου μαγειρέψουν, δε θα σου κάνουν παρατήρηση που ξύπνησες μετά τη μία και χάνεις όλη σου τη μέρα, δε θα σου γκρινιάξουν που βγαίνεις χωρίς ζακέτα και θα κρυώσεις. Με λίγα λόγια, τους αφαιρείται, σχεδόν βίαια, αυτή η ιδιότητα της προστατευτικότητας και της φροντίδας και μέσα σε ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν τους ίδιους τους τους εαυτούς –όχι πια ως γονείς– αλλά και τους συντρόφους τους. Και μένουν με όλη αυτή την αγάπη που δεν μπορούν πλέον να διοχετεύσουν στο παιδί τους, γιατί είναι μακριά τους.
Η προσαρμογή σ’ αυτή την κατάσταση δεν είναι ποτέ εύκολη, ακόμα κι αν με άνεση σου έλεγαν «όταν θα μείνεις μόνος, θα καταλάβεις», σαν να περίμεναν εκείνη τη στιγμή για να τους εκτιμήσεις. Γιατί κανένας γονιός δεν είναι και ποτέ δε θα ‘ναι προετοιμασμένος να αποχωριστεί το παιδί του. Εξάλλου, για ‘κείνους, όσο και να μεγαλώσουμε, παραμένουμε τα μωρά τους.
Το αίσθημα, λοιπόν, αυτό τρυπώνει ύπουλα κι έτσι το ζευγάρι αδυνατεί να το συνειδητοποιήσει ώστε να το αντιμετωπίσει έγκαιρα, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα χάσμα ανάμεσά τους που διαρκώς μεγαλώνει. Γιατί, όταν λείπει το παιδί απ’ το σπίτι, έχεις περισσότερο χρόνο με το σύντροφό σου, οπότε προσέχεις περισσότερο το χαρακτήρα και τη συμπεριφορά του και καταπιάνεσαι με το παραμικρό που μπορεί να σ’ ενοχλήσει. Έτσι, πράγματα που πριν θεωρούσες τελείως ασήμαντα –ίσως και χαριτωμένα–, ξαφνικά, είναι ικανά να σε βγάλουν έξω απ’ τα ρούχα σου.
Στις γυναίκες μπορεί να εμφανιστεί ακόμη πιο έντονα αυτό το σύνδρομο, καθώς είναι εκείνες που συνήθως συνδέουν περισσότερο τη φύση τους με τον μητρικό τους ρόλο, και δεν αντέχουν να τον χάσουν -ειδικά όταν το ζευγάρι είναι ήδη χωρισμένο.
Οι ρυθμοί τους αναγκαστικά χαλαρώνουν, η καθημερινότητα διαφέρει απ’ την ως τώρα συνηθισμένη τους κι η συμφιλίωση με τις αλλαγές αυτές είναι δύσκολη, καθώς αποκόβονται από συνήθειες χρόνων. Γιατί, ξαφνικά, δε χρειάζεται να μαγειρεύουν και να βάζουν πλυντήριο κάθε μέρα, ούτε να βγάζουν πρόγραμμα για τις δουλειές του σπιτιού, μιας κι αυτό κρατάει για μέρες καθαρό. Δεν μπορούν πια να γκρινιάζουν που το παιδί βγαίνει μέχρι πρωίας και πρέπει να μείνουν ξάγρυπνοι μέχρι να το πάρουν.
Η μελαγχολία και τα σημάδια κατάθλιψης κάνουν την εμφάνισή τους, το ζευγάρι σιγά-σιγά αποξενώνεται. Έτσι, οι εντάσεις μέσα στο σπίτι λύνουν και δένουν, προσπαθώντας κάπου να ξεσπάσουν τη θλίψη τους που έγινε θυμός. Σε ορισμένες περιπτώσεις, κι αν υπήρχαν ήδη προβλήματα ανάμεσα στα ζευγάρι, που έκρυβαν κάτι απ’ το χαλί για χάρη των παιδιών, οι εντάσεις αυτές μπορεί να οδηγήσουν και στο χωρισμό. Το ζευγάρι συνειδητοποιεί πως, πλέον, δεν υπάρχει τίποτα κοινό μεταξύ τους, πέρα απ’ το παιδί τους, με αποτέλεσμα να οδεύουν προς το διαζύγιο, αφού δεν μπορούν να συμβιώσουν άλλο.
Άλλοι, αφού περάσουν το στάδιο της άρνησης και της θλίψης, φτάνουν στην αποδοχή. Συμφιλιώνονται, αναγκαστικά, με τα νέα δεδομένα κι αποφασίζουν να δώσουν περισσότερο χώρο και χρόνο στη σχέση τους. Ανακαλύπτουν καινούργιους τρόπους να ανανεώσουν το γάμο τους, γνωρίζουν ξανά το σύντροφό τους και βρίσκουν νέα, κοινά, ενδιαφέροντα. Εκτός αυτού, εστιάζουν και στον εαυτό τους, κάνοντας πράγματα που πριν αδυνατούσαν, λόγω έλλειψης χρόνου, βρίσκοντας καινούργια χόμπι και κάνοντας ταξίδια.
Η σοφότερη επιλογή είναι μόλις δεις τα συμπτώματα να ξεκινήσεις να μιλάς για όσα σε απασχολούν κι ακόμα καλύτερα να απευθυνθείς σε κάποιον ειδικό. Δεν είναι παράλογο να σου λείπει το παιδί σου και να αισθάνεσαι πως δεν μπορείς μακριά του. Παράλογο είναι να αγνοείς την κατάσταση και να προσποιείσαι πως δε συμβαίνει τίποτα. Μπορεί να κλάψεις, να το πρήξεις στα τηλέφωνα και τις επισκέψεις, αλλά κάποια στιγμή θα συνειδητοποιήσεις πως το παιδί σου μεγάλωσε και κυνηγάει την ευτυχία του -κι αυτό θα σου αρκεί!
Στη μαμά μου, που με παίρνει δέκα τηλέφωνα την ημέρα και μου λέει πώς πέρασε τη μέρα της.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη